FreeCinema

Follow us

RESIDENT EVIL: ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (2017)

(RESIDENT EVIL: THE FINAL CHAPTER)

  • ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Τρόμου Φαντασίας
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πολ Άντερσον
  • ΚΑΣΤ: Μίλα Γιόβοβιτς, Ίεν Γκλεν, Σον Ρόμπερτς, Άλι Λάρτερ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 106'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Προδομένη και φαινομενικά μόνη, η ανοσιακή στον ιό που έχει μετατρέψει σχεδόν τον παγκόσμιο πληθυσμό σε ζόμπι Άλις μπριζώνεται από μία αναπάντεχη σύμμαχο να επιστρέψει στη Ρακούν Σίτι. Αντίδοτο στην πανδημία φυλάσσεται από τον πάντα λυσσαλέα στο κατόπι της δρα Άιζακς, ενώ ο Γουέσκερ καραδοκεί. Στην Κυψέλη ελλοχεύει το πεπρωμένο της και, μαζί, του αύριο των ανθρώπων. Έχει 36 ώρες στη διάθεσή της. Τι την περιμένει;

«We’ve played a long game you and I. But now it’s over», λέει στο Αλικάκι, προτού αυτοδιαψευστεί ξεφουρνίζοντας τρία απανωτά φινάλε, ο μοχθηρός καταπατητής του ιπποκράτειου όρκου διώκτης της. Δεν ξέρω αν σε μακροζωία θα αποδειχθούν οι Scorpions (για να επισημάνουμε και την εδώ και χρόνια γερμανική υπεροπλία στην ποσόστωση της παραγωγής) του gaming σε μεγάλη οθόνη κάνοντας το ίδιο παρά τη διαβεβαίωση του τίτλου. Σίγουρα, όμως, οι ταινίες στις οποίες μεταλλάχθηκε το καταστατικό bestseller βιντεοπαιχνίδι της Capcom εγώ προσωπικά, και μάλλον σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι, δεν περίμενα ότι θα έβρισκαν επιτέλους τον Πολ Άντερσον σε ευπρόσδεκτη αναστροφή (με ορατότητα στις άγριες… πίστες τού remake του στην «Κούρσα Θανάτου», ου μην αλλά και στην αγγλική αρχή της καριέρας του, στο «Shopping») και ανάσχεση της κοντά στο εκτρωματικό πορείας που ακολουθούσαν επί δεκαετία και βάλε. Είναι κάτι: σε κάνει να ελπίζεις για το μέλλον τού γένους του σινεμά ειδών σε μια εποχή ραγδαίας καθυπόταξης και ισοπέδωσής του με μαζικοποιημένα αγοραίες ταπεινές βλέψεις. Ακόμη κι αν, εννοείται, δεν ανακάλυψε… θεαματικά το φάρμακο που θα έσωζε αυτό το γένος ή θα κρατούσε στη ζωή το παιδί τού (joystick και του καθοδικού) σωλήνα που στους κόλπους του έκαναν ο Βρετανός και η Μίλα Γιόβοβιτς, επίσης ζεύγος στη ζωή.

Ρίχνοντας στη δυστοπική αρένα ακόμα και ένα βιολογικό τέκνο τους, την πρωτοεμφανιζόμενη κορούλα τους Έβερ στον ρόλο της ολογραμματικής απεικόνισης του λογισμικού «Κόκκινη Βασίλισσα», πώς έφερε εις πέρας ό,τι τελοσπάντων κατάφερε; Περισσότερο χρήμα και οραματικότερη δουλειά στο μετα-Αποκαλυπτικό σύμπαν (με αντίκρυσμα στα εναλλασσόμενα, συνηθέστατα φυσικά σκηνικά από την Αυστραλία και τη Ρωσία μέχρι τον Καναδά και τη Νότια Αφρική), μορφική ποικιλία και εκτέλεση τακτά σκαστών φοβήτρων και κασκαντών (που οδήγησαν έναν stuntman στον άλλο κόσμο και μία συνάδελφό του σε ακρωτηριασμό) και, κατά τη γνώμη μου κυρίως, ψιλοοργανικό χώνεμα, αφού ξεκορμίστηκαν από γίγαντες της προ-(ή μετα-)ιστορίας της κατηγορίας του, χορταστικών μοτιβικών και στιλιστικών μελών.

