ΡΙΨΟΚΙΝΔΥΝΟΙ ΑΝΔΡΕΣ (2017)
(ONLY THE BRAVE)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Περιπέτεια
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζόζεφ Κοσίνσκι
- ΚΑΣΤ: Τζος Μπρόλιν, Μάιλς Τέλερ, Τζεφ Μπρίτζες, Τζέιμς Μπατζ Ντέιλ, Τζένιφερ Κόνελι, Τέιλορ Κιτς, Άντι ΜακΝτάουελ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 133'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Η βασισμένη σε αληθινά γεγονότα ιστορία ομάδας θαρραλέων πυροσβεστών, η οποία θα δώσει έναν υπέρ πάντων αγώνα προκειμένου να σώσει μια μικρή πόλη στην Πολιτεία της Αριζόνας από ανεξέλεγκτη πυρκαγιά που κατακαίει την περιοχή.
Στο πρόσφατο κείμενό μας για τη «Μέρα των Ηρώων» του Πίτερ Μπεργκ, σχολιάζοντας τη σχεδόν εργολαβική ενασχόληση του σκηνοθέτη με θέματα που άπτονται του αμερικανικού πατριωτισμού (γενικά) και των σωμάτων ασφάλειας (ειδικότερα), αναρωτηθήκαμε αστειευόμενοι εάν μετά τον στρατό και την αστυνομία θα ακολουθούσε η πυροσβεστική στην θεματολογία των ταινιών του. Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τότε (ίσως ούτε κι εκείνος) πως θα του έπαιρνε την μπουκιά μέσα από το στόμα ο Τζόζεφ Κοσίνσκι, ο οποίος μετά τα πολύ καλά δείγματα γραφής που παρουσίασε στο είδος της επιστημονικής φαντασίας («TRON: Legacy» και «Oblivion»), αποφάσισε να κάνει αλλαγή πορείας 180 μοιρών, παραδίδοντας ένα φιλμ που μοιάζει να αποτίνει φόρο τιμής όχι μόνο στους ριψοκίνδυνους άνδρες του τίτλου αλλά και… στον Πίτερ Μπεργκ τον ίδιο!
Ο Κοσίνσκι αντιμετωπίζει τους πυροσβέστες της πόλης του Πρέσκοτ σαν πεζοναύτες, αφού η εκπαίδευσή τους δεν έχει πολλά να ζηλέψει από αυτήν της αφρόκρεμας του αμερικανικού στρατού. Πιάνει την ιστορία τους ένα καλοκαίρι, πριν τις μεγάλες πυρκαγιές που δοκίμασαν τις αντοχές τους, όταν υπό την καθοδήγηση του αρχηγού τους Έρικ Μαρς (ρόλο που υποδύεται ο Τζος Μπρόλιν) δίνουν συνεχείς εξετάσεις στα διάφορα μέτωπα ώστε να πάρουν την πολυπόθητη «προαγωγή» σε μάχιμους πυροσβέστες πρώτου βαθμού, καθώς έως τότε η υποστήριξή τους στο πεδίο της πύρινης μάχης έχει βοηθητικό χαρακτήρα και μόνον. Ταυτόχρονα, επικεντρώνει στον Μπρένταν ΜακΝτόνα (Μάιλς Τέλερ), έναν τύπο που αντιλαμβάνεται πως έχει πιάσει πάτο ένεκα χρήσης ναρκωτικών, οπότε της επερχόμενης (αθέλητης) πατρότητας συνεπικουρούσης, αποφασίζει να πάρει τη ζωή του αλλιώς, κατατασσόμενος στο πυροσβεστικό σώμα.
Σε αντίθεση με τον… πρώτο διδάξαντα Μπεργκ, ο Κοσίνσκι το παλεύει σε ό,τι έχει να κάνει με τους βασικούς του ήρωες, προσπαθώντας (χωρίς κάποια καταπληκτικά αποτελέσματα) να μη μείνει στην επίπεδη ανάγνωσή τους. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στον γάμο του ο στιβαρός ηγέτης Μαρς, καθώς και η σταδιακή εξέλιξη του νεοσύλλεκτου Μπρένταν, από «τελειωμένος» χασικλής και αντικείμενο χλευασμού των υπολοίπων πυροσβεστών σε άξιο μέλος της ομάδας, κρύβουν ειλικρινή αισθήματα παρ’ όλη την αφόρητα κλισεδιάρικη παρουσίαση του περιγύρου τους, που εξαντλείται στο τυπικό τρίπτυχο πατρίς-θρησκεία-οικογένεια και τα καθιερωμένα BBQ σύσφιγξης σχέσεων. Όλα αυτά, όμως, έχουν σαν αποτέλεσμα η ταινία να κινείται σε πολύ αργούς ρυθμούς, φλερτάροντας έντονα με ένα οικογενειακού δράματος φιλμ παρά με μια πύρινη περιπέτεια δράσης στο στυλ του «Backdraft» (1991), όπως ίσως φαντάζεται κάποιος λόγω καστ και παραπλήσιας θεματολογίας. Η action πλευρά της υπόθεσης κάνει την εμφάνισή της στο τελευταίο τέταρτο ουσιαστικά, κλιμακώνοντας μεν σε ένα άκρως συγκινητικό φινάλε, έχοντας όμως κουράσει υπερβολικά μέχρι να φτάσει εκεί (ρίξτε και μια ματιά στη διάρκεια), αφού φέρνει συχνά-πυκνά στροφές γύρω από τον εαυτό της, με την αληθινή αίσθηση του κινδύνου (με τον οποίο πρέπει να παλέψουν οι άνδρες του πυροσβεστικού σώματος) να εκλείπει χαρακτηριστικά στο συντριπτικό της κομμάτι.