PARTY GIRL (2014)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαρί Αμασουκελί, Σαμιουέλ Τάις, Κλερ Μπουρζέ
- ΚΑΣΤ: Ανζελίκ Λιτσενμπουρζέ, Ζοζέφ Μπουρ, Μαριό Τάις, Σαμιουέλ Τάις, Σεβρίν Λιτσενμπουρζέ, Σιντιά Λιτσενμπουρζέ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 96’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD / ROSEBUD.21
Πατημένα 60 ενεργή κονσοματρίς της επαρχίας υποκύπτει στην πρόταση ερωτευμένου παλιού πελάτη να της βάλει στεφάνι. Αφήνει «τα κορίτσια» / το ξενύχτι / το club – σπίτι της, μετακομίζει μαζί του, δεν του κάθεται ακόμα (γιατί λέει δεν το νιώθει), επιζητεί πιο πολύ τα τρία της παιδιά, με 16χρονη που μικρή τής πήραν ανάδοχοι έρχεται κοντά, κάνει άσχημο μεθύσι ξανά. Θα νοικοκυρευθεί (αν νυμφευθεί) ποτέ η γιαγιά;
Το κοκκινάδι του γαλλικού νατουραρεαλισμού γίνεται δίκοπο μαχαίρι, κυρίως όταν βρίσκεται στα χέρια φυντανιών της σελιλοζικής πίστας. Και ειδικά όταν όχι μόνο απλώνεται στο δέρμα μιας ταινίας ως αισθητικό ψιμύθιό της, αλλά εισχωρεί και στους πόρους της δραματουργίας της. Εγώ θα το κεράσω το πουρό ένα ποτό, αν και με επιφυλάξεις κρατάω κάβα το πρώτο κούνημα μιας τρόικας συμμαθητών κι αποφοίτων τής La Femis, που έβαλε χέρι υπερβολικά στη Χρυσή Κάμερα των Καννών με το ξεπαρθένιασμά της, σενιάροντας το reality ρεζουμέ τής – μαμάς τού ενός τους – entraîneuse Ανζελίκ Λιτσενμπουρζέ, του σογιού και του «νυχτοπεταλουδίσιου» περιγύρου της.
Και βγάζοντάς τους όλους στην πιάτσα να υποδύονται τους εαυτούς τους, σ’ ένα φιξιόν μπάρας μπούστο βιοαναθαρρύνσεων, στοχοαναθεωρήσεων, ρομαντικών παλινωδιών, περί βασικών ενστίκτων (το πιοτί, οι άνδρες, η γύρα) παραδοχών, «πρώτα βγαίν’ η ψυχή, μετά το χούι» αληθειών και εν τω μεταξύ συσφίγξεων φορτισμένων οικογενειακών δεσμών. Που, όμως, σου τρίβεται. Γιατί ‘ναι περπατημένη (και πασπατεύεται) η εξάσκηση των ερασιτεχνών ensemble στο στύλο τής αναπαράστασης βιωμάτων, η κλιμάκωση γαμοτέρμινου γδύνει ωραία τη σιλουέτα τής madame σε φάσεις, τα séparé συγκίνησης σε περιποιούνται δεόντως (πρώτα και καλύτερα τα δακρυλογύδρια του πιπινιού), ενώ στον wow μουσικοχορευτικό επίλογο ο «ύμνος» της Chinawoman, που βάφτισε την ταινία, γίνεται για τη μελιστάλαχτα σκαμμένη Ανζελίκ Λιτσενμπουρζέ ό,τι το «Gloria» του Ουμπέρτο Τότσι για την Παουλίνα Γκαρσία, καλή ώρα, την περσινή σεζόν.
Για σαμπάνιες δεν είναι, ωστόσο, αυτό το «Τουρνέ στο Παρίσι» βαριάντας γηρατειών αναπαμού, (και βιολογικής εδώ) family, κύκλιο(θ)υ(μικου) striptease cherchez la femme. Επειδή το πρώτο μισό τού show δεν κάνει και γαμώ κατανάλωση, επειδή η πομάδα φωτοχυσίας στρώνεται ανά σημεία με χειρονομίες πρωτάρη, επειδή τα πετάει υπερθετικιστικά το τζάκι ενώπιον της τραβιόλας γριάς τους, επειδή τα «ανέβα στο τραπέζι μου κούκλα μου γλυκιά» σούξου μούξου σιτεύουν μπανάλ την πλαδαρή ήδη δραματουργία, όπου τα τσιτώματα της πλοκής κι ο αυτοσχεδιασμός στιχομυθιών στο πλατό πετάγονται κι έξω απ’ το στηθόδεσμο μύθου (ή αλήθειας;). Αλλά «όταν αγαπάς, δε μετράς», που λέει κι η pas facile κοκόνα. Ή «Ιστορία μου, Αμαρτία μου», που ‘λεγε η Ρίτα. Το Party Girl δεν το βγάζεις στη σύνταξη. Alors, πάρε τη μπεμπέκα…