FreeCinema

Follow us

PRIDE (2014)

  • ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάθιου Γουόρτσες
  • ΚΑΣΤ: Μπιλ Νάι, Πάντι Κόνσινταϊν, Ιμέλντα Στόντον, Ντόμινικ Γουέστ, Άντριου Σκοτ, Μπεν Σνέτσερ, Τζορτζ ΜακΚέι
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 119'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: NEO FILMS

Τον Ιούνιο του 1984, μια ομάδα gay ακτιβιστών στο Λονδίνο αποφασίζει να βοηθήσει οικονομικά τον αγώνα των ανθρακωρύχων, εν μέσω της μεγάλης απεργίας ενάντια στα καταστροφικά νομοσχέδια της κυβέρνησης Θάτσερ. Όταν τα αρμόδια συνδικάτα αρνούνται να αποδεχτούν επίσημα ενίσχυση από μια τέτοια αμφιλεγόμενη ομάδα, εκείνοι βρίσκουν ένα χωριό ανθρακωρύχων της Βόρειας Ουαλίας για να στηρίξουν. Θα δεχτούν, όμως, οι κάτοικοί του βοήθεια από αυτούς τους «διαφορετικούς», κατανοώντας πως οι δυο κοινωνικές τους ομάδες έχουν περισσότερα κοινά από όσα πιστεύουν;

Το βρετανικό σινεμά έχει, σχεδόν από την απαρχή του, παράδοση στο είδος του κοινωνικού δράματος που σχετίζεται με ταξικά προβλήματα, πιο πρόσφατα από το free cinema (όχι το site μας ντε, το βρετανικό νέο ρεύμα των 60’s) ως τη φιλμογραφία του Κεν Λόουτς. Ταυτόχρονα με το ταξικό δράμα όμως, υπάρχει και το υπο-είδος της δραματικής κομεντί που έχει επίσης βγάλει μερικές κλασικές βρετανικές ταινίες κυρίως την τελευταία εικοσαετία, όπως το μυθοπλαστικό μεν, αλλά γνώριμα – και ταξικά – βγαλμένο από τη ζωή «Άντρες με τα Όλα τους», και τα βασισμένα σε αληθινές ιστορίες «Κορίτσια του Ημερολογίου» και «Γυναίκες Έτοιμες για Όλα». Σε αυτή την κατηγορία υπάγεται και το «Pride», με το ύφος τού πρώτου και τη ραχοκοκκαλιά της απροσδόκητα αληθινής ιστορίας των άλλων δυο, και αποτελεί ήδη μια από τις πιο αξιόλογες προσθήκες στο υπο-είδος του.

Επιστρατεύοντας μια ταξιαρχία καταξιωμένων και ανερχόμενων ηθοποιών που κάνουν εδώ έξοχα τη δουλειά τους σαν σύνολο αλλά και μεμονωμένα (ειδική μνεία στον σοκαριστικά υποτιμημένο Πάντι Κόνσινταϊν και στον νεαρό Τζορτζ ΜακΚέι), ο κατά βάση θεατρικός σκηνοθέτης, Μάθιου Γουόρτσες ισορροπεί επιτυχημένα και με αξιομνημόνευτο ρεαλισμό, ανάμεσα στο ανάλαφρο χιούμορ που απαιτείται από μια εν τέλει «feel good» ταινία, και στις δραματικές καταστάσεις, που εντείνονται συναισθηματικά με τη συνειδητοποίηση πως η ιστορία είναι αληθινή. Αρχειακό υλικό από τις βίαιες συγκρούσεις μεταξύ αστυνομίας και ανθρακωρύχων αλλά και κλιπάκια της αψηφούσας «Σιδηράς Κυρίας» Θάτσερ ξύνουν ακόμα πληγές στην εγχώρια κοινότητα εξόρυξης, ενώ η θρυλική πια τηλεοπτική διαφήμιση της εποχής σχετικά με τη σωστή ενημέρωση και πρόληψη του AIDS ρίχνει τη βαριά σκιά της πάνω από τους χαρακτήρες (μερικοί εξ αυτών αληθινά πρόσωπα) της gay κοινότητας.

