ΑΠΡΟΣΜΕΝΟΣ ΕΡΩΤΑΣ (2013)
(MR. MORGAN’S LAST LOVE)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σάντρα Νέτελμπεκ
- ΚΑΣΤ: Μάικλ Κέιν, Κλεμάνς Ποεζί, Τζάστιν Κερκ, Τζίλιαν Άντερσον, Τζέιν Αλεξάντερ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 116’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FILMTRADE
Ένας χήρος, παραιτημένος από τη ζωή, πρώην καθηγητής φιλοσοφίας, γνωρίζει στο λεωφορείο μια νεαρή δασκάλα χορού και μια ιδιαίτερη, φιλική σχέση αναπτύσσεται μεταξύ τους, αλλάζοντας τη ζωή αμφότερων.
Αυτή είναι μια γλυκιά, τρυφερή ιστορία για μια γνώριμα δυσλειτουργική, εξ αίματος οικογένεια, για την οποία γίνεται λυτρωτικό βάλσαμο ο σχηματισμός μιας εξ επιλογής οικογένειας. Που διαθέτει μια χούφτα ακαταμάχητα γλυκών, βετεράνων και νεόκοπων, πρωταγωνιστών και δευτεραγωνιστών, οι οποίοι συνθέτουν ένα κουιντέτο αφοπλιστικά τρυφερών (Κέιν, Ποεζί, Κερκ και Αλεξάντερ), ή ευθαρσώς εύστοχων ερμηνειών (η Άντερσον, αναπάντεχα εξωστρεφής, θορυβώδης και… bitchy). Που διαδραματίζεται σε ένα διακριτικά ηλιόλουστο, πηγή μελαγχολίας αλλά και αισιοδοξίας Παρίσι και στη γύρω, γεμάτη πράσινο και νερό, εξοχή. Που εξελίσσεται, μιλάει, επικοινωνεί ουσιαστικά, μέσα από όσα εγκυμονούν οι σιωπές και οι παύσεις (στους διαλόγους, στους άδειους χώρους του σπιτιού του καθηγητή και της σχολής χορού, ή στο soundtrack) στην αφήγησή του. Διατηρώντας πάντα ανοιχτό, κάθε άλλο παρά προφανή διάλογο με το θεατή. Και που διαθέτει ένα κατά το ήμισυ απρόσμενο, βραδυφλεγώς συγκινητικό φινάλε, όταν ο πατέρας κάνει στο γιο το πιο ανιδιοτελές και γενναίο δώρο: τη χαραμάδα του από όπου μπαίνει φως…
Ωραία όλα αυτά. Και super που βλέπουμε, επιτέλους, στο σινεμά μια διαφορετικού είδους σχέση ανάμεσα σε ένα καλοστεκούμενο… πουρό και μια κουτοπόνηρη… bimbo (όπως χαρακτηρίζει βιαστικά και παντελώς άστοχα η κόρη, Κάρεν, της Άντερσον τη «θετή» κόρη, Πολίν, της Ποεζί). Σκηνοθετικά, ερμηνευτικά και σεναριακά, σε μεγάλο βαθμό, το έχουμε ξαναδεί το έργο. Και αυτός ο «Απρόσμενος Έρωτας» (τι άστοχος ελληνικός τίτλος, Παναγία μου!) ή πιο σωστά, η τελευταία αγάπη του κυρίου Μόργκαν (Κέιν), βασισμένη στο μυθιστόρημα «La Douceur Assassine» της Φρανσουάζ Ντορνέ δε χαρακτηρίζεται από κάτι πραγματικά ξεχωριστό και ενδιαφέρον ώστε να αφήσεις τον (βολικό και τζάμπα) καναπέ τού σπιτιού σου και να σπεύσεις στη μεγάλη οθόνη. Άσε που κατά το άλλο του ήμισυ, το φινάλε είναι απογοητευτικά προβλέψιμο.