FreeCinema

Follow us

ΤΟ ΣΟΥΤΙΕΝ (2019)

(VOM LOKFÜHRER, DER DIE LIEBE SUCHTE...)

  • ΕΙΔΟΣ: Κωμωδία
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Φάιτ Χέλμερ
  • ΚΑΣΤ: Μίκι Μανόιλοβιτς, Ντενί Λαβάν, Παθ Βέγα, Τσουλπάν Χαμάτοβα
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 90'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FILMTRADE

Μηχανοδηγός εμπορικής αμαξοστοιχίας βρίσκει σφηνωμένο στη μηχανή του ένα… σουτιέν. Πηγαίνοντας πόρτα πόρτα στη γειτονιά απ’ όπου καθημερινά περνά το δρομολόγιό του, αποφασίζει να βρει με κάθε τρόπο την ιδιοκτήτριά του!

Αντλώντας έμπνευση από τα ταξίδια του στο Αζερμπαϊτζάν (εκεί όπου έχει γυρίσει την πιο αναγνωρίσιμη ταινία του, το «Absurdistan» του 2008), ο Γερμανός σκηνοθέτης Φάιτ Χέλμερ επιχειρεί με το νέο του εγχείρημα να συνδυάσει την αγάπη του για τον βωβό κινηματογράφο και το slapstick χιούμορ με μια χαλαρή διασκευή του παραμυθιού της «Σταχτοπούτας». Αντικαθιστά το γοβάκι της ιστορίας των αδελφών Γκριμ (ή πιο σωστά της εκδοχής των αδελφών Γκριμ, μιας και το διάσημο παραμύθι προϋπήρχε αυτών) με το πιο «πικάντικο» σουτιέν, δανείζεται στοιχεία όχι μόνο από τη χρυσή εποχή της βωβής κωμωδίας του Χόλιγουντ, αλλά και από τη φιγούρα του κύριου Ιλό του Ζακ Τατί, η ολοκληρωτική όμως απουσία διαλόγων, τα συνεχή γκαγκ και το (ενίοτε) σουρεάλ σενάριο δεν αρκούν από μόνα τους ώστε τούτος ο ευγενικών προθέσεων φόρος τιμής να μπορεί να ανάψει τη σπίθα της ψυχαγωγίας με κάποιον αξέχαστο τρόπο. Εν ολίγοις, εάν ελπίζετε σε κάτι επιπέδου «The Artist» (2011), το ξεχνάτε και πάτε παρακάτω.

Ο μηχανοδηγός Νουρλάν διασχίζει σε ημερήσια βάση τη στέπα του Καυκάσου, περνώντας όμως την αμαξοστοιχία του διαμέσου ιδιότυπων συμπληγάδων, αφού αναγκάζεται να την οδηγεί (στην κυριολεξία) μέσα από ένα χωριό, οι κάτοικοι του οποίου χρησιμοποιούν τις γραμμές του τρένου ως προέκταση των σπιτιών τους! Μέσω ενός ιδιόρρυθμου συστήματος προειδοποίησης (ένα αγοράκι… σφυρίζει όταν η αμαξοστοιχία πλησιάζει επικίνδυνα), οι ντόπιοι σπεύδουν να μαζεύονται ώστε να αφήσουν το πεδίο ελεύθερο για τη διέλευση του τρένου, μια ρουτίνα που τηρείται ευλαβικά και καταπώς φαίνεται διαχρονικά. Την τελευταία μέρα εργασίας προ της συνταξιοδότησής του, ο Νουρλάν παίρνει παραμάζωμα μια απλωμένη μπουγάδα που δεν πρόκαμε να στεγνώσει εγκαίρως, με ένα δαντελένιο γαλάζιο σουτιέν να μένει ως λάφυρο σκαλωμένο στη μηχανή του. Αναστατωμένος από το άτυχο συμβάν που του έλαχε στο τέλος της καριέρας του κι έχοντας πια απεριόριστο ελεύθερο χρόνο, ο μοναχικός μηχανοδηγός το βάζει αμέτι μουχαμέτι να ανακαλύψει σε ποιαν ανήκει ο εν λόγω στηθόδεσμος. Η αποστολή του, όμως, αποδεικνύεται πιο περίπλοκη απ’ όσο φανταζόταν, καθώς ναι μεν μερικές από τις κυρίες του χωριού φαίνεται πως περίμεναν «εναγωνίως» κάποιον να τους χτυπήσει την πόρτα, υπάρχουν όμως και ορισμένοι σύζυγοι που δεν βλέπουν την επιμονή του Νουρλάν με τόσο καλό μάτι.