Το καλογραμμένο σενάριο του Στίβεν Μπέρεσφορντ στέκεται με συμπάθεια και σεβασμό απέναντι και στις δυο τόσο διαφορετικές αλλά και τόσο παρόμοιες κοινωνικές ομάδες, χωρίς να γίνεται αυστηρός επικριτής ακούσιων προκαταλήψεων και εσωτερικών πολιτικών παιχνιδιών και των δυο πλευρών. Ακόμα και οι «κακοί» της ταινίας δεν είναι παρά απλοϊκοί (αλλά όχι απαραίτητα ανίδεοι) άνθρωποι της εργατικής τάξης, φοβισμένοι και σταδιακά απελπισμένοι για το μέλλον τους, οι οποίοι δεν έχουν γνωρίσει – ανοιχτά – ομοφυλόφιλους συνανθρώπους, μέχρι που μια μικρή ομάδα των τελευταίων αποφασίζει να συγκεντρώσει χρήματα για έναν αγώνα που και οι ίδιοι δίνουν: το δικαίωμα να αντιμετωπίζονται ως ισάξια μέλη της κοινωνίας, το δικαίωμα στην περηφάνια για αυτό που είναι.

Οι καλύτερες σκηνές της ταινίας είναι σαφώς εκείνες στο μικρό ουαλικό χωριό, αλλά και στη λονδρέζικη… gay club scene, με τις δυο κοινότητες αρχικά να αντιμετωπίζουν η μια την άλλη ως… εξωγήινα όντα, και σιγά-σιγά να προσπαθούν να επικοινωνήσουν και να κατανοήσουν αλλήλους. Κι ενώ κάποιοι άνθρωποι, ως συνήθως, δεν αλλάζουν μυαλά (οι προαναφερθέντες «κακοί»), κάποιοι άλλοι δημιουργούν άρρηκτους δεσμούς φιλίας που οδηγούν στο πανηγυρικά θριαμβευτικό φινάλε, το οποίο μπορεί να θυμίζει χολιγουντιανό happy ending αλλά, και πάλι, είναι πέρα για πέρα αληθινό!

Η αφηγηματική φόρμουλα είναι λίγο πολύ γνώριμη για τη φύση και το είδος τής ταινίας, όμως οι Γουόρτσες και Μπέρεσφορντ αποφεύγουν επιδέξια τα πολλά και γλυκερά κλισέ, και μας παραδίδουν μια στιβαρή δραματική κομεντί με μεγάλη καρδιά και μια αληθινή ιστορία που, μπορεί να φαίνεται μικρής κλίμακας, είναι όμως σημαντική, όχι μόνο ως μια δραματοποιημένη πτυχή της σύγχρονης βρετανικής ιστορίας, αλλά και ως μια ευρύτερη ιστορία για την ανεκτικότητα, την αποδοχή του διαφορετικού αλλά και τον συνεχή αγώνα για το δικαίωμα στην ισότητα (οποιουδήποτε είδους, είτε ταξικού, είτε φυλετικού) και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Και για αυτούς τους λόγους, οι συντελεστές του «Pride» πρέπει να είναι αληθινά περήφανοι.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Μια ειλικρινά συγκινητική και κατά καιρούς πραγματικά αστεία (με το καλό, παραδοσιακό βρετανικό χιούμορ) ταινία που βασίζεται σε απίστευτα κι όμως αληθινά γεγονότα, είναι ξεκάθαρα μια καλή και εγγυημένη επιλογή. Αν πάλι είσαι από εκείνους που στενοχωρήθηκαν με τον θάνατο της Θάτσερ ή / και αισθάνεσαι άβολα αλλάζοντας γρήγορα θέμα σε συζητήσεις περί φυλετικών ζητημάτων, τότε μάλλον διάλεξε κάτι άλλο.


MORE REVIEWS

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΞΑ

Η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Lancia θέλει να κερδίσει πάση θυσία το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983, όμως, το μοντέλο της 037 υστερεί σημαντικά έναντι της τετρακίνητης γερμανικής τεχνολογίας του Audi Quattro. Ο εκτελεστικός της Διευθυντής, Τσέζαρε Φιόρι, έχει μερικές πονηρές ιδέες οι οποίες ενδεχομένως μπορούν ν’ αλλάξουν τη διαφαινόμενη πορεία των πραγμάτων. Εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα.