FreeCinema

Follow us

ΤΙ ΘΑ ΠΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ (2018)

(HVA VIL FOLK SI)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ιράμ Χακ
  • ΚΑΣΤ: Μαρία Μόζντα, Αντίλ Χουσέιν, Εκαβάλι Χανά
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 106'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Μετά από ένα ατυχές περιστατικό που θα διαταράξει τις οικογενειακές ισορροπίες, η 16χρονη Νίσα θα βρεθεί ξαφνικά αντιμέτωπη με δύο εκ διαμέτρου αντίθετες «ζωές»: αυτήν της καθημερινότητάς της ως φυσιολογική έφηβη στη Νορβηγία και αυτήν των παραδοσιακών ηθών και εθίμων των πακιστανικής καταγωγής γονιών της.

Δεύτερη μεγάλου μήκους για τη μεγαλωμένη στη Νορβηγία Πακιστανή δημιουργό Ιράμ Χακ, που μετά το προ πενταετίας σκηνοθετικό της ντεμπούτο με το «Jeg er Din» επανέρχεται με τους φυλετικά προσανατολισμένους κοινωνικούς της προβληματισμούς με το «Τι Θα Πει ο Κόσμος», ένα δυνατό δράμα χαρακτήρων που αφηγηματικά έχει τις – σοκαριστικές – στιγμές του, δίχως όμως να παραμένει και απόλυτα πιστό σε μια σκηνοθετική γραμμή μέχρι τέλους.

Το φιλμ τής Χακ θέτει ουσιαστικά επί τάπητος το ζήτημα της αντιμετώπισης της γυναίκας στη Δύση και την Ανατολή (εδώ στη Νορβηγία και το Πακιστάν), με το ενδιαφέρον να έγκειται στο γεγονός πως η νεαρή πρωταγωνίστρια βρίσκεται διχασμένη μεταξύ δύο διαφορετικών χωρών και πολιτισμών εξαιτίας της ίδιας της καταγωγής της, που τη θέλει να μεγαλώνει εντός του σπιτιού με αξίες πακιστανικές και εκτός αυτού ως ένα ανέμελο κορίτσι του «cool» Δυτικού Κόσμου, τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που τα δύο αυτά σύμπαντα θα συγκρουστούν οριστικά και αμετάκλητα.

Η Νίσα (Μόζντα) είναι μια έφηβη που δεν διαφέρει σε τίποτα από τους συνομήλικούς της: πηγαίνει σχολείο, περνά τον ελεύθερο χρόνο της με την παρέα της άλλοτε παίζοντας basket, άλλοτε κάνοντας στα μουλωχτά κάνα στριφτό κι άλλοτε χορεύοντας και φλερτάροντας στα σχολικά parties. Ένα βράδυ θα πάρει ένα μεγάλο ρίσκο και θα καλέσει το αγόρι της στο δωμάτιο του σπιτιού της. Τα πράγματα θα εξελιχθούν με τον χειρότερο δυνατό τρόπο όταν ο πατέρας της τους πάρει χαμπάρι και, αφού ξυλοφορτώσει και τους δύο, αποφασίσει να στείλει την κόρη του στην αδελφή του στο Ισλαμαμπάντ, προς γνώση και συμμόρφωση της μικρής. Εκεί η Νίσα θα έρθει αντιμέτωπη με την απότομη συνειδητοποίηση της καινούργιας πραγματικότητας που τη θέλει ντυμένη με μαντίλα να υπακούει χωρίς αντιρρήσεις στις εντολές των εξίσου σκληρών θείων της. Σταδιακά, και ενώ ο καιρός περνά, η ίδια θα συμβιβαστεί με την κατάσταση σε μια απέλπιδα προσπάθεια να γνωρίσει τουλάχιστον από κοντά την παράδοση των δικών της – όταν η «καταστροφή» θα χτυπήσει και πάλι την πόρτα.

Η διάθεση της Χακ δεν είναι κριτική από την αρχή της ταινίας, με το μοντάζ να αντιπαραβάλλει μόνο σε πρώτη φάση τις δύο ζωές που εξαναγκάζεται να βιώνει η ηρωίδα εξαιτίας του πιεστικού οικογενειακού της περιβάλλοντος, δίχως όμως η δημιουργός να καθιστά αυτή την παραδοσιακή οικογένεια δακτυλοδεικτούμενη ή γραφική καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Η εικόνα αυτή θα αλλάξει με την έλευση της ενδοοικογενειακής βίας από την πλευρά του πατέρα, που λειτουργεί ως αφορμή για το επακόλουθο χάος, και τη Χακ να καθιστά συνειδητά το συμβάν θλιβερά συνηθισμένο και τραγικά γνώριμο, λες και παρακολουθεί κανείς ένα ακόμη μεμονωμένο περιστατικό κακοποίησης γυναίκας (ένα από τα εκατοντάδες καθημερινά…) σε κάποιο τυχαίο δελτίο ειδήσεων. Ουσιαστικά πρόκειται για μια αναπαράσταση της υπαρκτής κατάστασης και των διαφορών μεταξύ Δύσης και Ανατολής, χωρίς καμία διάθεση από την πλευρά της να «χρυσώσει το χάπι»: τα πράγματα έχουν όπως έχουν, τέλος. Αυτή η συχνή αποδέσμευση και αποστασιοποίηση από το βαρύ συναισθηματικό φορτίο που κουβαλά η νεαρή πρωταγωνίστρια αποτελεί και τη δύναμη της ταινίας, η οποία σεναριακά μπορεί να μην πρωτοτυπεί, εντούτοις καταφέρνει μέσα από την εναλλαγή σκηνών που ενοχλούν και σοκάρουν (υπάρχει μια συγκεκριμένη και ιδιαιτέρως σκληρή σεκάνς, με εμπλοκή της τοπικής αστυνομικής Αρχής) να καταστήσει σαφή τον φαύλο κοινωνικό κύκλο μέσα στον οποίο έχει καταλήξει παγιδευμένος ο χαρακτήρας της Νίσα.

Επειδή, όμως, η ενόχληση και το σοκ αποτελούν ενίοτε έννοιες υποκειμενικές, το ενδιαφέρον έγκειται στο πόσο διαφορετικά πρόκειται να αντιληφθούν τούτη την ιστορία τα εξίσου διαφορετικά κοινά που πρόκειται να παρακολουθήσουν το φιλμ της Χακ. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το «Τι θα Πει ο Κόσμος» είναι μια ταινία που φιλτράρει την τρέχουσα κοινωνική κατάσταση Δύσης / Ανατολής μέσα από τα μάτια μιας έφηβης η οποία αποτελεί την επιτομή της σύγκλισης των δύο αυτών πολιτισμών, γεγονός που δημιουργεί μια ενδιαφέρουσα συνθήκη μόνιμης αυτο-εμπλοκής της ίδιας της πρωταγωνίστριας να απολέσει μια εκ των ταυτοτήτων της, προκειμένου να υιοθετήσει εκείνην που θα επιλέξει. Αυτή η διαρκής εθιμική «παγίδευση» της Νίσα, σε ένα ατέρμονο γαϊτανάκι ηθικών ευθυνών, φόβου και μιας οικογενειακής εμμονής για έναν καθωσπρεπισμό του φαίνεσθαι, αποτελεί την κινητήρια δύναμη του φιλμ που σε γενικές γραμμές άπαξ και καταστήσει την αφηγηματική του γραμμή σαφή, κάπου βολεύεται υπερβολικά λόγω του δεδομένα σχηματικού συμπεριφορικού μοτίβου των χαρακτήρων, με αποτέλεσμα η ταινία να ολοκληρώνεται με προσδοκίες προσγειωμένες κι ένα φινάλε αναμενόμενα κλισέ.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Βαρύγδουπο δράμα κοινωνικών και φυλετικών προεκτάσεων, το «Τι θα Πει ο Κόσμος» είναι ένα φιλμ φεστιβαλικών προδιαγραφών που το έχεις ξαναδεί ουκ ολίγες φορές. Τσέκαρέ το αν αρέσκεσαι σε αυτού του είδους το σινεμά, αλλά και για την εξαιρετική ερμηνεία της ταλαντούχας Μαρία Μόζντα, εδώ στην πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση. Μη φανταστείς ότι ο κόσμος θα πει και πολλά, ένα κάποιο σούσουρο όμως μπορεί να το προκαλέσει.


MORE REVIEWS

ΣΤΕΝΕΣ ΕΠΑΦΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ

Στα 1977, ένα βραδινό τηλεοπτικό talk show με θέμα τον εορτασμό του Halloween και καλεσμένους με ειδίκευση στο μεταφυσικό εξελίσσεται με τον εντελώς λάθος και εκτός προγραμματισμού τρόπο σε ζωντανή μετάδοση.

BACK TO BLACK

Η σύντομη πορεία της μουσικής καριέρας της Έιμι Γουάινχαουζ, παράλληλα με προσωπικές στιγμές που την οδήγησαν σε ένα τόσο απότομο και άδοξο τέλος.

GHOSTBUSTERS: Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δαιμονική οντότητα που (πίσω στα 1904) προσπάθησε να κατακτήσει τον κόσμο με στρατιά από φαντάσματα, τρεφόμενη με αρνητικά συναισθήματα ώστε να μειώσει τις θερμοκρασίες στο απόλυτο μηδέν, επιστρέφει στη Νέα Υόρκη του σήμερα για να… το προσπαθήσει ξανά! Who you gonna call?

ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΝΕΟΙ

Οι ελπίδες και τα όνειρα μιας χούφτας επίδοξων ηθοποιών του περίφημου Théâtre des Amandiers στο Παρίσι των μέσων της δεκαετίας του ‘80.

Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ

Αμερικανική οικογένεια μετακομίζει σε εξοχική αγγλική έπαυλη, δίχως να λογαριάζει τη φήμη πως το νέο τους σπίτι είναι… στοιχειωμένο εδώ και τρεις αιώνες. Και το φάντασμα του Σερ Σάιμον δεν πολυγουστάρει τους απρόσκλητους επισκέπτες!