Κάποια (μετρημένα στα δάχτυλα) από τα γκαγκ που σκαρφίζεται ο Φάιτ Χέλμερ φέρνουν μεν ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη, γρήγορα όμως πέφτουν στην παγίδα μιας διαρκούς επανάληψης, καθώς το ίδιο και απαράλλαχτο μοτίβο ακολουθεί με έναν tale quale ρουτινιάρικο τρόπο την πορεία της παλιακής αμαξοστοιχίας. Η σφυρίχτρα του μικρού αγοριού, που αναγκάζει τους πάντες να μαζεύουν άρον-άρον τραπέζια, καρέκλες, παιχνίδια και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί, από ένα σημείο και μετά εγείρει ερωτήματα για το κατά πόσο όλο αυτό θα μπορούσε να αποφευχθεί εάν απλά οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν την… άλλη πλευρά των σπιτιών τους για τις δουλειές αυτές. Η οδύσσεια του Νουρλάν με το σουτιέν ανά χείρας προς άγραν του σωστού μεγέθους… στήθους (και ενδομύχως του έρωτα) ανακυκλώνει μια πανομοιότυπη αλληλουχία από σεκάνς, οι οποίες πλην ελαχίστων εξαιρέσεων (ο Νουρλάν έμπορος εσωρούχων, για παράδειγμα) είναι από μετρίως έως καθόλου αστείες.

Προσπαθώντας πιθανότατα να μείνει όσο το δυνατόν πιο πιστός στο πνεύμα των βωβών κωμωδιών της δεκαετίας του ’20, ο Γερμανός σκηνοθέτης επιλέγει να διηγηθεί την ιστορία του σε μια αδιευκρίνιστη χρονική περίοδο, σε έναν τόπο που ναι μεν φαίνεται σύγχρονος, πλην όμως είναι από εκείνους όπου το ρολόι έχει σταματήσει για τα καλά. Η επιλογή αυτή λειτουργεί σε σκηνές όπως η επίσκεψη του μηχανοδηγού στο πατρικό του σπίτι στην άκρη του πουθενά, πέραν όμως της χαρμολύπης που αναδύεται από τη φτώχεια αλλά και τη retro αθωότητα, δημιουργείται η εντύπωση πως δεν υπάρχει κάποια σαφής σεναριακή βάση για αυτού του τύπου την προσέγγιση. Το επεισόδιο με τον Νουρλάν χειριστή μαστογράφου θολώνει ακόμα περισσότερο τα νερά ως προς αυτό το ζήτημα, ερχόμενο σε πλήρη αντιδιαστολή με τη μηχανή του τρένου του, η οποία μοιάζει να έχει έρθει στο Αζερμπαϊτζάν κατευθείαν από τη… Union Pacific Railroad του 19ου αιώνα. Τουλάχιστον η απουσία διαλόγων δεν «βγαίνει» με βεβιασμένο τρόπο αλλά αντιθέτως δείχνει φυσικότατη, καθώς η σιγή σπασμωδικά και μόνο διακόπτεται από ήχους σαν αυτόν της τρομπέτας του προαλειφόμενου για αντικαταστάτης του Νουρλάν, με τον Ντενί Λαβάν στον σχετικό δεύτερο ρόλο να παίζει… όπως ακριβώς και στα περσινά «Τυχοδιώκτης του Παρισιού» και «Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο», κοινώς να μένει εντελώς ανεκμετάλλευτος.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Καλές προθέσεις, αστοχία όμως υλικού σε τούτη τη σύγχρονη «βωβή» κωμωδία. Το αξιοπερίεργο του πράγματος μαζί με το διεθνές καστ μπορούν κάπως να λειτουργήσουν σαν κράχτες για τους πιο «ρομαντικούς» φίλους της κινηματογραφικής τέχνης, η αμαξοστοιχία του φιλότιμου Νουρλάν, όμως, γρήγορα αποδεικνύεται… γκαζοζέν, αγκομαχώντας χαρακτηριστικά να φτάσει στον προορισμό της.


MORE REVIEWS

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΞΑ

Η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Lancia θέλει να κερδίσει πάση θυσία το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983, όμως, το μοντέλο της 037 υστερεί σημαντικά έναντι της τετρακίνητης γερμανικής τεχνολογίας του Audi Quattro. Ο εκτελεστικός της Διευθυντής, Τσέζαρε Φιόρι, έχει μερικές πονηρές ιδέες οι οποίες ενδεχομένως μπορούν ν’ αλλάξουν τη διαφαινόμενη πορεία των πραγμάτων. Εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα.

MINORE

Μυστηριώδη τέρατα εμφανίζονται σε παραθαλάσσιο location του Σαρωνικού κόλπου με εχθρικές και φονικές διαθέσεις. Θα μπορέσουν να τα αντιμετωπίσουν ένα ναυτάκι, μια σερβιτόρα, μια γιαγιά, ένας μποντιμπιλντεράς κι ένα τσούρμο… μπουζουξήδων;