FreeCinema

Follow us

ARES: ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ (2016)

(ARES)

  • ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Επιστημονικής Φαντασίας
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ζαν-Πατρίκ Μπεν
  • ΚΑΣΤ: Όλα Ραπάς, Μισά Λεσκό, Τιερί Ανσίς, Ρουθ Βέγκα Φερνάντεθ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 80'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Παρίσι, 2035. Ο πληθυσμός βρίσκεται στα όρια της εξαθλίωσης. Πολυεθνικοί κολοσσοί λανσάρουν αγώνες πολεμικών τεχνών, όπου το ντοπάρισμα είναι απολύτως νόμιμο. Βετεράνος πυγμάχος θα αναγκαστεί να επιστρέψει στο ring, προκειμένου να σώσει την αδελφή του και την κόρη της. Αυτό, όμως, δεν θα είναι και τόσο εύκολο…

Το γνωστό τοις πάσι τρίπτυχο, με το οποίο έχουν γαλουχηθεί γενιές και γενιές Γάλλων, το λέει καθαρά: Liberté, égalité, fraternité. Σωστό μεν, πλην όμως, σε κάτι λιγότερο από είκοσι χρονάκια, αυτά θα είναι… passé, ισχυρίζεται ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Ζαν-Πατρίκ Μπεν, παρουσιάζοντας ένα δυστοπικό όσο δεν πάει αύριο, όπου όλες οι αξίες έχουν καταρρεύσει, με το χρήμα να είναι ο απόλυτος κινητήριος μοχλός των πάντων (με αυτό το τελευταίο, βέβαια, να μην απέχει καθόλου από ό,τι συμβαίνει… ήδη).

H Πόλη του Φωτός, του πολύ κοντινού μας μέλλοντος, μόνο τέτοια δεν είναι, καθώς έχει βυθιστεί σε μια απέραντη μουντάδα, όμοια με αυτήν των «Παιδιών των Ανθρώπων» (2006), με εκατομμύρια άνεργους να την έχουν κατακλύσει, σε μια α λα «Soylent Green» (1977) προσέγγιση του ζητήματος της αστικοποίησης και του υπερπληθυσμού. Οι πολυεθνικές εταιρείες, που έχουν αναλάβει να κάνουν κουμάντο στον ευρισκόμενο στα πρόθυρα εξέγερσης εξαιτίας τής ανέχειας λαό, ακολουθούν τον από αρχαιοτάτων χρόνων αλάνθαστο κανόνα, να κρατούν τα πλήθη σε μόνιμη καταστολή μέσω της αποχαύνωσης. Του προσφέρουν αφειδώς άρτον και θεάματα, λανσάροντας σκληρούς αγώνες ξύλου, στους οποίους όχι μόνο όλα επιτρέπονται εντός του ring (θανατηφόρων χτυπημάτων συμπεριλαμβανομένων), αλλά ακόμη και το ντοπάρισμα δεν αποτελεί πλέον κάποιου είδους taboo (κατά μία άποψη, ούτε αυτό απέχει και τόσο από ό,τι συμβαίνει σήμερα στον χώρο του επαγγελματικού αθλητισμού…). Ο Αρές του τίτλου επιλέγεται ως ο πιο κατάλληλος για να δοκιμάσει τη νέα super ουσία φαρμακευτικού γίγαντα, καθώς είναι ο μόνος που ταιριάζει στο μοντέλο. Αυτός δέχεται να γίνει ουσιαστικά πειραματόζωο, επιστρέφοντας πίσω σε αυτό που είχε παρατήσει, γιατί δεν έχει άλλη επιλογή. Η οικογένειά του χρειάζεται βοήθεια, οπότε μπροστά σε τέτοιες αποφάσεις ακόμα και οι πιο σκληροί δεν γίνεται να γυρίζουν αλλού το βλέμμα, παρά να το καρφώνουν στο «κλουβί»: εκεί όπου το μπουνίδι πέφτει άφθονο, γεμίζοντας τις τσέπες του ζητωκραυγάζοντος πλήθους.

Δεν λείπουν οι ιδέες (έστω και δανεικές) από το φιλμ του Γάλλου σκηνοθέτη. Έχει μελετήσει άψογα τους σκηνικούς χώρους του «Blade Runner» (1982), καθώς και τις νυχτερινές του λήψεις, συνδυάζοντας την εντελώς γκρίζα προοπτική του μέλλοντος που οραματίζεται με ένα αθλητικό δράμα, το οποίο θυμίζει μεν το «Rollerball» (1975), προσαρμοσμένο δε σε κάτι που μοιάζει περισσότερο με το «Bloodsport» (1988), όπου ο Ζαν-Κλοντ Βαν Νταμ έκανε αυτό ακριβώς που περιγράφει ο τίτλος… «Μέχρι Τελικής Πτώσης» (όπως έλεγε και ο ελληνικός του) και ταιριάζει γάντι με τα όσα συμβαίνουν κι εδώ.

Το πρόβλημα είναι πως το σενάριο του «Ares» είναι εντελώς μονοδιάστατο, αδυνατώντας να προσφέρει κάτι περισσότερο εκ των βασικών. Οι «κακές» εταιρείες, εκπρόσωποι του ασύδοτου καπιταλισμού, επιβουλεύονται τον φτωχό κόσμο, αναγκάζοντάς τον να τους πουλήσει ακόμα και το ίδιο του το σώμα, με τον αντίθετο πόλο να είναι ένας παραιτημένος από οποιαδήποτε διάθεση αντίστασης, φτωχός πρώην πυγμάχος, για τον οποίο όμως μια σπίθα αρκεί για να του (ξανα)ανάψει τη φλόγα στα μάτια. Οι σκηνές τού ξύλου, που λαμβάνουν χώρα σε σκοτεινά υπόγεια και ουχί σε τίποτε φαντασμαγορικές αρένες, είναι ιδιαιτέρως καλογυρισμένες, αν και σύντομες (ίσως λογικό, αν σκεφτείς πως η συνολική διάρκεια του φιλμ φτάνει τα 80 λεπτά μόλις). Τα ονόματα των αντιπάλων πυγμάχων είναι όσο γραφικά χρειάζεται (από Μάζα μέχρι… Ντράγκο), το δυστοπικό, μεταλλαγμένο σε Πόλη του Σκότους Παρίσι, γεμάτο γιγαντοοθόνες για να κατευνάζεται μέσω της εικόνας η οργή του κόσμου, πλήττεται όμως από το εμφανώς περιορισμένο budget της παραγωγής. Ναι, υπάρχει ένα φιλότιμο στις προθέσεις του «Ares», αλλά αυτές δεν ξεπερνούν ποτέ τον χαρακτηρισμό ενός μετριοπαθούς Β-movie στην τελική.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Συνδυασμός σκοτεινής φαντασίας και άγριου ξύλου, απευθυνόμενος εκ πρώτης όψεως αποκλειστικά στην multiplex-άδικη πιτσιρικαρία. Υπάρχει, όμως, αρκετή τροφή για σκέψη και για το κοινό ενός πιο «ποιοτικού» κινηματογράφου, μιας και το κοινωνικό υπόβαθρο του φιλμ (δυστυχώς) δεν είναι και τόσο ξένο στο σύγχρονο παρόν. Όχι αυτό που αποκαλούμε «σκουπίδι», εκ του αποτελέσματος, όχι όμως και το αξέχαστο sci-fi που θα μνημονεύεται… έως το 2035.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.