FreeCinema

Follow us

HANDS OF STONE: ΜΑΖΙ ΩΣ ΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ (2016)

(HANDS OF STONE)

  • ΕΙΔΟΣ: Αθλητική Βιογραφία
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιόναταν Γιακουμπόβιτς
  • ΚΑΣΤ: Έντγκαρ Ραμίρες, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Άνα ντε Άρμας, Άσερ Ρέιμοντ, Ρουμπέν Μπλάδες, Τζον Τουρτούρο, Πέντρο Πέρες
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 111'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Η άνοδος, η πτώση, η επάνοδος του πυγμάχου Ρομπέρτο Ντουράν απ’ τον Παναμά, αγκαλιασμένη με την τακτική τού Gringo coach που τον ανέδειξε. Juntos πώς το ‘καναν;

Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού, δε λένε; Δυνατοί μέσα στη συντεχνία τους μπορεί να είναι, αλλά σοφοί σίγουρα όχι οι αφοί Γουάινστιν, που τρώνε ξανά ήττα επιχειρώντας να πάρουν τη ρεβάνς για το ξάπλωμα του «Ο Αριστερόχειρας», έχοντας ανεβάσει κιλά (βιογραφία) και αλλάξει κατηγορία (ταινία περιόδου), όπως κι ο θρύλος Ρικάρντο Ντουράν στη ρελάνς τού 70’s παλμαρέ του στα 1980’s. Έτσι, αυτός ξαναβρήκε τον εαυτό του και θριάμβευσε. Οι παράγοντες αδελφοί; Αφήνουν τραυματικά τα σημάδια της επέμβασής τους (του final cut συμπεριλαμβανομένου, εννοείται) στο φιλμικό σώμα, σε μια απόπειρα να το σηκώσουν από το καναβάτσο όπου το οδηγεί, κυρίως λόγω της απειρίας του στις ματσάρες και της αδυναμίας του να πατήσει πόδι στο υλικό – τόφαλο, ο νέοπας Γιόναταν Γιακουμπόβιτς.

Οι οπαδοί τού genre μόνο μπορεί να ποντάρουν και να μην βγουν χαμένοι (στο παιχνίδι «ποια φάση δεν είναι ριπλέι;») σ’ αυτό το μπουνίδι μεταξύ του «El Cantante» του Λεόν Ιτσάσο και του «Ο Σημαδεμένος» του Μπράιαν Ντε Πάλμα, που επιχειρεί να δαφνοστολίσει το μπούστο τού εγκαταλειμμένου από Αμερικανό πατέρα και πάμφτωχου cholo με τις βραχώδεις γροθιές, ο οποίος αψίκορος και κοκορευόμενος αναδεικνύεται σε παγκόσμιο πρωταθλητή, εν μέρει μέσα από το παράλληλο πορτρέτο του επίσης φημισμένου προπονητή του, Ρέι Αρσέλ. Το πρώτο γονάτισμα λαμβάνει χώρα εδώ, καθώς μεταμορφωμένος κομμωτικά αλλά σε επιεικώς γνώριμη υποκριτική μόντα ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, στον ρόλο τού άσου στη στρατηγική Εβραίου Γιάνκη πάλιουρα που κουμαντάρει με ζόρια την ταλεντάρα τού αυτοκαταστροφικού παίκτη του υπό την βλέποντας-και-κάνοντας σκέπη της χωμένης στο σπορ Μαφίας (enter Τζον Τουρτούρο Νονός), επωμίζεται επίσης τo άβολο κι άνευρo (σαν μίας λήψης) σποραδικό voice-over που συμπληρώνει κρίσεις για τον προκομμένο ή, ακόμα χειρότερα σε μια όψιμη σκηνή φολκλόρ θρησκευτικής λιτανείας, κάνει λιανά ό,τι βλέπουμε στην οθόνη.

Ενώ η δική του ζωή, καταδικασμένη από το σενάριο σε ατροφία, μοστράρεται ακόμη πιο λειψή σε μύες στο – οξύμωρα πραγματικά συγκινητικό και εξωφιλμικά ψυχαναλυτικού δεύτερου επιπέδου – επεισόδιο της ναρκομανούς κρυφής κόρης (που υποδύεται η πραγματική θυγατέρα από τον πρώτο διαλυμένο γάμο τού ηθοποιού, Ντρίνα), είναι αυτός ο επίδοξα εθνικός αλλά τελικά πιο στιβαρός ως couleur locale βραχίονας, που ο γείτονας Βενεζουελάνος auteur προσπαθεί μισοαδέξια να βάλει στο παιχνίδι τού παρακειμένου της προσωπογραφίας, που στέκεται το δεύτερο πλήγμα. Το πολιτικό ιστορικό τής εκμεταλλευτικής σχέσης των ΗΠΑ με τη μικρή χώρα (και συνεκδοχικά την υπόλοιπη Κεντρική Αμερική), που η αφήγηση ανεβάζει τακτά στο ρινγκ μέσω επικαίρων για τους χρόνιους πολιτικούς διαγκωνισμούς με έπαθλο την κυριότητα της Διώρυγας, πάσχει όμως δραματουργικά και αντανακλάται πιο πειστικά (και σίγουρα πιο διασκεδαστικά) στο ευφυολόγημα «Θα σου δείξω εγώ την αληθινή διώρυγα», σε μια σκηνή συνεύρεσης του αντρόγυνου των Ντουράν, παρά στην πεισματάρικη επιθετικότητα του hombre ως σύμβολο του διακαούς πόθου της πατρίδας του για εδαφική χειραφέτηση.

Έχουμε να κάνουμε, επαινετέα στις προθέσεις της, με μια συμπαραγωγή από εν πολλοίς παναμέζικο και latin τεχνικό team, κάτι που δυστυχώς ο Γιακουμπόβιτς πληρώνει ακριβά και με τουλάχιστον δύο περαιτέρω χαμένα σημεία. Ο εθνικός σταρ της χώρας Ρουμπέν Μπλάδες μοιάζει βαλτός δίκην συμβόλου (εκνευριστικότερα στο soundtrack, με πληθώρα ολιγοδευτερόλεπτης και συχνά αχρείαστης παρουσίας ηχογραφήσεών του) παρότι καθόλου κακός ως ατζέντης – βδέλλα. Κυρίως: το ανά σημεία άγαρμπο μοντάζ τού Μεξικανού Ίθαν Μανίκις πληγώνει τον οπτικοακουστικό βηματισμό, τόσο σε πρώιμα mini view-master της ζωής όσο και στο man to man των αγωνιστικών οροσήμων τού Ντουράν, προσπαθώντας να βάλει κάτω (στη δεύτερη περίπτωση, με βοήθεια απ’ το ανίκανο να κρυφτεί CGI) το παίζω-και-μαθαίνω απέναντι στο μπαλέτο των salas de sangre τού Χιλιανού Μιγκέλ Λιτίν στη φωτογραφία. Οι στραβοψαλιδιές τού ροντριγκεζικού μονιμά, βεβαίως, είναι κατ’ εντολήν των αφεντικών στη γωνία, που έχουν κοπανηθεί ανοήτως απ’ τη μία να μικρύνουν οφθαλμοφανέστατα την ταινία (θα δούμε την εκδοχή του σκηνοθέτη κάποτε;) κι απ’ την άλλη να κάνουν αβάντες σε «ονόματα» συμμετεχόντων όπως ο r’n’b σταρ Άσερ, που «χτισμένος» υποδύεται τον «Κριντ» τού Ρόκι μας, τον κολοσσό «Σούγκαρ» Ρέι Λέναρντ (με μια ερωτική σκηνή του να ουρλιάζει ως παντελώς περιττή και το ξεπέταγμα του «αντιλαβού;» των κινήτρων τής πρόκλησής του απ’ τον disrespectful Ντουράν να ψιλοσφαδάζει ως εκεί MacGuffin).

Αυτό το μοντάζ ξαπλώνει, περισσότερο απ’ το καθιερωμένο crossfit της αρχετυπολογίας σε μουχλιασμένες σάλες του Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν τού ρεζουμέ (η γνωριμία και τα καβγαδάκια με τη συμβία και τον μέντορα εναλλάξ, οι παρασπονδίες μετά τη δόξα και τα κάτω από τη μέση χτυπήματα από τον βούρκο του κυκλώματος, η κοπιώδης επάνοδος του πεισμωμένου ν’ αποδείξει ξανά τη στόφα του απαξιωμένου τιτλούχου, η συνάντηση που θα τα κρίνει όλα), το δυνάμει γλαφυρό τού στόρι, που αδυνατεί ν’ αναπνεύσει, μην πατώντας καλά κατόπιν κοφτών hook, σε sketch απ’ το σπίτι ώς το gym κι απ’ το calle ώς το στάδιο. Κάπως έτσι, ακόμη και δύο κομβικές για το υπόβαθρο τού ήρωα σεκάνς (αυτή της συνάντησής του μ’ ένα πρόσωπο των μικράτων του κι εκείνη της τύχης ενός κολλητού) αποτυγχάνουν να καταφέρουν το επιδιωκόμενο uppercut.

