FreeCinema

Follow us

ΣΤΑ ΚΑΛΑ ΚΑΘΟΥΜΕΝΑ (2014)

  • ΕΙΔΟΣ: Κωμωδία
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νίκος Ζαπατίνας
  • ΚΑΣΤ: Ζέτα Μακρυπούλια, Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, Άννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους, Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, Τζόυς Ευείδη, Τάσος Παλαντζίδης, Θωμαΐς Ανδρούτσου, Νέστορας Κοψιδάς
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 92'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ROSEBUD.21

Γκόμενα πεταμένη από στροφή με αγροτικό στο… σαλόνι σιριαλόπληκτου άεργου γεωπόνου στην Αθήνα τον πείθει να την ακολουθήσει Αμαλιάδα και πέριξ (όπου πρέπει να παραδώσει πιάνο σύμφωνα με διαθήκη θείου της), κι επ’ ευκαιρία να δει τη δικιά του. Ενώ εν αγνοία τους στο όργανο κρύβεται θησαυρός, στην πορεία παίρνουν με οτοστόπ «μοναχή» (που το παίζει απαχθείσα σε άπιστο άνδρα), δύο μεγαλοκοπέλες στο τσακ βρίσκουν στο λεβέντη το χαμένο αδελφάκι τους (όρο για τη διατήρηση μεγα-κληρονομιάς) που το κερατώνει η δικιά του, και τους σκάει το κακό ή καλό συναπάντημα. Keep walking…

Υπάρχει ένα ελαφρυντικό στην… τελευταία ταινία τού κάποτε υποσχόμενου («Ένας & Ένας») Νίκου Ζαπατίνα: ο άνθρωπος διαπίστωσε ότι στα πρόσφατα δείγματα υποστάθμης που υπέγραψε («Μια Φορά και Ένα… Μωρό», «Το Φιλί της Ζωής»), το γέλιο ήταν είδος εν ανεπαρκεία κι επιχειρεί να διορθώσει το πρόβλημα. Η στραβή: εδώ στο αποσπά και στο προσφέρει συχνότερα αλλά με τον πιο παλιακό κι εύκολο τρόπο, το slapstick – που, προβληματικά, φλερτάρει το screwball. Και, εκτός αυτού, σε πείσμα ενός σακ βουαγιάζ που σκάει σε κεφάλι, ενός πιτόγυρου που φεύγει από χέρι και των χαστουκιών που δέχεται εμβρόντητα αναρωτώμενος για ποιο λόγο ένας τεχνικός τηλεοράσεων (το γκαγκ σήμα κατατεθέν), έπονται όλα τα υπόλοιπα κουσούρια τής από κάθε άποψη πιο αρπακολατζίδικης «κατάθεσης» (εννόησες) του δημιουργού, στην οποία βάζει ξεδιάντροπα τη σφραγίδα της ως συμπαραγωγός, κατόπιν πολλών χρόνων, η ιστορική εταιρεία Καραγιάννης – Καρατζόπουλος.

Πρόκειται για μία τραγελαφική αιγίδα στις εμπνεύσεις (#not) που εδράζονται στον Παλιό Ελληνικό Κινηματογράφο και οι οποίες μαζί με την… τράπεζα θεμάτων απ’ το 00’s εκράν τα κάνουν χωριάτικη σαλάτα σ’ αυτή την περιπέτεια ευτραπέλων δρόμου «παιδί, βάλε και λίγο ρομάντζο» με: αντί Αλίκης Βουγιουκλάκη το Ζετάκι (δεν είναι ερμηνεύτρια, είναι μη τύπος και – δυστυχώς – μανιέρα), αντί feel-good δραματουργίας βολτίτσες / σινεμαδάκι / μπανάκι στη Δυτική Πελοπόννησο, αντί μετά κοινής λογικής διανομής εμβόλιμων guest γνωρισμάτων σουξέ μικρής οθόνης ή θεάτρου (ο Γιάννης Ζουγανέλης σε ιατρικό επάγγελμα κι η Ναταλία Δραγούμη chef ομελέτας), κι αντί πρωτότυπων ιδεών ένα μεταξύ «Αγάπησα Μία Πολυθρόνα» και «Ο Θησαυρός του Μακαρίτη» MacGuffin τιμαλφών, μία μεταξύ «Τα Δίδυμα» (το χαϊδευτικό «Μπούλης») και «Βασιλιάς της Γκάφας» (η αναγνωριστική ελιά) του Βέγγου ίντριγκα εύρεσης πλούσιων family ριζών, ενώ κάνουν όργια οι ανακυκλούμενοι κοινοί τόποι της κλεφταράδικης ή «γραφικής» εκκλησίας («Ακάλυπτος»«Με Χωρίς Γυναίκες»), της ψευδοαπαγωγής κι απαίτησης λύτρων («180 Μοίρες»«Όλα θα Πάνε Καλά»), της βλακωδώς τυπολατρικής και νταηλίδικης επαρχιακής ΕΛ. ΑΣ. («Στάκαμαν»«ΝήSOS»).

Η σεναριακή γύρα θα μπορούσε να είναι συγχωρητέα αν δεν ήταν ευκαταφρόνητη ως προχειροδουλειά, κυρίως στις ωχαδερφιστικά ανεξήγητες παραμέτρους στόρι (το αγροτικό που γκρεμίζει τοίχο αλλά δεν παθαίνει Χριστό και πάει ταξίδι με μικρογρατζουνιές, η μακιγιαρισμένη καλογριά με οτοστόπ απ’ την Ελβετία άνευ μπαγκαζίων, η πλήρης αδιαφορία για τους ανάδοχους οικείους τού παλικαριού), στα υπόβαθρα κομβοχαρακτήρων στο πόδι, στο ανεδαφικών τέρμινων ειδύλλιο άνετου μανουλίου με άτολμο χαζούλη, στο απρόσφορο σαπουνοπερών χούι του, στο – θα ’θελε συμβολισμού άνδρωσης – sketch τού γης μαδιάμ πλατό παραλίας, στην gay Αποκάλυψη μάστορα και δε συμμαζεύεται (κυριολεκτικά).

Είναι κι επαγγελματικά σκιτζίδικο όμως, πανάθεμά το, το όλο σούργελο, με απαράδεκτες μονταζιές ανάγκης και post που επιχειρεί να μπαλώσει χωροχρονικά προχειροστημένα εξωτερικά και τεχνικό (αλλά όχι καλλιτεχνικό) συνεργείο σφιχτού όρντινου και ήσσονος προσπάθειας. Η εκφραστικότητα κάποιων καρατεριστών (κυρίως του Παπασπηλιόπουλου) εξιμπισιονίζει φιλότιμα ζωηρά, ατάκες ξεπηδάνε σποραδικά και το πολύ inside joke του «Άσε κάτω την κουβέρτα» επεισοδίου εκτιμάται, απ’ το στενό σινάφι αν μη τι άλλο. Αλλά το αγοραίο αστεϊστικό escapism στις ομορφιές της ψυχής και της ενδοχώρας (λέει) των καθημαγμένων Ελλήνων δε σε οδηγεί «Στα Καλά Καθούμενα» σε Έβδομη Τέχνη. Κάτσε καλά. Εμείς οι βλάχοι όπως λάχει;

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Σκληρέ κουλτουριάρη, ούτε να το σκέφτεσαι. Διαθέτοντα γούστο και κριτήριο, σε περιμένουν αχαροσύνες, ευκολίες, σαχλαμάρα. Αν ανήκεις στο fan club της «Αμαλλλλλίας» ή έλκεις καταγωγή από την Ηλεία (όχι Πυργιώτης), κάνε χαρούλες. Δεν μπορείς χωρίς made in Greece χαζοκούτι και ξεκούνησες για το πολυσινεμά; Εσύ τους ταΐζεις.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.