ΕΝΑΣ ΔΡΑΚΟΣ ΕΡΧΕΤΑΙ! (2016)
(EJDEHA VARED MISHAVAD!)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα Μυστηρίου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάνι Χαγκίγκι
- ΚΑΣΤ: Αμίρ Χαντίντι, Χομαγιούν Γκανιζαντέ, Εσλάν Γκουνταρζί, Κιάνα Ταχαμόλ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 105'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: AMA FILMS
Αστυνομικός ντετέκτιβ ερευνά την αυτοκτονία πολιτικού εξόριστου σε απομονωμένη περιοχή του Ιράν το 1965. Πενήντα χρόνια αργότερα, κινηματογραφιστής προσπαθεί να ενώσει τα κομμάτια των γεγονότων και να ανακαλύψει τι ακριβώς είχε συμβεί τότε.
Είναι δύσκολο να καταταχθεί σε ένα κινηματογραφικό genre τούτη η ταινία από το Ιράν. Ο δράκος του τίτλου μπορεί να προδιαθέτει για κάτι που κινείται στη σφαίρα του παραμυθιού, αυτό όμως που φτιάχνει ο σκηνοθέτης Μάνι Χαγκίγκι είναι ένα σουρεαλιστικό μείγμα αστυνομικής νουάρ ιστορίας, πολιτικής αλληγορίας και μεταφυσικών δοξασιών, σερβιρισμένων υπό τον μανδύα ενός δήθεν ντοκιμαντέρ. Παίζει με την ιδέα τού τι είναι αληθινό, μπλέκει με πολλά φιλμικά είδη που φαινομενικά δεν ταιριάζουν, καταφέρνει όμως, με έναν μαγικά παράξενο τρόπο, να την βγάλει καθαρή μέχρι τέλους.
Η ιστορία έχει τις ρίζες της σε μια υπόθεση που χρονολογείται στο 1965, με έναν κάποιο ντετέκτιβ Χαφίζι να καταφθάνει με μια α λα Blues Brothers αμφίεση στο νησάκι Κεμς του Περσικού Κόλπου, ώστε να διερευνήσει τις συνθήκες αυτοκτονίας (ή μήπως δολοφονίας;) ενός πολιτικού κρατουμένου. Εκεί, αφού συλλέξει τις πρώτες πληροφορίες, ενημερώνεται για τον τοπικό θρύλο που λέει πως κάθε ταφή στο νεκροταφείο του χωριού προκαλεί έναν ισχυρό σεισμό. Αυτό το υπερφυσικό φαινόμενο αναγκάζει τον ντετέκτιβ να ζητήσει επιπλέον βοήθεια, ώστε να κατανοήσει πλήρως τις διαστάσεις της υπόθεσης, με αποτέλεσμα να έρθουν στην περιοχή ένας γεωλόγος και ένας ηχολήπτης, με τον δεύτερο να εγκαταλείπει γι’ αυτόν το λόγο τα γυρίσματα της ταινίας στην οποία εργαζόταν. Η εισαγωγή των δύο αυτών χαρακτήρων δεν γίνεται με τον πλέον τυπικό τρόπο, αφού η παρουσίασή τους εκπροσωπείται από τον ίδιο τον σκηνοθέτη, ο οποίος μιλώντας on camera αφηγείται τους λόγους που τον έκαναν να ασχοληθεί με τα όσα περιγράφει, δίνοντας στο εγχείρημά του έναν mockumentary τόνο. Μπερδεύει στη διήγησή του τον κινηματογραφιστή παππού του, Ιμπραήμ Γκολεστάν, σημαντικό εκπρόσωπο του νέου κύματος του ιρανικού σινεμά και το φιλμ το οποίο αυτός γύριζε τότε, με τίτλο «Khesht va Ayeneh» (1965), με τις πολιτικές εξελίξεις της ταραγμένης εκείνης εποχής, μιας και όσα διαδραματίζονται ξεκινούν από την επομένη της δολοφονίας τού τότε Πρωθυπουργού της χώρας, Χασάν Αλί Μανσούρ.
Ο Χαγκίγκι πετυχαίνει διάνα σε ό,τι έχει να κάνει με το εικαστικό κομμάτι της ταινίας του. Το σκηνικό του εγκαταλελειμμένου πλοίου, σαν τόπος εξορίας, σε συνδυασμό με το ξερό, άνυδρο τοπίο της νήσου Κεμς, που με τους πελώριους βράχους του θυμίζει Άγρια Δύση, δημιουργούν την πρώτη συναρπαστική εντύπωση. Φροντίζει, δε, να τονίσει όλα αυτά με τα έντονα χρώματα που χρησιμοποιεί σε οτιδήποτε μπορεί (από το χτυπητό πορτοκαλί του αυτοκινήτου του ντετέκτιβ μέχρι… τα γυαλιά του ηχολήπτη του), με μια απίθανη, φωτεινή φωτογραφία που θυμίζει το στιλ του Ταρσέμ Σινγκ στο παραγνωρισμένο, πλην όμως εξαιρετικό «Τhe Fall» (2008). Το μουσικό score, ένας άψογος συνδυασμός ηλεκτρονικών industrial ήχων και τοπικής μουσικής παράδοσης, ντύνει με έναν υπνωτιστικό, στοιχειωμένο τρόπο την αστυνομικού ύφους πλοκή, βοηθώντας στη δημιουργία μιας απόκοσμης ατμόσφαιρας. Δίνοντας, δε, στον βασικό του ήρωα το τυπικό παρουσιαστικό μιας νουάρ φιγούρας, υποδεικνύει τη δυτική επιρροή ακόμα και σε αυτό το απομακρυσμένο κομμάτι της Ανατολής, συμβολίζοντας ίσως την «απειλή» της εισβολής στην πολιτιστική κληρονομιά του τόπου.
Το πρόβλημα της ταινίας του Χαγκίγκι είναι πως κάπου δείχνει ότι δεν μπορεί να ενώσει κατάλληλα τις πολλές του ιδέες, ώστε να πετύχει ένα συμπαγές αφήγημα, εύκολο στην παρακολούθηση. Η μετάβαση από τη γραμμικότητα της δομής σε ένα κάπως ντοκιμενταρίστικο ύφος μπερδεύει τον θεατή (ενίοτε υπερβολικά), ενώ τα πολλά στοιχεία της ιρανικής κληρονομιάς και των μύθων του τόπου, που ασφαλώς χρησιμοποιούνται, εμπλουτισμένα εδώ με τη φαντασία του σκηνοθέτη, δεν τυγχάνουν μιας κάποιας επεξήγησης ώστε να γίνουν πιο προσιτά σε θεατές που σίγουρα τα αγνοούν. Το ίδιο συμβαίνει και σε σχέση με το πολιτικό υπόβαθρο, με άμεσες αναφορές στη διαβόητη Σαβάκ (η μυστική υπηρεσία πληροφοριών που εγκαθιδρύθηκε από τον Σάχη στα τέλη της δεκαετίας του ’50), θέτοντας ως αφετηρία του σεναρίου την επομένη της δολοφονίας του τότε Πρωθυπουργού, που αφήνει το κοινό έρμαιο υποθέσεων για το τι θέλει να υποδηλώσει με τον ορισμό του συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου, κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «Λευκής Επανάστασης», δηλαδή. Η αποκρυπτογράφηση της υπόθεσης γίνεται σε ορισμένες περιπτώσεις σπαζοκεφαλιά, εξαιτίας των υποπλοκών και των αλμάτων στον χρόνο, όμως το βέβαιο είναι πως τούτος ο γρίφος ασκεί μια πρωτότυπη γοητεία, για την οποία αξίζει να μπείτε στον κόπο να προσπαθήσετε να τον λύσετε.