Κι όμως, υπήρχαν οι κλειδώσεις για κάτι που θα λύγιζε σίδερα στην πραγματική ιστορία, των επιτευγμάτων αλλά και των απωθημένων, αυτού του παρεξηγιάρη και θερμοκέφαλου μιγά μούλου με τα direct που άφηναν σέκους τους αντιπάλους έως την πέμπτη δεκαετία της ζωής του. Που ώς τα 16 δεν είχε τι να βάλει στο στομάχι του και όταν «φτιάχτηκε» τάιζε όλο το barrio. Που χτυπούσε τους ιμπεριαλιστές Americanos στο πρόσωπο του Σούγκαρ γιατί είχε άχτι τον γονιό του κι έλεγε papa τον coach στον οποίο έβγαζε τα σκώτια. Που, ως άλλος Μοχάμεντ Αλί αλλά μέσα στα σκοινιά, την ώρα τού ξύλου, είπε σε ολάκερο το σύστημα (την ομοσπονδία, τα media, τους οπαδούς, τον στοιχηματισμό) «όχι άλλο» στην πιο καθοριστική καμπή της καριέρας του (με διαφορά, το πιο αιμάσσον μέλος τού φιλμ) και χωρίς να έχει χάσει από κανέναν.

Η βαρέων βαρών (συν)εργασία γκαρνταρόμπας και σκηνικών επενδύει τις εποχές με τα πάντα όλα και δεν πετάει ποτέ λευκή πετσέτα, η Κουβανή Άνα ντε Άρμας θα αφήσει ξερούς όσους φαντασιώνονται την επόμενη Μάργκο Ρόμπι, το σασπένς για τους μη γνωρίζοντες την έκβαση των αναμετρήσεων με το… γάντι υφίσταται, οι ατάκες που σε συνεφέρνουν σαν αιθέρας υπάρχουν («to rest is to rust», «boxing is brain over brawn») πλάι σ’ έναν άνευ κινηματογραφικού προηγουμένου φιλιππικό – ξεμπρόστιασμα: «Το box διοικείται από εγκληματίες, καθάρματα και απατεώνες από τότε που γεννήθηκε». Ακόμη κι ο Έντγκαρ Ραμίρες έχει του χεριού του τη σωματοδομή απ’ τη μία, το αντιφατικό εκρηκτικό ταμπεραμέντο απ’ την άλλη, τιμώντας (στο πιο πιασάρικο) τον fighter ον ετάχθη να σαρκώσει. Το ότι το παραπαίον the mappes show (διττά μεταφορικά, τα μπουκετώματα αλλά και η παρέλαση προσώπων) και το στημένο της… υπόθεσης καθιστά και αυτόν αναλώσιμο, έναν contender της υποκριτικής που κατέληξε has-been βάζοντάς τα επί δίωρο μ’ έναν ανδριάντα (στο) entertainment, δείχνει πόσο κοντά στο ντισκαλιφιέ, αν και με τα φαντεζί ξεσπάσματά του, είναι το πράγμα. Μάικ Τάισον, δεν θ’ αντέξω άλλον έναν τέτοιο γύρο φέτος…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Επουδενί «Οργισμένο Είδωλο» (κουλτουριάρηδες, συχνά θα βγείτε αναίσθητοι), κατώτερο κι απ’ το περσινό σταλόνειο sequel τού franchise που ξέρεις (μουλτιπλεξάδες, υπόψιν ότι εκείνο το βρήκα υπερεκτιμημένο), φυλετικοστιλιστικά και ως αποτέλεσμα πιο κοντά στο «Undefeated» (το καμπανάκι χτυπάει για τηλεορασόπληκτους) σε βαριάντα period. No más…


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.