LA STRADA (1954)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Φεντερίκο Φελίνι
- ΚΑΣΤ: Άντονι Κουίν, Τζουλιέτα Μαζίνα, Ρίτσαρντ Μπέισχαρτ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 108'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: BIBLIOTHEQUE
Ο τσιρκολάνος Ζαμπανό αγοράζει από τη μάνα της την ακαθόριστης ηλικίας μικροκαμωμένη Τζελσομίνα και παίρνουν τους δρόμους για το μεροκάματο, διασκεδάζοντας τη φτωχολογιά της επαρχιακής Ιταλίας του ’50.
Μόλις στην τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του, ο Φεντερίκο Φελίνι, επηρεασμένος από τον χριστιανικό ουμανισμό του Ρομπέρτο Ροσελίνι, προσθέτει μία σκυθρωπή αίσθηση ποίησης μέσα στο πνεύμα του νεορεαλισμού που χαρακτηρίζει την πρώτη περίοδο του έργου του. Το «γυμνό» δράμα εκείνης της κινηματογραφικής σχολής, όμως, συναντά εδώ την αρτιότητα του μεγαλείου της αφήγησης του αμερικανικού σινεμά, με τον Ιταλό δημιουργό να προετοιμάζει το έδαφος για κάτι πραγματικά σπουδαιότερο (όπως οι «Νύχτες της Καμπίρια» του 1957, που αναμένεται να δούμε επίσης σε επανέκδοση προς τα τέλη του μήνα), πριν απογειωθεί (κυριολεκτικά) έξω από το πλαίσιο μιας lumpen πραγματικότητας.
Το «La Strada» είναι ένα (στην ουσία) πένθιμο ταξίδι στην ανθρώπινη ψυχή και την αλύτρωτη συνειδητοποίηση της απώλειας, με οδηγούς πλανόδιους τσιρκολάνους, τον σωματώδη Ζαμπανό και την εύθραυστη Τζελσομίνα, ένα δίδυμο ενήλικο που λες και πλάθει από την αρχή το μοτίβο του τσαπλινικού «Χαμινιού» (1921), αφήνοντας ενοχικά συναισθήματα γύρω από τη σχέση τούτου του σκληρού αρσενικού με το κορίτσι που… αγόρασε από τη μάνα του (ο πρωτότυπος ελληνικός τίτλος του φιλμ ήταν «Πουλημένη απ’ τη Μητέρα της»!) για να εκτελεί χρέη βοηθού, αποκαλώντας το ενίοτε και «γυναικάκι» του, με τον Φελίνι να μην τολμά να θίξει το θέμα της σεξουαλικής κακοποίησης, προφανώς από φόβο μην προκληθεί σκάνδαλο.
Στα όρια του road movie, το φιλμ παρακολουθεί τις στάσεις του μηχανοκίνητου κάρου που μεταφέρει τους ήρωες και τα υπάρχοντά τους, καταγράφοντας απλές στιγμές της ζωής που συχνά ο Φελίνι «αγγίζει» με μία άλλη διάσταση, κινηματογραφική και μαγική. Ο «άρρωστος» μικρός Οσβάλντο (από τη σεκάνς του γαμήλιου γλεντιού), το εκκλησίασμα που οχλαγωγεί στους δρόμους, η Τζελσομίνα που αντικρίζει ξανά τη θάλασσα σαν να είναι το σπιτικό της, το νυχτερινό νούμερο του ισσοροπιστή, όλα δίνουν το στίγμα της σκηνοθετικής ματιάς του Φελίνι, συντροφιά με την αβάσταχτη μελαγχολία της μουσικής του Νίνο Ρότα, που (θα) σε κάνει πάντα να βουρκώνεις με το θέμα, παιγμένο από την τρομπέτα της Τζελσομίνα.
Αντί να εκτονώσει την πλοκή με μία δακρύβρεχτη κορύφωση, ο Φελίνι παραδίδει διαχρονικό μάθημα χειρισμού της αποδραματοποίησης των υλικών αυτής της ανθρώπινης τραγωδίας, και «πνίγει» μέχρι και την ηχητική του μπάντα για να τονίσει την απουσία της ζωής. Και της αγάπης. Το ένα χωρίς το άλλο δεν επιζεί…