ΤΟ ΣΩΜΑ (2012)
(EL CUERPO)
- ΕΙΔΟΣ: Θρίλερ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Οριόλ Πάουλο
- ΚΑΣΤ: Χοσέ Κορονάδο, Μπελέν Ρουέδα, Ούγκο Σίλβα, Άουρα Γκαρίδο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 108'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Όταν το πτώμα μιας πρώην ισχυρής γυναίκας εξαφανίζεται από το νεκροτομείο υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, οι υποψίες πέφτουν στον μυστηριώδη σύζυγό της, ο οποίος αναμενόμενα δείχνει να κρύβει περισσότερα από όσα ομολογεί. Τι συνέβη όμως πραγματικά τη μοιραία νύχτα, πού βρίσκεται το πτώμα και, το κυριότερο, ποιος κατέχει πραγματικά το κλειδί για τη λύση του μυστηρίου;
«Το Σώμα» φαίνεται να πειραματίζεται με την ταυτότητά του πριν καταλήξει στο τι ακριβώς είναι. Είναι υπερφυσικό φιλμ τρόμου, όπου ένα φάντασμα αποζητά την εκδίκηση μετά θάνατον; Είναι μια χιτσκοκική άσκηση όπου ο αναξιόπιστος αφηγητής αποκρύπτει μια ανείπωτη μαρτυρία; Είναι μια νουάρ μεταφορά του πνεύματος του Έντγκαρ Άλαν Πόου όπου ο μακάβριος ρομαντισμός δεν δείχνει να αποτρέπεται από τον θάνατο, ή μήπως είναι ένα αστυνομικό θρίλερ, όπου όλα μπορούν να (και θα) βρουν μια λογική εξήγηση;
Η απάντηση δίνεται μόνο στο τέλος (και ίσως μπορεί να θεωρηθεί και «κλεψιά»), όμως μέχρι τότε «Το Σώμα» κάνει φιλότιμες προσπάθειες για να μη μειώσει ούτε στιγμή την ταχύτητά του ή να σταματήσει τις ανατροπές, με αποτέλεσμα να δημιουργεί μια μόνιμα ρευστή ατμόσφαιρα που δεν πρόκειται να φέρει βαρεμάρα στον ανυπόμονο θεατή. Το σκηνικό τού νεκροτομείου, η απειλή ενός φαντάσματος, η φροντισμένη σκοτεινή ατμόσφαιρα αλλά και οι φωτογενείς ηθοποιοί δημιουργούν ένα εύπεπτο θέαμα, το οποίο ειδικά λόγω της χρήσης καθολικά αποδεκτών κανόνων του είδους (η στρατηγική χρήση κεραυνών και ξαφνικών φωτισμών του χώρου, η χρήση της ιδέας τού θανάτου ως μόνιμης υπερφυσικής απειλής, το βολικό timing των αποκαλύψεων που προχωρούν την ιστορία στο επόμενο στάδιο κ.ο.κ.) καταφέρνει να βρει εύκολα το κοινό του. Επιπλέον, το γεγονός ότι διαδραματίζεται ουσιαστικά σε έναν χώρο και κατά τη διάρκεια μίας μόνο νύχτας (αν και τα flashback προσπαθούν να δώσουν υπόβαθρο στο παρελθόν της ιστορίας, θυμίζοντας περισσότερο σαπουνόπερα παρά αγωνιώδες θρίλερ) βοηθά στο σταδιακό χτίσιμο της έντασης και τη δημιουργία αισθήματος εγκλεισμού.
Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι «Το Σώμα» μάλλον στοχεύει περισσότερο στο κοινό που έχει συνηθίσει τους ρυθμούς της σύγχρονης τηλεόρασης παρά σ’ εκείνο που γνώρισε παλαιότερα τις περισσότερο βραδυφλεγείς ταινίες του είδους. Γι’ αυτό και προδίδεται από μια συνεχή αγωνία να εξηγεί τα πάντα, να υπεραναλύει τη σκέψη ή τα κίνητρα των ηρώων του και να επαναλαμβάνει τα κρίσιμα στοιχεία που ίσως βοηθήσουν στη λύση ή… τον αποπροσανατολισμό της υπόθεσης. Γι’ αυτό και οι ήρωές του δεν είναι ποτέ κάτι παραπάνω από αυτό που ορίζει το αρχέτυπό τους (ο αστυνομικός με το τραγικό παρελθόν, η παγερή femme fatale, ο ύποπτος σύζυγος) μέχρι την αναγκαία ανατροπή του φινάλε, η οποία για να γίνει απρόβλεπτη θυσιάζει την αληθοφάνειά της (αν και όσοι αγαπούν τα μυστήρια της Άγκαθα Κρίστι ίσως έχουν οσμιστεί μέχρι το τέλος την πραγματική λύση του μυστηρίου). Γι’ αυτό και στην ανάγκη του να μην αφήσει ούτε λεπτό να πάει χαμένο, φαίνεται να χάνει ουσιαστική την αίσθηση του μέτρου και να παραδίδεται άνευ όρων στη συρραφή κλισέ από όλες τις αγαπημένες του αναφορές. Το αποτέλεσμα δεν είναι κακό. Απλά, στην πραγματικότητα, το φιλμ είναι περισσότερο ανέμπνευστο από όσο αρχικά συστήνεται. (Επίσης, είναι του… 2012! Το γιατί άργησε τόσο πολύ να φτάσει στα ελληνικά σινεμά είναι το μεγαλύτερο μυστήριο της υπόθεσης.)