FreeCinema

Follow us

ΟΙ ΓΑΜΠΡΟΙ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ (2015)

  • ΕΙΔΟΣ: Κωμωδία
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Στράτος Μαρκίδης
  • ΚΑΣΤ: Χρύσα Ρώπα, Κώστας Αποστολάκης, Κώστας Ευρυπιώτης, Μπέσυ Μάλφα, Γιάννης Τσιμιτσέλης, Κατερίνα Γερονικολού
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 98’
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ

Η με τη βοήθεια της γυναίκας του απόπειρα ενός μεγαλοπρομηθευτή κρεάτων να προξενέψει με το αζημίωτο την άσχημη, παρθένα και σιτεμένη αδελφή του σ’ έναν καταχρεωμένο χασάπη πελάτη του περιπλέκεται κατά σειρά από το σοκ τού λεγάμενου, τις συνεχείς πατατιές ενός επίμονου δεύτερου φερέλπιδος μνηστήρα με προικοθηρικά κίνητρα, μια ξαφνική περιουσία, την αμοιβαία έλξη τού αρραβωνιάρη με την ανιψιά τού σπιτιού και το… σκάσιμο του νεανικού, μοναδικού και μοιραίου έρωτα της σακαφιόρας. Εκδρομή σε νησί ποιον θα «κρεμάσει» (το μάντεψες, έτσι);

Ο Σωκράτης Καψάσκης ήταν ένας έξυπνος άνθρωπος: έχοντας αντιληφθεί τη δύναμη της ατάκας τού κειμένου των Τσιφόρου – Βασιλειάδη (με όλα τα απανωτά κουσούρια πλοκής του), είχε φροντίσει τον σύνολο ρυθμό και βάλει «τόσο, όσο» σουρντίνα στο παίξιμο του θεμέλιου ζευγαριού της μεταφοράς της θεατρικής επιτυχίας τού διδύμου, επιτρέποντας στα ιδιαίτερα, κοσμαγάπητα εκφραστικά μέσα των ρολιστών του να προκαλέσουν το γέλιο και το συμπάσχειν. Φτάνει μια ματιά στην εμφάνιση και μια λέξη από το στόμα της Γεωργίας Βασιλειάδου στην αρχή της ταινίας του 1962 για να πειστείς απόλυτα για τη μούχλα της και, εννοείται, ο Αυλωνίτης σερβίρει με τα φυσικά (κρατήστε το επίθετο) τικ του το ένα πείραγμα μετά το άλλο απολαυστικά. Αυτά (δι)αρκούν, παρά τη συνήθη έλλειψη κωμικού αναστήματος του Νίκου και τη διακοσμητικότητα της Έλσας Ρίζου, το μονολιθικό τσαγανό αγένειας της Λάζου κ.ο.κ. Η εγκράτεια εκείνης της πρότασης προς γάμου κοινωνίαν αποκαθιστούσε την Ευτυχία και τη σε σημαντικό βαθμό ευτυχία μας.

Μισόν αιώνα και τρία χρόνια μετά, προσπαθώντας να χτίσουν με σοβά ψιμυθίων και να μεταμφιέσουν ό,τι πήγαινε στραβά στο δραματουργικό σώμα τής παλιάς ταινίας (όπως κάνουν οι οικείοι της με τη μεγαλοκοπέλα ηρωίδα), οι Έλενα Σολωμού και Κωστής Παπαδόπουλος, πένες των δύο «ΝήSOS», πετυχαίνουν απλώς να τριπλασιάσουν τα περιουσιακά στοιχεία των ευφυολογημάτων, αλλά ταυτόχρονα οδηγούμενοι ως πρόβατα προς σφαγή στης εκκλησιάς την πόρτα. Παπάς ο filmer των «Λάρισα Εμπιστευτικό» και «I ❤ Karditsa», που με μακρυχέρη κουμπάρο την παραγωγή δίνουν την ευχή τους σ’ ένα απογοητευτικά μουσαντένιο σύστριγγλο συνοικέσιο με μεταχειρισμένα κι άβολα στέφανα διανομής, τηλεπροδιαγραφές μπομπονιέρας συν… κοτρώνα ύφους.

Καλεσμένοι στο μυστήριο ο ευπροσήγορα λαϊκός ως φερτό έτερον ήμισυ Ευρυπιώτης και, κυρίως, ο καιροσκόπος λιμοκοντόρος τού Τσιμιτσέλη (ο Τσιτσόπουλος του oldie τού ρίχνει ακόμη περισσότερο στη σύγκριση) είναι οι πρώτοι που «κλωτσάνε» αντί να πατάνε το πόδι σου, αλλά όχι όσο το freak show των αναντίρρητα καλών ηθοποιών Αποστολάκη και Ρώπα. Ο πρώτος είναι ταμένος σ’ ένα Ησαΐα Χόρευε στο πιο καρικατουρίστικο πλήρους μίμησης του Αυλωνίτη σε εκδοχή Κρητίκαρου – και είναι δείγμα του ταλέντου του το ότι μετά από ώρα συνηθίζεις στο μη ιλαρό… μυστήριο της φιγούρας του. Η δεύτερη σύρεται στον άμβωνα ως λιγότερο νευρόσπαστο αλλά, χωρίς το δωρικό κωλοπετσωμένο και τη natural αντικαλλονή της «θείας» Γεωργίας, πλειοδοτώντας στριγγά και με χειρονομίες (το σκηνοθετικό ευχολόγιο προς αυτές και τις μούτες ενώνει, εξάλλου, το ensemble) σ’ ένα μεταξύ των ιντσών τού serial και του σανιδιού της επιθεώρησης αξιοπερίεργο αμηχανίας που φλερτάρει πομπωδώς με τη θλίψη τής κλοουνερί – κι εκείνη του χαρακτήρα και, δυστυχώς, του θεατή.

Αυτή η επίκτητη κλαψομουνίαση, σεναριογραφικό δώρο άδωρο του remake μαζί με δύο εργένισσες φίλες και ψωμάκια στο ρεζουμέ υπόβαθρο της υστερίας της γεροντοκόρης συν την σε βαθμό αφηγηματικού ξεχειλώματος σκηνή τής διπλής παρεξήγησης περί του ποια είναι η υποψήφια νύφη απ’ τον μιλημένο προκομμένο (μια αδύναμη καμπύλη τού original που εδώ καταλήγει θρεφτάρι, και με το κεντρικό αρσενικό δίδυμο να παίζει πλαγιομετωπικά σαν σε παλκοσένικο το «Ο Ηλίθιος και ο Πανηλίθιος») σε αφήνουν στο ράφι. Εκεί όπου ο Θεός συνέζευξεν επίσης τη Μάλφα ως μανταμέ φωνακλού, το μη πειστικό δάγκωμα της λαμαρίνας απ’ το μπουμπούκι της φοιτήτριας Γερονικολού (η επόμενη παίζω-με-τα-μάτια-και-τα-χείλια Αλίκη) με τον μεσήλικα εκδοροσφαγέα, κομπαρσαρία από wedding crashers, μια grοovy σκηνή σε μπιτσόμπαρο με την κάμερα να ζουμάρει μέσα-έξω α λα 80’s βιντεοκασέτα, κυριολεκτικά φουνταρίσματα του slapstick, έναν λούτσο και ένα χταπόδι. Ο χώρος τέλεσης του μυστηρίου, δε, έχει αλλάξει από την πανέμορφη Ύδρα των 60’s στον banale Πόρο των 10’s – όταν κάποτε, αμήν, βγαίνουμε από το σαλόνι της δράσης και προτού επιστρέψουμε εκεί. Ένα «Στις χαρές σας!» θα το πω για το σποραδικά αστείο λογοδόσιμο, κληροδοτημένο απ’ τους παλιούς γραφιάδες (ο γαλέος, η Πελοπόννησος, ξέρεις…) ή νέας κοπής («Ο τύπος είναι σαν ντολμάς!») και η σεκάνς των σεξουαλικών υπονοουμένων κάνει τόσες γλύκες στο kitsch ώστε μπορεί να αισθανθείς βίον ανθόσπαρτον προς στιγμήν. Αλλά το αναστηλωμένο σούργελο να ζητήσει το χέρι (στην τσέπη) μου; Καλύτερα ανύπανδρη. Τέτοιο βέλο δε θέλω…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Του συμφώνου συμβίωσης με την κουλτούρα ή απλώς του Δημαρχείου των όχι μούφα crowdpleaser; Μήνα του μέλιτος αλλού. Του ασπρόμαυρου classic; Μπορεί να ανεχτείς αυτή τη δεύτερη φορά, μπορεί να χύνεις χολή στη δεξίωση. Του εύκολου και ηχηρού χάχανου, του χαζοκουτιού, του κινηματογραφικού «ρυζιού»; Το ονοματάκι σου είναι στη λίστα γάμου, πλερώνεις;


MORE REVIEWS

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΞΑ

Η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Lancia θέλει να κερδίσει πάση θυσία το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983, όμως, το μοντέλο της 037 υστερεί σημαντικά έναντι της τετρακίνητης γερμανικής τεχνολογίας του Audi Quattro. Ο εκτελεστικός της Διευθυντής, Τσέζαρε Φιόρι, έχει μερικές πονηρές ιδέες οι οποίες ενδεχομένως μπορούν ν’ αλλάξουν τη διαφαινόμενη πορεία των πραγμάτων. Εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα.