FreeCinema

Follow us

ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ (2018)

(BEDOONE TARIKH, BEDOONE EMZA)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Βαΐντ Τζαλιλβάντ
  • ΚΑΣΤ: Αμίρ Αγκαΐ, Ναβίντ Μοχαμαντζαντέ, Χεντιγέ Τερανί, Ζακιέ Μπεμπαχανί
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 104'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: AMA FILMS

Τροχαίο μεταξύ παθολογοανατόμου της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας της Τεχεράνης και πατριάρχη φτωχιάς φαμίλιας, αλλά κυρίως λανθασμένες σπασμωδικές αντιδράσεις εκατέρωθεν, δένουν τα kismet τους τραγικά. Αλλαχουάκμπαρ;

Στον Τζαλιλβάντ πρέπει να αρέσει το «Insomnia», τα αμερικανικά σασπενσιάρικα ιατρικά serial και, βέβαια, ο Ασγκάρ Φαραντί. Το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει οποιοσδήποτε, σ’ οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, πόσω μάλλον στο πλαίσιο του ελεγχόμενου περιβάλλοντος της κινηματογραφίας του Ιράν, μ’ αυτές τις τρεις αναφορές το έκανε, στην παρούσα δεύτερή του ταινία κιόλας – με την ικανότητά του ως ήδη απ’ την εφηβεία του θεατρικού ηθοποιού στη διδασκαλία των «συναδέλφων» του και την προϋπηρεσία του ως κοινωνικού ντοκιμαντερίστα για την κρατική τηλεόραση να αντιπαλεύουν η μία (μέγιστο προσόν) την άλλη (υπολογίσιμο βαρίδι). Αλλά, αν και ταυτόχρονα εξελίσσει προς το λιγότερο «ντουντούκα» τη… γλώσσα που πρωτοέβγαλε στο απρόβλητο εδώ ντεμπούτο του, «Τετάρτη, 9 Μαΐου», «Ένας Ακέραιος Άνθρωπος», όπως ο Μοχάμαντ Ρασούλοφ στο περσινό chef d’oeuvre – γροθιά του ή όπως ο πιο διεθνής των συμπατριωτών του στο «Ο Εμποράκος» πρόπερσι, απέχει ακόμα απ’ το να είναι, ως δημιουργός τουλάχιστον.

Θλάσεις κυρίως στον σεναριακό (με μόνιμο συνεργάτη τον Αλί Ζαρνεγκάρ) παρά στον αφηγηματικό ιστό επιφέρουν εν προόδω τις ενοχλήσεις. Ο Τζαλιλβάντ ακολουθεί οφθαλμοφανέστατα την αγωγή Φαραντί: αποκρύψεις (τις οποίες ;ποδηγετούν; αντικειμενικές ανάγκες, καταπιέσεις του ατόμου ή ο άγραφος νόμος «ου μπλέξεις με τον γραπτό νόμο») ως συνέπεια μιας συγκρουσιακά κακιάς στιγμής κλιμακώνουν φορτικά τις συνθήκες διεπαφής ταξικά κι έμφυλα αλλά όχι αξιακά ανόμοιων μονάδων, γίνονται βούρδουλας στον προσωπικό ηθικό κώδικα και τον νου τους, και προστάζουν κάθαρση μολονότι οι καθαρές λύσεις αποδεικνύονται για όλους τους εμπλεκόμενους φενάκη κι αφού η υπόθεση έχει εξελιχθεί σ’ ένα «ποιος (δεν) το ‘κανε» με περαιτέρω περιπλοκές κι ανοιχτή έκβαση. Εδώ, για να αποφύγει ένα άλλο αμάξι, ένα αυτοκίνητο αναγκάζεται να τρακάρει μ’ ένα μηχανάκι. Ο οδηγός τού τετράτροχου σταματάει, είναι γιατρός, προσφέρεται να πάει αυτούς που χτύπησε σε κοντινή κλινική αλλά ζητάει να μην καλέσουν την αστυνομία, εξετάζει τον με πιθανώς τραυματισμένο έναν τους, προσφέρει χρήματα για τις ελαφρές ζημιές, τους ακολουθεί για να φροντίσει ότι πάνε στο νοσοκομείο, τους χάνει όταν στρίβουν γι’ αλλλού. Ο οδηγός της ο-Αλλάχ-να-την-κάνει-μοτοσικλέτα έχει επάνω τη σύζυγο, το μωρό και τον μικρό γιο τους, είναι θυμωμένος αλλά αφήνει τον ξένο να τσεκάρει τον με μάλλον αβάσιμες ενδείξεις ενόχλησης πιτσιρίκο, κατ’ αρχήν αρνείται αλλά στη συνέχεια παίρνει δύο χαρτονομίσματα ως αποζημίωση, τους ανεβάζει στη σέλα και φεύγει αγνοώντας τις συμβουλές. Οι δρόμοι τού ούτως ειπείν πλούσιου και του οπωσδήποτε φτωχού χωρίζουν ώσπου το άλλο πρωί το αυτί τού πρώτου θα πάρει ένα γνωστό όνομα στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία όπου εργάζεται: του το είχε πει το ίδιο το αγόρι, που τώρα βρίσκεται εκεί άψυχο. Τι συνέβη, ποιος φταίει, τι ακόμη πιο δραματικό έπεται;

Εγκαθιστώντας και στη δομή της εξιστόρησης το χάσμα μεταξύ των δύο ανδρικών κεντρικών προσώπων, ο Τζαλιλβάντ επί ώρα τους καθιστά εναλλάξ αυτοτελή επίκεντρα των επεισοδίων που θα κλιμακώσουν την ίντριγκα, καθώς ακόμα δεν είδατε τίποτα. Παίρνοντας αμπάριζα από το αστυνομικό classic του Νόλαν ή/και του αρχικού εμπνευστή Σκιόλντμπεργκ σε βαριάντα μοραλισμού, θέλει τον δόκτορα να επιχειρεί να μείνει αθέατος, ιδίως από τους γονείς, κατά τη διαδικασία της νεκροψίας την οποία παραχωρεί με μισόλογα στην πιο στενή (κρατήστε τη λέξη) συναδέλφισσά του. Το πόρισμά της περί εκδημίας από αλλαντίαση αντί να τον ξαλαφρώσει θα επιτείνει τις αμφιβολίες και τις τύψεις για το δικό του πιθανό φταίξιμο (enter το νοσοκομειακό μαζοχιστικό πατιρντί που διαιωνίζεται αρχής γενομένης από το «Στην Εντατική» ίσαμε το «Grey’s Anatomy»), καθώς ο πενθών πατέρας κάνει αρχικά γαργάρα το ότι είχε κουβαλήσει κοτόπουλα ύποπτης προέλευσης στο σπίτι. Κόντρα στη «δικιά» του ο δόκτωρ θα βαλθεί να εντοπίσει στο κουφάρι, που πλέον έχει πάει για ταφή, το ενδεχόμενο αφανούς μοιραίας κάκωσης που προήλθε από το ατύχημα και ο χαροκαμμένος, που ακούει τα σχολιανά του από τη θεοφοβούμενη συμβία του, να ζητήσει εξηγήσεις από εκείνον που του είχε πουλήσει τα σαπάκια στη ζούλα. Αναπόφευκτα οι δύο πρωταγωνιστές θα ξανασυναντηθούν πρόσωπο με πρόσωπο. Θα βγουν στη φόρα όλα σιγά-σιγά. Θα «πάθουν» κι άλλοι. Η Θέμις κι οι Ερινύες, α λα «Ένας Χωρισμός», ποιον θα καθήσουν στο σκαμνί;

Ο Τζαλιλβάντ ταΐζει τη δραματουργία και τον θεατή τις κρίσιμες (μια ληγμένη ασφάλεια οδήγησης) ή μη (ένα πληρωμένο τραπέζι έξω) πληροφορίες με το σταγονόμετρο όταν κι όπου πρέπει ώσπου πρωτοπαραπαίει παίζοντας την κολοκυθιά στα εντός ή εκτός γραφείου pas de deux των δύο επιστημόνων, που… στημένα σε κοντά στο μονοχρωματικό γκρίζο (σημαίνον την δεν-υπάρχει-άσπρο-και-μαύρο, αθώοι-κι-ένοχοι ανθρωπιστική θεωρία του) δικάμερο απηχούν κι υφολογικά τα σοβαρά medical σαπούνια της Δύσης στο διαδικαστικό μπρίζωμά τους. Πρόκειται για θεματολογική πρωτιά, μια άνευ κινηματογραφικού προηγουμένου ματιά στα άδυτα ενός κλάδου του εκσυγχρονισμένου κι όχι του βαθέος κράτους της Περσίας αλλά στην πορεία ελαφρώς αυτοαναλώνεται και κουράζει, καθώς μάλιστα η πένα υπαινίσσεται υπέρ το δέον θολά την όχι απλώς επαγγελματική φύση της σχέσης των δύο ανύπαντρων χαρακτήρων (που δεν μπορεί να ονοματιστεί για τον φόβο όχι των Ιουδαίων αλλά των μουλάδων) – ακόμη κι αν το ζήτημα των μη ευτυχισμένων ζευγαριών, επειδή πρέπει να κρύβονται ή επειδή πια απλώς υπομένει ο ένας τον άλλο σε συνθήκες ανέχειας, όπως συμβαίνει με τον έτερο πόλο των οικείων τού άτυχου αγορίνα, αποτελεί μια απ’ τις αιχμές κι ατού της ατζέντας του φιλμ, με πρόσθετη ευδιάκριτη τέτοια το απροκάλυπτο στανιάρισμα των καταλυτικών για τη μυθοπλασία ρόλων των θηλυκών, που είτε αφ’ εαυτού (η ανεπίσημη πραγματογνωμοσύνη υπέρ μιας νεαρής με μαύρο μάτι απ’ τον «αφέντη» της) είτε με τη βοήθεια του έτερου ημίσεος («Γιατί μίλησες έτσι στη γυναίκα μου;») φεμινιστικά… κηρύττουν ένα προοδευτικότερο αύριο.

