FreeCinema

Follow us

ΕΛΑΤΕ ΝΑ ΠΑΡΕΤΕ ΤΟΝ ΚΑΦΕ Σ’ ΕΜΑΣ (1970)

(VENGA A PRENDERE IL CAFFÈ... DA NOI)

  • ΕΙΔΟΣ: Σάτιρα Ηθών
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αμπέρτο Λατουάντα
  • ΚΑΣΤ: Ούγκο Τονιάτσι, Φραντσέσκα Ρομάνα Κολούτσι, Άντζελα Γκούντγουιν, Μιλένα Βούκοτιτς, Ζαν-Ζακ Φουρζό, Βαλεντίν
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 98’
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Μεσήλιξ εφοριακός που θέλει να «αράξει» ιδανικά μπαίνει στο σπίτι τρίου από άβγαλτες μεγαλοκοπέλες κωμόπολης, κληρονόμων μακαρίτη εύπορου φυσιολόγου. Παντρεύεται τη μεγαλύτερη αλλά «βολεύει» και τις άλλες αδελφές, ενώ οπορτουνιστής ποπολάρος βατεύει ανίερα τη μεσαία – του κάκου, ωστόσο. Πού θα (την) κάτσει ο signore άπαξ και τον «φτιάξει» επίσης η υπηρέτριά τους καμπόσο;

Ναι, φόρεσε «Το Παλτό» του Γκόγκολ, έκανε και το «Μαφιόζο» (και το άλλο με τον Τοτό, το ξέρεις;). Αλλά αν υπάρχει ένα πρίσμα μέσω του οποίου μπορεί να πάρει κανείς μάτι τo corpus της εκλεκτικιστικής φιλμογραφίας του Λατουάντα (απ’ το ιστορικό ταξικό δράμα «Il Mulino del Po» του ‘49 διαμέσω του 24ωρου εφηβικού μπούστου «I Dolci Inganni» του ’60 ως τη ρομαντική κομεντί «Nudo di Donna» του ’81, όλες ταινιάρες), αυτό είναι η – εκφρασμένη πηγαίως αισθησιακά κινηματογραφικά – σεξουαλικότητα είτε ως ξύπνημα της δυναμικής γυναικείας φύσης είτε ως κινητήρας μιας διαπροσωπικής σχέσης.

Και, γιος μουσικού της Σκάλας, συνιδρυτής της πρώτης ταινιοθήκης στην Ιταλία, σπουδαγμένος αρχιτέκτονας (γι’ αυτό ακόμα και τα φιλμ του που τον… ψιλοπαίρνουν δε γέρνουν), πυλώνας του νεορεαλισμού (στον οποίο ο ίδιος αρνούνταν ότι συμμετείχε) αλλά κι ο πρώτος άνθρωπος που έβαλε με credit πίσω απ’ την κάμερα το φίλο του Φεντερίκο Φελίνι, ο Μιλανέζος των κοινωνιοπροβοκατόρων της commedia all’ italiana βγαίνει στη γύρα ξανά στην Ελλάδα με το καλύτερο κρεβάτι του στη συγκεκριμένη στάση (70) και με ψηφιακά φρεσκοπλυμένα σεντόνια.

Γιατί ως ερεθιστικό χέρι σ’ ένα βιβλίο του Πιέρο Κιάρα (πάρτε τον στο ρόλο του συνομιλητή τού απατεωνίσκου λαϊκού «μνηστήρα» – και τον κινηματογραφιστή autore ως γιατρό!), αυτή η ερωτιάρα μαύρη (un poco) φάρσα, με δάχτυλο χωμένο από κάτω και καυτηριάζον τον χειραγωγούντα το γυναικείο φύλο δονζουανισμό και καιροσκοπισμό, τον «ψου ψου ψου» επαρχιωτισμό, τη σε βαθμό εξ αγχιστείας αιμομειξίας οικογενειοκρατία, τη στερημένη / νευρωτική / θεατρινίστικη αριστοκρατική μπουρζουαζία και τη – sorella της – καθολική θρησκεία στην πουριτανική Ιταλία και, βέβαια, την αρχέγονη απληστία, ηδονίζει επίσης με τέμπο που σε ρίχνει κι αντέχει, με σαρκωμένα γκροτέσκα βίτσια στις φαντασιώσεις, με γλύκα στις θωπείες της.

Βέβαια, δεν είναι μόνο οι μάεστροι μπανιστηρτζήδες, ο φωτογράφος Λαμπέρτο Καϊμί, που φιλμάροντας λάγνα τα μικροαστικά χρώματα παίζει πανέξυπνα κρυφτό με την ντυμένη γυναικεία σάρκα και τη λογοκρισία της εποχής (η δυσοίωνη Orchidea Vaginalis στο θερμοκήπιο του αποδημήσαντος κόντε που δείχνει στον προσεχή επιβήτορά της μία απ’ τις προς διακόρευση κόρες, ένας νύκτωρ φακός σε… στύση κοντά στον υπερωριακό καβάλο του) κι ο θρυλικός «κόφτης», Σέρτζο Μοντανάρι, που σφίγγει καίρια ένα προς ένα τα κορδόνια τού κορσέ τού ντεκουπάζ (ο Λατουάντα, διαβόητα εραστής των βραχειών λήψεων, θεωρούσε το μοντάζ σημαντικότερο από το σενάριο), με βοήθεια απ’ το – αδισκογράφητο απωθημένο μου, porca miseria… – λιμπιστικό score και το χαζούλικα πικάντικο «Sei Tu, Sei Tu» του Φρεντ Μπονγκούστο.

Σε φτιάχνει εν πρώτοις έξυπνα η γλώσσα που απλώνεται σκανδαλιάρικα από μία «Εκτροπή πρωκτού. Τώρα κάνει καμπύλη!» ως τα διεκτραγωδούμενα σκατά στα χαρακώματα του με βαθμό αναπηρίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο βετεράνου σαγηνευτή, για να ενώσει και φτύσει ταυτόχρονα τον Πάπα, την «Ιστορία της Ο» και το Μαρκούζε στην ίδια σεκάνς, αυτή τού δανεισμού του εγχειριδίου σεξουαλικής υγείας από δύο κοπέλες. Κι ενώ το σενάριο απλώνει διασκεδαστικά τα κουλά του έως μία δυσπαρευνία και την Ελβετία (όπου ο «σκισμένος» απ’ το τρικολόρε… ΣΔΟΕ ντελικανής λεγάμενος τής ξεπαρθενιασμένα απελευθερωμένης τού σογιού επιχειρεί να ξενιτευτεί λαθραία), και υποβάλλει διεστραμμένα ανθρώπινα (στη διάσημη σκηνή του τρία-σε-ένα μήλου) τη σκέψη ότι «Το όμορφο και το άσχημο είναι αποτελέσματα της ίδιας προσπάθειας – και το ίδιο πολύτιμα», το υποκριτικό κουαρτέτο οργιάζει.

Αρκεί να σύρει ακαριαία το «δύσκαμπτο» ισχίο του ο Τονιάτσι για να θαυμάσεις το μπουφόνικο… μέγεθος του άνδρα, ενώ απ’ το αδελφάτο κυρίως σού πετάει τους οφθαλμούς έξω η Αλβανίδα (!) κι αρχικά κασκαντέρ (!!) Κολούτσι, μια παζολίνεια Αμαζόνα τις ποδάρες (μαζί με τη μαλλούρα και τα χεράκια της αραχνιασμένα σαλονάτης Γκούντγουιν και της παιδιάστικα νευρωτικιάς Βούκοτιτς, αντίστοιχα) της οποίας φετιχοποιεί αξέχαστα ένα όπως-το-αποπλανητικό-εκ-της-όπισθεν-στήσιμο-μηρού-και- γάμπας-γωνία-της-κας-Ρόμπινσον-στον-«Πρωτάρη»-του-Νίκολς ενσταντανέ. Δεν είναι το μόνο διακειμενικό μπερδεψομπούτιασμα που μπορείς να κοζάρεις εδώ: «Το Μεγάλο Φαγοπότι» στην τραπεζαρία, αλληγορικό υποκατάστατο των γενετήσιων πράξεων της famiglia, αποθαυμάζει βρώμικα το φερώνυμο taboo-buster ορόσημο του Φερέρι και η έτερη παραβολή, τα καμώματα κόκορα που απαυτώνει τις όρνιθες, δεν αποκλείεται να έβαλαν ιδέες στο Ρενέ για το «Ο Θείος από την Αμερική», ενώ η ταινία πρόλαβε να τιμωρήσει στο φινάλε της το πλάνο ισχυρό φύλο όπως ακριβώς και το «The Beguiled» του Σίγκελ ένα χρόνο μετά.

Είναι αλήθεια ότι η bionda – δουλικό αποτελεί soft βοήθημα, και το σκετσάκι της έκρηξης του υπεραρσενικού με issue το… ελληνοαλβανικό μέτωπο μοιάζει να αυτοϊκανοποιείται παράταιρα (αν και προσωπικά το χαίρομαι επίσης, και ως ψυχοξεγύμνωμα και ως προκαταρκτικό της πτώσης που επιφυλάσσεται στον commendatore). Κυρίως: οι σημερινές φεμινίστριες (οι συγκαιρινές του φιλμ το λάτρεψαν, προς γνώση…) ενδέχεται να δουν τα θηλυκά της λυσσάρας τρόικας ως χαρακτηρολογικά φιγουρίνια – σκεύη ηδονής στις ορέξεις του δημιουργού. Και τη φαλλοκρατική ημιξεπέτα του χρονικού του «ανώμαλου» amore ως βάλε – βγάλε δραματουργικό dildo.

Η απάντηση στα κακά αυτά κορίτσια; Η – γεννημένη για να χειραφετηθεί – αλόγα βιβλιοθηκάριος Ταρσίλα, εκείνη που προ(σ)καλεί τον επίδοξο γαμπρό κο Παροντσίνι casa sua, χάνει ό,τι πολυτιμότερο έχει με τον άλλο αλητήριο ανάμεσα στις αγιογραφίες μιας μονής – ερειπίου, βάζει στη θέση της τον λιγούρη παπά που την πιάνει στα πράσα και τον προικοθήρα, φιστικώνεται ακομπλεξάριστα απ’ τον κουνιάδο 01.15 καθεκάστην και στο… τελείωμα, ως τρόπαιο της νίκης τής – d’ accordo, status quo – libido και των τριών αδελφών, τον περιφέρει αγέρωχα, καθώς πρέπει στη διπρόσωπα ευπρεπή Κωλοπετεινίτσα τους μαζί με τις άλλες δύο τσαούσες για παγωτό. «Ευνουχισμένος»; Μπορεί, αλλά… γλείφει ακόμα. Εσύ καταπίνεις (λιγάκι) και φχαριστιέσαι την «πράξη»; Έλα στον παππού…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Παλιά καραβάνα, αν έχεις ήδη πάει μαζί του στο παρελθόν, δε θα χάσεις την ευκαιρία (και η αντιγηραντική δράση τού… όργανου του DCP έχει κάνει θαύματα στο σελιλοζικό δέρμα). Καινούργια κατάκτηση; Με το πόσο ντούρο είναι θα εκπλαγείς (άντε, αυτό το καλοκαίρι έστω vintage χαρά στα σκέλια σου μπας και δεις). Τεκνά και πιπίνια των multiplex, η γριά κότα έχει το ζουμί (αν τολμάτε, meglio stasera, θα γουστάρετε).


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.