FreeCinema

Follow us

ΣΟΦΙΑ (2018)

(SOFIA)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μεριέμ Μπενμπαρέκ
  • ΚΑΣΤ: Μαχά Αλεμί, Λούμπνα Αζαμπάλ, Σάρα Περλές, Χαμζά Χαφίφ, Ναντιά Μπενζακούρ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 80'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ONE FROM THE HEART

Νεαρή ανύπανδρη Μαροκινή σε υποσυνείδητη άρνηση κύησης αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται να γεννήσει λίγες μόλις ώρες πριν τον τοκετό. Στην πατρίδα της, όμως, είναι παράνομο για μια γυναίκα να φέρει στον κόσμο μωρό εκτός γάμου, οπότε η αναζήτηση του πατέρα είναι ζωτικής σημασίας για εκείνη και την οικογένειά της.

Από το ξεκίνημα κιόλας της ταινίας της, η 35χρονη Μαροκινή Μεριέμ Μπενμπαρέκ (στο ντεμπούτο της ως σκηνοθέτη αλλά και σεναριογράφου σε μεγάλου μήκους) φροντίζει μέσω σχετικής κάρτας να ενημερώσει πως στη χώρα της οι ερωτικές σχέσεις εκτός γάμου επισείουν ποινές φυλάκισης. Δίνει έτσι εξαρχής το στίγμα της ιστορίας της, πριν η εναρκτήρια σεκάνς οδηγήσει στο εσωτερικό ενός σπιτιού στην Καζαμπλάνκα, όπου τα μέλη ντόπιας φαμίλιας συζητούν γύρω από το τραπέζι περί κερδοφόρων οικονομικών συμφωνιών που θα βοηθήσουν τα μάλα όσους εξ αυτών βρίσκονται σε δύσκολη οικονομική θέση. Η κόρη της μεσοαστικής οικογένειας, η Σοφία, παραπονιέται για πόνους στο στομάχι, στους οποίους ποτέ δεν είχε δώσει σημασία στο πρόσφατο παρελθόν, καθώς πάντοτε περνούσαν έπειτα από λίγο, με την ξαδέλφη της Λενά, που επισκέπτεται μαζί με τη μητέρα της τα πάτρια εδάφη μετά από χρόνια παραμονής στη Γαλλία, να της επισημαίνει πως είναι προφανέστατα έγκυος, αναλαμβάνοντας παράλληλα να την οδηγήσει (στα κρυφά) στο πλησιέστερο νοσοκομείο, διότι γνωρίζει πολύ καλά τους κινδύνους που μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη ενέχει στην πατρίδα της. Εκεί, χάρη στις γνωριμίες από τις ιατρικές σπουδές της, καταφέρνει να της βρει κρεβάτι ώστε να γεννήσει, το όνομα ενός πατέρα όμως είναι απολύτως αναγκαίο, καθώς ο ποινικός κώδικας σε περιπτώσεις σαν κι αυτή δεν αστειεύεται.

Θυμίζει αρκετά (αρχικά) τούτη η «Σοφία» το «4 Μήνες, 3 Εβδομάδες και 2 Μέρες» (2007) του Κριστιάν Μουντζίου, εξετάζοντας υπό ένα εντελώς διαφορετικό κοινωνικοπολιτικό πρίσμα τον τρόμο και την απόγνωση που μπορεί να επιφέρει σε μία γυναίκα η εκτός γάμου κυοφορία. Εδώ δεν επιλέγεται η έκτρωση ως λύση του προβλήματος, καθώς είναι πολύ αργά πλέον για κάτι τέτοιο, όμως η ταπεινωτική ντροπή που θα βιώνει εσαεί τόσο αυτή όσο και η οικογένειά της από το «έγκλημα» στο οποίο έχει υποπέσει από τη μία, αλλά και οι ποινές φυλάκισης τις οποίες με σαφήνεια εξηγεί η αστυνομική αρχή (σε μια αποκαλυπτικότατη σκηνή τής μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα Οδύσσειας την οποία δύναται μια Μαροκινή ανύπανδρη μάνα να αντιμετωπίσει) από την άλλη, οδηγούν άπαντες σε συστράτευση και εντοπισμό του «απρόσεκτου» πατέρα. Αυτός διατείνει με κάθε τρόπο την αθωότητά του, σύρεται όμως σε μια αναγκαστική παραδοχή, καθώς αντιλαμβάνεται πως βρίσκεται πλέον στην ίδια (και χειρότερη ίσως) θέση με αυτήν της Σοφίας έναντι του Νόμου, με τη μητέρα του να βλέπει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την επαγγελματική αποκατάσταση του γιου της ως απόρροια ενός πιθανού γάμου.

Παρά την περί του αντιθέτου αρχική αίσθηση που αφήνει η Μπενμπαρέκ για ένα δράμα με αποχρώσεις μυστηρίου σχετικά με την ταυτότητα του πατρός, γρήγορα γίνεται σαφές πως αυτό ουδόλως απασχολεί επί της ουσίας, καθώς η δημιουργός επιθυμεί να τονίσει περισσότερο τη δύσκολη θέση της γυναίκας στην πατριαρχική μαροκινή κοινωνία. Επιλέγει, όμως, έναν παράξενο τρόπο να περιγράψει το πλαίσιο αυτό, αφού δεν δίνει παρά ελάχιστο χώρο στους ανδρικούς χαρακτήρες της ταινίας της, με τον «ένοχο» πατέρα Ομάρ να εμφανίζεται εν πολλοίς ως άβουλο ον που άγεται και φέρεται από τις γυναίκες του περιβάλλοντός του. Δεν του δίνει περιθώρια ουσιαστικής αμφισβήτησης του τετελεσμένου γεγονότος με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπος, χάνοντας την ευκαιρία της σύγκρουσης των δύο φύλων και της εξερεύνησης της εκατέρωθεν δυναμικής τους, με φόντο την παράνοια (σύμφωνα με τα δυτικά ήθη τουλάχιστον) του μαροκινού νομικού συστήματος.

Αντιθέτως, έπειτα από τη σχετική «τακτοποίηση» του θέματος της εγκυμοσύνης, η Μπενμπαρέκ αναλώνει το στόρι της στις ενδοοικογενειακές συγκρούσεις που απορρέουν από το εκ διαμέτρου διαφορετικό κοινωνικό status της Σοφίας και της ξαδέλφης της Λενά, καθώς και την ένταση που προκύπτει ανάμεσα στη δεύτερη και την (παραδεχόμενη πως νυμφεύθηκε πλούσιο Γάλλο από οικονομικό και μόνο συμφέρον) μητέρα της. Η ταξική αντιπαράθεση, στην οποία βυθίζεται από ένα σημείο και μετά το φιλμ, υποβαθμίζει τον εύστοχο αρχικό προβληματισμό που χτίζεται στους ανήλιους διαδρόμους των νοσοκομείων και των αστυνομικών τμημάτων, με ένα α λα «Ένας Χωρισμός» (2011) ύφος, με την επικράτηση του ντόπιου κυνισμού έναντι του ξενόφερτου ιδεαλισμού να παρουσιάζεται ως η παραδοχή ενός καθόλα απαραίτητου συμβιβασμού.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Art-house θηλυκού προβληματισμού και έντιμων προθέσεων, που ενώ έχει την ενδιαφέρουσα αρχική ιδέα περί της ανύπαρκτης γυναικείας σεξουαλικής ελευθερίας σε χώρες όπως το Μαρόκο, την παραμερίζει ένεκα ενός ευρύτερου κοινωνικού προβληματισμού, ο οποίος υπολείπεται ενδιαφέροντος και ουσίας. Όχι κακό για ντεμπούτο, περισσότερο μισοάδειο από μισογεμάτο το ποτήρι του τελικού αποτελέσματος, όμως.


MORE REVIEWS

ΣΤΕΝΕΣ ΕΠΑΦΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ

Στα 1977, ένα βραδινό τηλεοπτικό talk show με θέμα τον εορτασμό του Halloween και καλεσμένους με ειδίκευση στο μεταφυσικό εξελίσσεται με τον εντελώς λάθος και εκτός προγραμματισμού τρόπο σε ζωντανή μετάδοση.

BACK TO BLACK

Η σύντομη πορεία της μουσικής καριέρας της Έιμι Γουάινχαουζ, παράλληλα με προσωπικές στιγμές που την οδήγησαν σε ένα τόσο απότομο και άδοξο τέλος.

GHOSTBUSTERS: Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δαιμονική οντότητα που (πίσω στα 1904) προσπάθησε να κατακτήσει τον κόσμο με στρατιά από φαντάσματα, τρεφόμενη με αρνητικά συναισθήματα ώστε να μειώσει τις θερμοκρασίες στο απόλυτο μηδέν, επιστρέφει στη Νέα Υόρκη του σήμερα για να… το προσπαθήσει ξανά! Who you gonna call?

ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΝΕΟΙ

Οι ελπίδες και τα όνειρα μιας χούφτας επίδοξων ηθοποιών του περίφημου Théâtre des Amandiers στο Παρίσι των μέσων της δεκαετίας του ‘80.

Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ

Αμερικανική οικογένεια μετακομίζει σε εξοχική αγγλική έπαυλη, δίχως να λογαριάζει τη φήμη πως το νέο τους σπίτι είναι… στοιχειωμένο εδώ και τρεις αιώνες. Και το φάντασμα του Σερ Σάιμον δεν πολυγουστάρει τους απρόσκλητους επισκέπτες!