Ο έτερος μείζων κλονισμός επέρχεται όταν μια δεύτερη τροπή ζωής και θανάτου μεταφέρεται τόσο στην απαρχή όσο και στην εγκληματική έκβασή της απλώς λεκτικά στην ανέλιξη του στόρι, ώστε να τη σπρώξει λίγο πιο κοντά προς το ανακριτικό ανάπτυγμα. Μια υποπλοκή – ξέφτι στην καταστασιακή gabbeh, του κατάκοιτου στην εστία γέρου πατέρα τού γιατρού, μπορεί να συγχωρεθεί, αυτή η σουρντίνα όχι, ειδικά αφής στιγμής ο Τζαλιλβάντ σ’ έχει προετοιμάσει για τον ακριβώς αντίθετο τόνο με τη (σχεδόν νεο)ρεαλιστική σεκάνς – έκρηξη της αναζήτησης του απώτερου αυτουργού τού ολέθρου, στην οποία ο δημιουργός βρίσκει το είδωλο των ψυχρών νοσοκομειακών διαδρόμων και θαλάμων, όπου δεν αναπαύεται η σορός τού παιδιού, στους ψυχρούς χώρους μιας μονάδας επεξεργασίας πουλερικών όχι χωρίς τα δικά της «άπλυτα». Αυτή η ικανότητα τού auteur να υπο-βάλλει, παρά τα arte povera μέσα του, οπτικοακουστικά ατμόσφαιρα (ο εφιαλτικός θόρυβος των τροχήλατων νεκροκρέβατων στο έμπα), αλλά και ψυχολογία ηρώων (τα άδεια δωμάτια τη νύχτα της μεγάλης απόφασης του μουσάτου McDreamy πριν από τη μέρα της κρίσης του) και πληροφορίες κατά των κακώς κειμένων (προσέξτε την πρώιμη αναφορά στον αυτοπυρπολισμό), κοντά στη με σταθερό χέρι κούρα τού μεταδοτικού ensemble, στρώνει επιθυμητά το μάγουλο της ταινίας. Που όμως, αφού υπερμαλάξει αισθητά σε νευραλγικά σημεία τη μυθοπλασία όσον αφορά το κλου διττής διαγνωστικής εικοτολογίας για να την ξαπλώσει στο «Έσφαλες; Έχεις ευθύνη, θα βράσεις στο ζουμί σου, κάπως θα πληρώσεις» φορείο, θέλει να τα ‘χει και καλά με τους από πάνω, τους έτοιμους να κλείσουν το στόμα στους όποιους Παναχί. «Οι θεσμοί λειτουργούν, να λέτε την αλήθεια χωρίς φόβο και πάθος» είναι σα να νουθετεί το καταθέσεων κλειστής αιθούσης επιστέγασμα. «Το Κοράνι θα σας τιμωρήσει!», είχε φωνάξει κι η θρήσκα μάνα νωρίτερα. Εντάξει, και το ίνδαλμά του γλείφει την εξουσία και της τα χώνει από κάτω για να παίρνει σφραγίδα έγκρισης και Όσκαρ. Ετούτος δεν είναι τόσο περδίκι ακόμα. My Stealthy Freedom; Ελπίζουμε, μαζί με τις μαντιλοφορούσες, προσεχώς…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Σαφώς και δίνεις όρκο του Ιπποκράτη, αν είσαι αρωστάκι με το art-house, αλλά η συνταγή μπορεί να σου φανεί κάπως γνωστή και υπο-εκτελεσμένη. Από τους έχοντες αδυναμία στα crime ή/και νοσηλευτικού chic crowd-pleaser αλλά όχι και στο ethnic σινεμά, αρκετοί μπορεί να εκπλαγούν ευχάριστα. Εξασφαλισμένη διάσειση στους φανατικούς multiplexάδες, ιδίως τους κάτω των 15.


MORE REVIEWS

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΞΑ

Η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Lancia θέλει να κερδίσει πάση θυσία το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983, όμως, το μοντέλο της 037 υστερεί σημαντικά έναντι της τετρακίνητης γερμανικής τεχνολογίας του Audi Quattro. Ο εκτελεστικός της Διευθυντής, Τσέζαρε Φιόρι, έχει μερικές πονηρές ιδέες οι οποίες ενδεχομένως μπορούν ν’ αλλάξουν τη διαφαινόμενη πορεία των πραγμάτων. Εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα.