FreeCinema

Follow us

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ (2013)

(A SONG FOR MARION)

  • ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πολ Άντριου Γουίλιαμς
  • ΚΑΣΤ: Τέρενς Σταμπ, Βανέσα Ρέντγκρεϊβ, Τζέμα Άρτερτον, Κρίστοφερ Έκλστον
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 93’
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FILMTRADE

Η μεγάλης ηλικίας Μάριον πάσχει από καρκίνο αλλά δεν το βάζει κάτω. Συμμετέχει στην τοπική χορωδία, όπου κάτω από την επίβλεψη μιας ευαίσθητης, νεαρής δασκάλας μουσικής, αυτή και πολλοί συνομήλικοί της, επιχειρούν ενδιαφέρουσες διασκευές σε μοντέρνα κομμάτια. Όσο την ευχαριστεί όλο αυτό, και της δίνει δύναμη να συνεχίζει, άλλο τόσο εκνευρίζεται ο μονόχνωτος σύζυγός της, Άρθουρ, που πιστεύει ότι το τραγούδι επιβαρύνει την κατάστασή της και προσπαθεί να την απομακρύνει από εκεί.

Τα γερατειά είναι το μεγάλο αγκάθι στο σώμα του δυτικού πολιτισμού. Τα γερατειά και η αρρώστια. Η εικόνα τής φθοράς δημιουργεί αντιδράσεις, προκαλεί τη θλίψη γιατί υπενθυμίζει μια κοινή μοίρα, μια δυσάρεστη πραγματικότητα που δεν κάνει διακρίσεις. Ο κόσμος της παραγωγής και της κατανάλωσης, ο δικός μας κόσμος, δε θέλει να θυμίζει στους ανθρώπους το γεγονός ότι, κάποια στιγμή, θα πάψουν να είναι παραγωγικοί. Δεν τους θέλει μελαγχολικούς, προτιμά να μην το κάνει θέμα, προτιμά να συντηρεί την ψευδαίσθησή τους ότι θα ζήσουν για πάντα, προκειμένου να δουλεύουν με όρεξη. Κι όταν τα έργα τέχνης πλησιάζουν αυτή την επικίνδυνη περιοχή, πάλι χρειάζεται προσοχή. Αυτά τα πράγματα δεν μπορείς να τα προσεγγίσεις χωρίς ένα κάποιο δέος. Αυτός ήταν ο τρόπος του Μίκαελ Χάνεκε, στο προπέρσινο καλλιτεχνικό σουξέ του, «Αγάπη». Κοίταξε το γήρας σαν ασκητής καλόγερος που νιώθει, βαθιά μέσα του, τη συγγένεια του Θανάτου με το Θεό. Στην τελική πράξη τής ζωής ενός αγαπημένου ζευγαριού, βρήκε την αθλιότητα και το μεγαλείο που προσιδιάζουν στις δυο προαναφερθείσες έννοιες. Έκλεισε το Απόλυτο σε τέσσερις τοίχους και, φυσικά, παρέμεινε αγέλαστος, ως το τέλος. Θανατερά σοβαρός.

Το «Τραγούδι της Καρδιάς μου», θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς «Αγάπη»… του φτωχού. Ή μάλλον του αισιόδοξου, του λίγο πιο χαμογελαστού. Ασχολείται επίσης με αυτά τα θέματα – taboo, που είναι τα γερατειά και η αρρώστια (μόνο που εδώ πρόκειται για τον καρκίνο κι όχι για την άνοια), τοποθετεί στο επίκεντρο ένα ζευγάρι υπερηλίκων που αντιμετωπίζουν ενωμένοι το μοιραίο και πάλι αναθέτει στον άνδρα να αποδεχθεί το γεγονός της επικείμενης, οριστικής μοναξιάς του. Η διαφορά βρίσκεται στη φόρμα. Αντί για το ερμητικά κλειστό, εσωτερικό του διαμερίσματος που στην «Αγάπη» γινόταν τόπος εξιλασμού, γενναίας προετοιμασίας για το αναπόφευκτο «πέρασμα», μακριά από τα αδιάκριτα μάτια του πλήθους, το «Τραγούδι» ανοίγεται στον κόσμο, τους ανθρώπους, τη μουσική, την ομορφιά τής ζωής με λίγα λόγια, έστω της λίγης που απομένει. Πολλαπλασιάζει τους χώρους, αντιπαραθέτει το χρώμα στο γκρίζο, το χιούμορ στην απελπισία και τον οπτιμισμό στην κατήφεια. Κι ενώ δεν έχει ελπίδες να εισπράξει τους κριτικούς διθυράμβους ή τα βραβεία της ταινίας του Χάνεκε, διαθέτει, τουλάχιστον, την αξιοπρέπεια της δικής της ματιάς, σ’ ένα ζήτημα που, λίγο να αστοχήσεις, μπορεί να καταρρεύσουν όλα στο επίπεδο της γραφικότητας.

Αναμφίβολα, στα μάτια ενός σοβαροφανούς συντηρητικού, οι τρισχαριτωμένοι παππούδες που τραγουδούν χορωδιακά το «Ace of Spades» των Motörhead δεν απέχουν ιδιαίτερα από την παρωδία. Αυτό, όμως, είναι ζήτημα στάσης απέναντι στην τρίτη ηλικία, όχι λάθος του δημιουργού. Γιατί η σκηνοθεσία ποτέ δεν τους προδίδει, ποτέ δεν τους μετατρέπει σε καταγέλαστες καρικατούρες. Τους βλέπει σαν ανθρώπους που έχουν δικαίωμα να χαίρονται, να περιφρονούν το Θάνατο και να αντλούν ικανοποίηση από τους εαυτούς τους, κόντρα στις απαιτήσεις τής – έτσι κι αλλιώς κακοπροαίρετης – κοινής γνώμης. Τώρα, αν εσύ συγκαταλέγεσαι στην κατηγορία των επικριτών, αυτό είναι δικό σου θέμα. Απλώς περίμενε να γεράσεις για να τους αναγνωρίσεις την ελευθερία να διαχειρίζονται τη – μη παραγωγική – ζωή τους, όπως οι ίδιοι επιθυμούν. Στο «Τραγούδι της Καρδιάς μου» κανείς δεν είναι a priori χαμένος, κι αυτή είναι η πιο μεγαλόψυχη διαπίστωση του φιλμ. Κανείς, ούτε ο γέρος, ούτε ο άρρωστος, δεν αποτελεί άχρηστο υλικό. Και βέβαια, η ζωντάνια δεν είναι προνόμιο των νέων, είναι, αντίθετα, ανταμοιβή όσων δεν έχουν πάψει να ελπίζουν, να θέλουν και να ονειρεύονται. Σηκώνει συζήτηση αλλά ίσως το «Τραγούδι» να είναι μια από τις πιο feelgood ταινίες των τελευταίων ετών ή, τουλάχιστον, μια από τις πιο τίμια αισιόδοξες, σε σχέση με το θέμα τής γεροντικής «απόσυρσης» (με τη φετινή, αριστουργηματική «Nebraska», να κατέχει, αδιαμφισβήτητα, τον τίτλο της κορυφαίας, σ’ αυτή την ιδιότυπη κατηγορία). Είναι καλοσκηνοθετημένη (εξαιρετικά τα καδραρίσματα), διαθέτει μπρίο, ταμπεραμέντο, έξυπνο χιούμορ και στιγμές αυθεντικά συγκινητικές.

Αυτές τις τελευταίες, τις οφείλει κυρίως στους υπέροχους πρωταγωνιστές της. Η Βανέσα Ρέντγκρεϊβ, στον ομώνυμο ρόλο της Μάριον, είναι συγκλονιστική, επιστρατεύοντας τον γήινο λυρισμό και το αφοπλιστικό χαμόγελο της ήρεμης, θαρραλέας παραδοχής, ενός αξιολάτρευτου πλάσματος που αρνείται να εγκαταλειφθεί στη μιζέρια, ενώ ο μεγάλος Τέρενς Σταμπ δίνει ερμηνεία ζωής ενσαρκώνοντας έναν απόλυτα αναγνωρίσιμο χαρακτήρα. Ο γεροπαράξενος, γκρινιάρης Άρθουρ τού Σταμπ αγαπάει παθολογικά τη γυναίκα του για να δεχτεί έτσι απλά ότι θα τη χάσει, αλλά παραμένει ακλόνητος, στιβαρός και – με τον τρόπο του, έστω – τρυφερός, σα να μην επίκειται το τέλος, σαν όλα να συνεχίζονταν κανονικά. Στο βλέμμα του, όμως, χωράει όλη η απέραντη μελαγχολία, ο βουβός θρήνος κι η μομφή απέναντι στο ισοπεδωτικό τής θνητότητας, που σου ληστεύει ύπουλα, όχι την ύπαρξή σου, αλλά εκείνην που διάλεξες για να στη γλυκάνει, να στην κάνει κάπως λιγότερο αβάσταχτη (ειδικά στη σκηνή που παρακολουθεί τη Μάριον να του απευθύνει το τραγούδι της: οι λέξεις δεν μπορούν να αποδώσουν τη συναισθηματική καταιγίδα που μαίνεται πίσω από τη ματιά τού Σταμπ), και που πίστεψες (η αιώνια πλάνη όσων αγαπούν), μετά από τόσο μοίρασμα, ότι δεν απέμεινε τίποτα δικό σου που να μην είναι και δικό της. Ο Άρθουρ, όμως, βλέπει ότι θα παραμείνει, όταν η Μάριον θα λείπει, κι αυτό είναι που τον συντρίβει. Ο τρόπος που το διαχειρίζεται, ο τρόπος που ο Σταμπ τον αποδίδει καθώς αναμετριέται με την πικρή, αποκαρδιωτική αλήθεια (γεννιόμαστε και πεθαίνουμε μόνοι) είναι λόγος για να δεις την ταινία. Μια μικρή, απλή, έντιμη ταινία που δε σε πνίγει, αντίθετα δίνει ανάσες στην ψυχή, τη στιγμή που επαναφέρει το μικρό στο μεγάλο, και το μεγάλο στο μικρό, με την αμεσότητα ενός όμορφου τραγουδιού.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Κανείς, ούτε κι ο πιο σκληρόπετσος, δε θα μείνει ασυγκίνητος μπροστά σ’ αυτή την υπέροχη ιστορία αισιοδοξίας, ελπίδας, αφοσίωσης και στοργής, που είναι το «Τραγούδι της Καρδιάς μου». Θα τρέξουν δάκρυα, θα σκάσουν χαμόγελα και, γενικότερα, θα το ευχαριστηθείς και με το παραπάνω αυτό το τραγουδάκι. Ακόμα κι αυτοί που έχουν κλειδώσει την καρδιά σε θυρίδα κι έχουν πετάξει το κλειδί ενδέχεται να λυγίσουν. Οι σπουδαίες ερμηνείες του Σταμπ και της Ρέντγκρεϊβ μπορούν να διαπεράσουν το σκληρό υλικό και να βρουν το κέντρο τους. Μαζί με τη «Nebraska», ο καλύτερος λόγος για να πεις στον παππού σου να παίξετε ένα τάβλι. Όσο προλαβαίνεις.


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.