ΓΡΑΨΕ ΛΑΘΟΣ (2011)
(HEARAT SHULAYIM)
- ΕΙΔΟΣ: Οικογενειακή Δραμεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιόζεφ Τσένταρ
- ΚΑΣΤ: Λιορ Ασκενάζι, Σλόμο Μπαρ-Άμπα, Μίκα Λέβενσον, Αλίζα Ρόζεν, Άλμα Ζακ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 103'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: SEVEN FILMS
Η από λάθος επικείμενη απονομή του Βραβείου του Ισραήλ σ’ έναν ασκητικά εσωστρεφή ερευνητικό πανεπιστημιακό (από επιτροπή με πρόεδρο έναν δεκαετίες αντίπαλό του) αντί στον άρτι Ακαδημαϊκό, δημοφιλή συνάδελφο και γιο του, ο οποίος καλείται να «μπαλώσει» τη στραβή, τους φέρνει απέναντι. Ενώνοντας ή χωρίζοντάς τους;
Εξπρεσιονιστικά τράβελινγκ και γωνίες λήψεις, animation, γραφικά και εφέ μοντάζ, χρήση crescendi ορχηστρικού soundtrack και σάτιρα μικρόκοσμων (από τα media μέχρι τη φιλολογική ελίτ της Ιερουσαλήμ), παραπομπών από το Σορεντίνο και το Φελίνι ως το Γουές Άντερσον και το Γκρίναγουεϊ: αυτά (και ο αμερικανικός εβραϊκός δάκτυλος, για τους συνωμοσιολόγους ρατσιστές) ίσως είναι τα αριστεία που το οδήγησαν στα ξενόγλωσσα Όσκαρ. Μια ιλαρών υποσημειώσεων, γονικής παροχής εκκρεμοτήτων και σασπένς τροπών – ζοριών επιθεώρηση family δεσμών, με κεφάλαια για τη φαλκίδευση της αλήθειας σε επιστήμη και ζωή, το DNA της ματαιοδοξίας, το χάσμα γενεών του συναισθήματος και το κατεστημένο των θεσμών απ’ την αστυνομοκρατία ως τη διανόηση, απ’ την άλλη, πιθανώς το πριμοδότησε για το βραβείο σεναρίου πέρσι στις Κάννες.
Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι η νέα πολεμική (μετά το κυριολεκτικά τέτοιο «Beaufort») ενός από τους πλέον προχώ δημιουργούς του Ισραήλ διαβάζεται, απ’ τα δεξιά προς τα αριστερά βέβαια, ως μια πανούργα αλληγορία για τον κρατικό ομφαλοσκοπικό ερμητισμό, την οπισθοδρομικά δογματική αδιαλλαξία και τον εθνικό διχασμό (τριχασμό, αν ληφθεί υπόψιν ο ρόλος του no future εγγονού) του χθες – σήμερα – αύριο. Με κάποιο τίμημα: «μεταφράζοντας» το επαγγελματικό και «το σόι μου μέσα» Ταλμούδ πατέρα – κανακάρη, η προσοχή στο ξεφύλλισμα της (νύξεων τραγωδίας) ίντριγκας επανόρθωσης παρεξήγησης διασπάται από τα καυστικά γκαγκ παραλόγου, ενώ τα καλολογικά στοιχεία φορμαλισμού ως υπερκείμενο εικονογραφούν βγάζοντας μάτι, ευτυχώς, πριν απ’ το αντίκρυσμα πορτρέτων που έχει ζωντανέψει η διδασκαλία της καταρτισμένης τρόικας λεκτόρων Ασκενάζι – Μπαρ-Άμπα – Λέβενσον.
Τα μέτωπα (και τα τραύματα) όλων μένουν ανοιχτά όπως το φινάλε. Εκεί όπου γεννήτορας και τέκνο, παραμένοντας διαμετρικά απομακρυσμένοι, έρχονται κοντά, θέλοντας και μη, έχοντας υποπέσει καθείς στα ανθρώπινα συγγνωστά σφάλματά του (στη χολή, στα μυστικά, στους συμβιβασμούς) και στις ενοχές που επιφέρουν. Εκεί όπου, αλίμονο, τόσο η υποπλοκή της «άλλης» γυναίκας όσο κι η νύξη για τη σύζυγο ως κρυφή λυδία λίθο – παράμετρο της έριδας των δύο ηλικιωμένων λογίων επιχειρούν να προσθέσουν (ατελώς αδέξια η πρώτη, καθυστερημένα η δεύτερη) στις πηγές των χαρακτήρων. Τα έχουν αυτά οι σχέσεις (στ)οργής. Τι να γίνει, γράψε λάθος…