Θα μυρίσεις σάρκα «Mad Max» στην οχηματική δράση / τις αμυντικές ή επιθετικές κατασκευές / τις παγιδοενέδρες, «Παγκόσμιο Πόλεμο Ζ» και «The Walking Dead» (αλλιώς) στις ατραξιόν πλήθους των νεκροζώντανων, «The Matrix» στα περιβάλλοντα / τον σενιαρισμένο και μοστράροντα γυαλιά ηλίου κουμανταδόρο του απέναντι στρατοπέδου / την πολυομοιωματική φαινομενικά τελική αναμέτρηση, «Σέρλοκ Χολμς» (του Ρίτσι) στο καταλεπτώς προείκασμα της εξέλιξης μιας αναμέτρησης απ’ τη διάνοια ενός εμπλεκομένου, ακόμα και «Cube» σε μια απειλή κλεινής τοιχοποιίας και «Πύργο της Κολάσεως» σ’ ένα κτηριακό παρανάλωμα και «Μission Ιmpossible» στο ένα-θηλυκό-κρεμασμένο-ανάποδα-εναντίον-πέντε-ανδρών, αλλά και σε μια φτέρη τουρμπίνας αεραγωγού ή στο laser πλέγμα δωματίου που παραφυλάνε να κόψουν σε φέτες αυτή την Αλίκη στην έρημη Χώρα των τεχνολογικά δυστοπικών αντι-Θαυμάτων.

Ευτυχώς, σχεδόν ποτέ τα μοσχεύματα, που έχουν βέβαια ενσωματωθεί στον οργανισμό του «Resident Evil» κατά τα προηγούμενα κεφάλαια (μάλλον από εκεί θα τα πάρουν μυρωδιά οι πιστοί αποκλειστικά της νουμεράδας), δεν απορρίπτονται ως ξένα. Αν κάτι όζει σαπίλας, είναι – ακόμη – η ανικανότητα να μη… χυθεί αδρεναλίνη κατά το άρπαγμά της απ’ τις κάμερες και το μάζεμά της στην ένα τσικ πριν απ’ το εκνευριστικό αεικίνητη μουβιόλα. Όταν, δε, οι διαπιστωμένα χαμηλές ερμηνευτικές – αντίθετα προς τις γυμναστικές – επιδόσεις της κας Άντερσον στήνουν κουβεντολόι με το έμφυτο sleaze της ομο(αν)ούσιας Άλι Λάρτερ (για λίγο, ευτυχώς στα dailies είδαν τι τρέχει και στην πορεία ξάφρισαν πράμα), ο Θεός να σε φυλάει.

Κρατήστε το τελευταίο: συνιστά την πιο «πώς του ‘ρθε;» προσθήκη στα «θέματα», καθώς ο κακός γιατρός & μεγιστάνας (ο Ίεν Γκλεν πιο αμοραλιστικά εκτιμητός αυτή τη φορά) εκδηλώνεται κάποια στιγμή και ως φανατικά θρήσκος χριστιανός, με ποίμνιο εξαθλιωμένων απρόσβλητων απ’ την επιδημία σκλάβων. Ατυχώς, ο και σεναριογράφος Άντερσον αδυνατεί να θεμελιώσει είτε δραματουργικά την πίστη των υποδουλωμένων lumpen στον ταγό τους είτε συνυποδηλωτικά μια κριτική στον προσηλυτιστικό φονταμενταλισμό των μαζικών φονιάδων του 21ου αιώνα. Άσε ότι προτού το κουρασμένο εύρημα του «καθ’ εικόναν και καθ’ ομοίωσιν» απαντήσει επιτέλους περί του μυστηρίου της αμνησίας της Άλις (με μια τροπή που εναποτίθεται στη γηριατρική προσθετική και προσφέρει τη Γιόβοβιτς παρά εαυτήν βορά προς κανιβαλισμό) και βάλει μέσω της επιστήμης της κρυογονικής στη «φάση» ακόμη και μια φουτουριστική Κιβωτό του Νώε για την elite ώστε να το τερματίσει μ’ ένα κλαψο-View-Master που… κατεβάζει (όπως λέμε downloading;) και προβάλλει το κρυφό «Η Ζωή της Άλλης» της προς λύτρωση ηρωίδας όσο και της ίντριγκας, η πλοκή έχει εμβολιάσει ανεπιθύμητα νοθευτικά το δεσοξυριβονουκλεϊκό οξύ της και μ’ έναν προς μαντεψιά ρουφιάνο.

Όλα… καταπίνονται, καθώς οι κάλυκες της παλέτας δοκιμάζουν από το αποχρωματισμένο fresco του ερειπιώνα της Ουάσιγκτον (Ντόναλντ Τραμπ, φάε τον Λευκό Οίκο σου ρημάδι) μέσω του alert κοκκιναδιού της τεχνητής νοημοσύνης παιδίσκης έως το blue light electric στη σφηκοφωλιά της Κυψέλης, εφόσον είσαι εδώ για το δαπανηρά Β πατιρντί. Με gore που σκύβει το κεφάλι στο 15 rating, χάρη στην αποφυγή των κοντινών και στο tempo τού κόφτη που δεν αφήνει πεινασμένη τη sick for this μάζα, καραδοκεί προς τέρψη σου κατ’ αρχήν το standard kickboxing – και το πιο multiculti από ποτέ ensemble που επιστρατεύει μέχρι Ασιάτες εγγυάται αλύπητο ραβδί. (Η Ρούμπι Ρόουζ του «Orange is the New Black» δεν έχει πολλά να κάνει πέρα από κάποιες μηχανολογικές και καλά πατέντες, αλλά ως μουρίτσα πετάει μάτια έξω – προτού το ίδιο, κυριολεκτικά, πράξει και μία από τις σεκάνς βίαιης τελευτής). Έπειτα το πλούσιο οπλοστάσιο: στα συνήθη μαχαίρια, αυτόματα, πυραυλικά συστήματα κ.ο.κ. πρόσθεσε μια ματσέτα που συναντάει απ’ τα πλάγια και διαμπερώς έναν λαιμό, καρφοπίστολα του θανατά, πυρφόρα βαρέλια εκτοξευμένα από καταπέλτες, ρίψεις τσιμεντένιων μπάζων κι έναν παγοκόφτη. Και, best of the best, τα πιο τρομακτικά αποκυήματα του μελλοντολογικού λοιμώδους Αρμαγεδδώνα, τη σύνοψη των καθεκάστων του οποίου (και των προηγηθέντων episodes του) σου έχει χώσει στο τσερβέλο, με στόχο βασικά τους πιθανούς νεοπροσήλυτους θεατές, η ανακεφαλαιωτική εισαγωγή – ντιρεκτίβα όσον αφορά αυτή τη νέα, deadline όσο ποτέ άλλοτε αποστολή της Άλις.

Το ξέσπασμα του κακού σ’ ένα téléférique, ένας αναδυόμενος φρίκουλας, ένας πτεροδάκτυλος με ορέξεις σε ραντεβού με μια νάρκη, μια αγέλη Κερβέρων που θα έκαvαν τον Κούτζο να φύγει με την ουρά στα σκέλια και το ντου ενός σκελετού στήνουν, πλάι στα σωτήρια όχι φορτικά στίφη των άλιωτων σαρκοφάγων, γερά, με τσαμπουκά την ταφόπλακα του μύθου που ‘χουν λαξεύσει πειστικά τα F/X τεράτων και λιγότερο εκείνα των καταστροφών μεγακλίμακας. Αν κατά τη διάρκεια αυτών των μπαμ έλειπαν και τα συχνότατα απίθανα απέθαντα των εν πολλοίς αψάχνωτων απ’ το στόρι νοματαίων μας, το «The final level of the game is the lowest» (ναι, κάνει και μεταμοντέρνα πνεύμα περί του ποιού τού πλάσματός του ο Άντερσον) που ακούγεται κάποια στιγμή στους διαλόγους θα ανταποδεικνυόταν ακόμη πιο ηχηρά. Το τηλεοπτικό serial που κυοφορείται πλέον, κατά πόσο είναι σε θέση να γιατρέψει μία και… καλή το («Resident) Evil»; Αρρωστάκια, βαστάτε…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Αν είσαι εξοικειωμένος με το κινηματογραφικό franchise, εδώ σ’ την έχει στημένη μια κατά τι θεραπεία του. Αν όχι αλλά θες δράση κι ανατριχίλες με δόσεις splatter, έχει φαγάκι. Είναι αν μη τι άλλο ενδιαφέρον, χάρη σε αναζωογονητικές εγχύσεις από έτερα κινηματογραφικά πρότυπα, και για τους genre-άδες. Οι του καλλιτεχνικού θα ξετρυπώσουν σοβαρούς λόγους (από το ασθενές DNA της γραφίδας έως τα κακοφορμίσματα της υποκριτικής) να φρίξουν. Για τους σιχασιάρηδες ή / και φοβιτσιάρηδες δεν ενδείκνυται.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.