FreeCinema

Follow us

ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΔΡΟΜΟΥΣ (2018)

(IN DEN GÄNGEN)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τόμας Στούμπερ
  • ΚΑΣΤ: Φραντς Ρογκόφσκι, Σάντρα Χούλερ, Πίτερ Κουρτ, Χένινγκ Πέκερ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 125'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: STRADA FILMS / SEVEN FILMS

Ένας λιγομίλητος, ντροπαλός νεαρός πιάνει δουλειά σε ένα τεράστιο supermarket, και η ρουτίνα αλλά και οι συνάδελφοι που γνωρίζει εκεί θα γίνουν πολύ πιο πολύτιμοι και απαραίτητοι στη ζωή του από ό,τι υπολόγιζε.

Ποιος θα περίμενε πως οι ομολογουμένως βαρετοί κι επαναλαμβανόμενοι (για εμάς τους απλούς καταναλωτές, τουλάχιστον) διάδρομοι ενός supermarket θα γίνονταν κάποτε το λυρικό σκηνικό μιας γοητευτικής, σπονδυλωτής ιστορίας με ήρωες τους εργαζόμενους, εκείνους που ζουν ένα μεγάλο μέρος της ζωής τους διασχίζοντάς τους επί ώρες, σιγουρεύοντας πως τα πάντα βρίσκονται στη θέση τους; Βασισμένη σε ένα διήγημα του Κλέμενς Μάγερ, η ταινία του Τόμας Στούμπερ αποτελεί μια απολαυστική έκπληξη, όχι μόνο για τη θεματική της επιλογή αλλά κυρίως για τον εκκεντρικά μινιμαλιστικό και απροσδόκητα λυρικό τρόπο που αφηγείται την ιστορία του νεαρού Κρίστιαν και των ανθρώπων τους οποίους γνωρίζει στη νέα του δουλειά.

Ξεκινώντας την ιστορία με έναν σχεδόν χιουμοριστικά αμήχανο τρόπο που θυμίζει νοερά Καουρισμάκι, ο Στούμπερ εισάγει τον κεντρικό του πρωταγωνιστή στον νέο του κόσμο, τους διαδρόμους ενός supermarket. Σχεδόν αμίλητος για τα πρώτα λεπτά της ταινίας (και σταθερά μονολεκτικός στο μεγαλύτερο μέρος της!), ο Κρίστιαν αποδέχεται και απορροφά κάθε καινούργια οδηγία που του δίνει ο υπεύθυνος του καταστήματος και σύντομα γνωρίζει τον άνθρωπο με τον οποίο θα συνεργάζεται, τον μεσόκοπο Μπρούνο, ο οποίος τον αποδέχεται, παρά τη δυσαρέσκειά του να έχει βοηθό, και γίνεται σχεδόν άμεσα πατρική φιγούρα για τον νεαρό. Λίγο αργότερα, ο νεοφερμένος θα ερωτευτεί με την πρώτη ματιά τη Μάριον, υπάλληλο σε διπλανό διάδρομο, μια ελαφρώς μεγαλύτερή του, παντρεμένη γυναίκα, που τον πειράζει φιλικά ενώ ταυτόχρονα φλερτάρει μαζί του με μια κρυπτική ευθραυστότητα, καθώς οι φήμες γύρω από τον γάμο της φτάνουν σαν μελαγχολικοί ψίθυροι στ’ αυτιά του ερωτευμένου (στον ρόλο της Μάριον η υπέροχη Σάντρα Χούλερ, η «κόρη» του ασυναγώνιστου «Toni Erdmann»).

Η ταινία αυτή παίρνει τον χρόνο της μέχρι να ολοκληρώσει την αφήγησή της και αποζητά την υπομονή και την προσοχή του κοινού, το οποίο ενδέχεται να βαρεθεί με τον σποραδικό, χαμηλότονο διάλογο και την εξίσου σποραδική, ουσιαστική δράση και δραματουργική εξέλιξη, ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή των γρήγορων ρυθμών, στην οποία η διάρκεια προσοχής και συγκέντρωσης σε ένα επίκεντρο είναι βραχεία και απαιτητική για συνεχή εξέλιξη. Εδώ ο Στούμπερ κυριολεκτικά χορογραφεί (συχνά υπό τους υπνωτιστικούς ήχους του «Μπλε Δούναβη» του Γιόχαν Στράους) την καθημερινότητα των ηρώων του, με τους ατέλειωτους διαδρόμους και τα ανυψωτικά μηχανήματα να αποτελούν το stage για το «μπαλέτο» κινήσεων, σύντομων ανταλλαγών βλεμμάτων, ανείπωτων συναισθημάτων και μυστικών ζωής. Οι τραυματικές εμπειρίες και οι σκοτεινές πτυχές του παρελθόντος των ηρώων σπάνια έρχονται στην επιφάνεια, παραμένοντας ψίθυροι ή εμπιστευτικές εξομολογήσεις, με μια στωικότητα που συντροφεύει μελαγχολικά τις υπέροχες μικρές στιγμές άκρατου ρομαντισμού που ξεπετάγονται αναπάντεχα διάσπαρτες στη λακωνική αφήγηση. Η φωτογραφία του Πίτερ Ματγιάσκο συνοδεύει αρμονικά, με αρκετές εμπνευσμένες στιγμές που προσδίδουν μια δόση μαγείας σε (κατά τα άλλα) «πεζά» σκηνικά όπως οι διάδρομοι και τα φτωχά εργατικά διαμερίσματα.

Το τελευταίο μέρος της ταινίας ενδέχεται να διχάσει, ανάλογα με τις προσδοκίες του κάθε θεατή. Όσοι πιστεύουν πως ο αρχικός μινιμαλισμός υπόσχεται κάποιο έντονα δραματικό κρεσέντο, θα απογοητευτούν. Ένα σχετικά σοκαριστικό γεγονός που συμβαίνει πηγάζει από τις προαναφερθείσες ανείπωτες προσωπικές ιστορίες. «Κανείς δεν ξέρει τίποτα», σχολιάζει θλιμμένα ένας χαρακτήρας μετά από αυτή τη μεγάλη ανατροπή και… η ζωή συνεχίζεται στωικά. Άλλοι θεατές ενδέχεται να βρουν στην κατάληξη μια συνετή (και ξανά ρομαντική) χαρμολύπη, μια συνεχή και συνήθως ανεπαίσθητη εναλλαγή καταστάσεων και συναισθημάτων, όπως δηλαδή συμβαίνει και εκτός της κινηματογραφικής αίθουσας ή των διαδρόμων αυτής της συνολικά προσεγμένης γερμανικής παραγωγής, που παρά την παρατραβηγμένη και αδικαιολόγητη διάρκειά της, καταφέρνει να σαγηνεύει και να συγκινεί με την ικανότητά της να εξυμνεί (σχεδόν σιωπηρά) την ενσυναίσθηση και την ανθρωπιά που βρίσκεται μέσα σε όλους μας.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Οι αργόσυρτοι ρυθμοί, οι λιγοστές σεναριακές εξελίξεις και ο λακωνικός διάλογος σε μια ταινία που έπρεπε να έχει μεγαλύτερη χρονική οικονομία από τις υπερβολικές δύο ώρες της, την κάνουν πιο «απαιτητική» και ίσως δύσκολη επιλογή, ωστόσο η μεγαλύτερη ανταμοιβή είναι το ειλικρινές συναισθηματικό της βάθος μέσα από μια ιστορία αγάπης, όχι (μόνο) σε επίπεδα ρομάντζου αλλά (πιο γενικά) και ουμανισμού.


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.