FreeCinema

Follow us

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΛΑ ΠΑΖ (2016)

(CAMINO A LA PAZ)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Φρανσίσκο Βαρόνε
  • ΚΑΣΤ: Ροντρίγκο Ντε λα Σέρνα, Ερνέστο Σουάρες
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 92'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: DANAOS FILMS

Ούτε-καν-ουμπεράς πάει ηλικιωμένο πιστό του Ισλάμ απ’ το Μπουένος Άιρες στη Βολιβία, σχεδόν 1400 μίλια μακριά. Μαζί δεν κάνουνε και χώρια δεν μπορούνε. Τι θα πάρουν στη διαδρομή και πού θα βγάλει καθέναν τους;

Το δεύτερο όνομα της διανομής και η διασυνοριακή LatAm περιπέτεια αυτοανακάλυψης του «Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας» του Γουάλτερ Σάλες. Η αμοιβαία σημαδιακή «κράτα με να σε κρατώ να ανεβούμε το βουνό» συνάντηση της εκατέρωθεν αποδοχής δύο γενεών και δύο Πιστεύω του ταξιτζίδικου «Goodbye Solo» του Ράμιν Μπαράνι. Οι σκυλοχαριτωμενιές του «Γουέντι και Λούσι» της Κέλι Ράικαρντ. Και όμως: είναι δυνατόν να σταματάς για λαϊκό (ή όχι τόσο, ας πούμε όπως θα το έκανε ένας Πάουλο Κοέλιο με credo στον Μωάμεθ) προσκύνημα σε σύγχρονα ορόσημα του road movie και, έχοντας εκκινήσει με… μηχανικά προβλήματα και χωρίς καύσιμο super αλλά με καλή καρδιά, τους εποχούμενους καθοδηγούμενους αξιοσημείωτα και προσέχοντας τόσο τον χάρτη όσο και το βολάν, να φτάνεις στον προορισμό σου. Αν μάλιστα το παίρνεις και πρώτη φορά στα χέρια σου, όπως ο Φρανσίσκο Βαρόνε, ε, «κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε».

Το σύνδρομο του Πίτερ Παν (το οποίο σπρώχνει γρήγορα κι αδέξια στη σκιά της δραματουργίας τον κεντρικό γυναικείο χαρακτήρα) και η οικονομική κρίση στη χώρα (την οποία ανεπαρκώς αντικατοπτρίζει η πρώιμη τροπή – έκπληξη στην εργασιακή κατάσταση της σενιόρας) στέκονται ως η διπλή αφετηρία τού με ψιλοκρύο το μοτέρ Αργεντινού δημιουργού, που πάντως δεν στουκάρει στα εύστοχα σύντομα τροχαία ενσταντανέ τού ταρίφα. (Συγγνώμη, αλλά εδώ δράττομαι της ευκαιρίας να βροντοφωνάξω ότι το «Ταξί στην Τεχεράνη» του Τζαφάρ Παναχί είναι «ένα η-ζωή-μιμείται-την-τέχνη-ή-η-τέχνη-τη-ζωή;» αριστούργημα.) Του 30φεύγα Σέμπας, ενός με τα κουσούρια τού μέσου αρσενικού πλακατζή, απροβλημάτιστα απολυμένου, που δεν μοιράζεται με την υπάλληλο γραφείου συμβία του το όνειρο ενός παιδιού αλλά, μετατρέποντας μια αστεία συγκυρία (το τηλέφωνο του νέου του σπιτιού, που ανήκε σε εταιρεία ραδιοταξί, χτυπάει συνεχώς για κούρσες) σε επαγγελματική ευκαιρία (τη μετατροπή τού Peugeot τού μακαρίτη πατέρα του, το οποίο προσέχει ως κόρη οφθαλμού, σε εν αγνοία των πελατών του «πειρατικό» με τον ίδιο ως chauffeur), γνωρίζει, εξυπηρετώντας τακτικά, τον Χαλίλ. Ο στριφνά λιγομίλητος, προχωρημένης ηλικίας, με αδιευκρίνιστα προβλήματα υγείας και, παρότι γκάγκαρος, μουσουλμάνος συμπολίτης του θα του ζητήσει να τον μεταφέρει στην πρωτεύουσα της γείτονος, ώστε αυτός κι ο αδελφός του συνεχίζοντας μέσω πλοίου να κάνουν μία φορά κι αυτοί το Χατζ τους στη Μέκκα.

Ενώ ο Χαλίλ πορεύεται στωικά προς την απολύτρωση μέσω του εκούσιου ιερού του καθήκοντος, αποδεχόμενος την πρόταση (εν μέρει για τα λεφτά κι εν μέρει για να αναπνεύσει λίγο εκτός γάμου) ο όχι της εκκλησίας Σέμπας μέλλεται να αποκομίσει more than he bargained for. Εξυπακούεται, έχοντας γίνει το όχημα με το οποίο ο Βαρόνε αρχικά παίρνει αλλά γρήγορα αποδεικνύεται ότι παρακάμπτει κι επαναχαράζει τα «εκεί που είσαι ήμουνα κι εδώ που είμαι θα ‘ρθεις» και «εσύ Χριστό κι εγώ Αλλάχ, όμως κι οι δυο μας αχ και βαχ» μονοπάτια. Απρογραμμάτιστοι συνεπιβάτες (από μια hitch hiker έως έναν… Μουμπάρακ), η φύση του ανθρώπου (η πιεστική κύστη τού μπάρμπα) και του όξω (ένα ποτάμι σ’ έναν χωματόδρομο), το Καλό στην ανοιχτή εστία του Άλλου (από ένα ευχαριστήριο τραπέζωμα μέχρι το κοντά στο ντοκιμαντέρ σουφικό μυστήριο του Dikhr σε τσαρδί οικοδεσποτών), το Κακό (που ενεδρεύοντας θα τρακάρει και… δέσει καταλυτικά τους δύο ήρωες): καθένα με τη σειρά του γίνονται, με ακροθιγώς culture clash διάθεση (όχι τυχαία, οι ευλογημένοι απ’ την καθολική εκκλησία μαθουσάλες της rock Vox Dei, που ακούει φανατικά ο «νεαρός», αποδεικνύονται το πιο κορναριστό σχετικό σημαίνον), στροφές χιούμορ που παίρνονται όμορφα (1+1 μούργος κλέβουν την παράσταση εδώ) και ατμόσφαιρες αφτιασίδωτων τοποθεσιών γύρας (ο dp του «La Antena», Φρανσουά Κοτέ, σε ταξιδιογραφικό υφάκι Κάρλος Σορίν εκτός παταγονικών vistas), οι σταθμοί αυτού του ποδηγετημένου ειδολογικά αλλά εκφεύγοντος στις δικές του, πιο (τριτο)κοσμικές και όντως en paz συντεταγμένες odd couple.

Θα καταφέρουν να αριβάρουν δεόντως, ακόμη και φτωχούληδες του Θεού (δώσε άφεση και για το σεναριακό σπρώξιμο του τουτού στο mini επεισόδιο του τηλεφωνικού εμβάσματος); No importa, αφού είναι σαν ν’ ακούς απ’ τα ηχεία το ζητούμενο «en el camino mismo». Πριν τη μυθοπλαστική φανοποιία τού βολιβιανού τέρμινου («η ειρήνη» στα ισπανικά, το δεύτερο αναπόφευκτα όνομα-και-πράγμα εικονοστάσι τής σημειωτικής τής ταινίας), ο μανούλα στις μεταμορφώσεις αλλά και στους hombres της διπλανής πόρτας Ροντρίγκο Ντε λα Σέρνα (που στην αμέσως επόμενη δουλειά του στο πανί υποδύθηκε τον – Αργεντινό – Πάπα Φραγκίσκο σε μια βιογραφία δια χειρός τού Ιταλού Ντανιέλε Λουκέτι!) κι ο πρωτοεμφανιζόμενος στη μεγάλη οθόνη Δωριεύς του θεάτρου Ερνέστο Σουάρες, το γκάζι και το φρένο της αφήγησης, μοιράζονται (και, αυτό είναι το πιο ζωογόνο κήρυγμα, ενίοτε ανταλλάσσουν ή συναιρούνται σε) δίπολα: καλών κι αποδεχόμενος την κλήση (και την κλίση του), τιμονιέρης και συνοδηγός, γιος και πατέρας, μαθητής και δάσκαλος, νοσών και θεράπων, κατηχών και κατηχούμενος, πνευματικός κι εξομολογούμενος.

Μαζί μπορούν, πρώτα σε μια πανούργα αμφίρροπης έκβασης σκηνή απόπειρας προσηλυτισμού και, κυρίως, στην πιο αθόρυβα αποδαιμονοποιητική για τη θρησκεία του Κορανίου στην πρόσφατη μνήμη σεκάνς, μια από τις μυσταγωγικότερες της χρονιάς, εκείνη της ιστορούμενης παραβολής του αιωρούμενου ορειβάτη στο κενό και στο σκοτάδι που του μιλάει ο – όποιος – Ύψιστος. Εκεί ο Χαλίλ θα αφήσει το χνάρι του κληρονομιά, ψυχής και βίου, στον Σέμπας. Που έχει διαμοιράσει κάτι παραπάνω απ’ τα ιμάτιά του, έχει μεταλάβει το σώμα και το αίμα, έχει – ανδρωμένος – κόψει το δικό του το σκοινί. «Το μόνο που πρέπει να φοβόμαστε είναι ο ίδιος ο φόβος», που είπε και ο Ρούζβελτ. Σαν βγεις στον πηγαιμό…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Παρά τα déjà vu, άχαστη ατραπός για τους amigos τόσο του genre όσο και του, με σπίντα στις ελληνικές αίθουσες φέτος, ιβηρόφωνου κινηματογράφου. Οι arthouseάδες θα νιώσουν (και θα ψιλογκρινιάξουν) στα σαμαράκια, αλλά οι περισσότεροι θα μείνουν ικανοποιημένοι στο κάθισμα. Οι mainstreamάδες, αν πάρουν το αμαξάκι, θα βρουν κι αυτοί έναν εναλλακτικό προορισμό. Μπάτε σκύλοι (και κυνόφιλοι) αλέστε, επίσης. Τα θηλυκά θα δυσφορήσουν με το άγαρμπο έμφυλο STOP, οι κόντρα στη θεολογία με το σχετικό (μολονότι πιο «όλα μέσα» απ’ ό,τι περιμένει κανείς) chic.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.