FreeCinema

Follow us

ΑΓΑΠΗ (2012)

(AMOUR)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μίκαελ Χάνεκε
  • ΚΑΣΤ: Ζαν-Λουί Τρεντινιάν, Εμανουέλ Ριβά, Ιζαμπέλ Ιπέρ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 127'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Συνταξιούχοι δάσκαλοι μουσικής στα 80 κάτι τους, ο Ζορζ και η Αν γερνάνε με αγάπη και αξιοπρέπεια μέσα στη γαλήνη της οικίας τους. Όταν η υγεία εκείνης επιδεινώνεται με καλπάζουσα ταχύτητα, ο συζυγικός ρόλος εκείνου θα ξεπεράσει τα όρια του μαρτυρίου.

Ο Μίκαελ Χάνεκε δεν αγαπά τους ανθρώπους. Η ίδια μας η φύση, όμως, μέσα από τη φθορά στο χρόνο και την απόλυτη ημερομηνία λήξης μας, στέκει ως ο χειρότερος κριτής της πορείας του ανθρώπινου είδους. Το τέλος είναι άσχημο, όση αγάπη και να’ χεις μέσα σου. Η εμπειρία σε εξαθλιώνει. Και εσένα και όσους ανθρώπους ζουν γύρω σου. Ο πόνος της σκέψης του φευγιού, και μόνο, αρκεί για να σαρκάσει απέναντι στην άμυνα ή τις αντοχές του κάθε θνητού. Και μαζί, το τέλος της ζωής φέρνει τον οριστικό χωρισμό ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που αγαπιούνται. Η «Αγάπη» του Χάνεκε χαμογελά χαιρέκακα καθώς κοιτά το θεατή της στα μάτια, με ένα βλέμμα που θέλει να προκαλέσει μονάχα τον τρόμο. Ακόμη και ο τίτλος αυτής της ταινίας κρύβει μια βαθιά, αρρωστημένη ειρωνεία. Όχι συναίσθημα. Ούτε… αγάπη.

Στο γνωστό, «αντιδραστικό» ύφος του σκηνοθέτη, σε σχέση με τη γραμμικότητα της αφήγησης ή τη σκόπιμη διάβρωση του κανόνα που θέλει ένα φιλμ να έχει αρχή, μέση και τέλος, ο Χάνεκε ξεκινά την ταινία του με το μεγαλύτερο spoiler που μπορείς να φανταστείς: το φινάλε. Μια ομάδα αστυνομικών σπάει την πόρτα της εισόδου ενός απλού, μεσοαστικού διαμερίσματος στο Παρίσι. Η μυρωδιά δείχνει να τους ενοχλεί. Ένα δωμάτιο είναι ερμητικά κλειστό, αυτοσχέδια μονωμένο. Μέσα του, κείτεται το κουφάρι μιας ηλικιωμένης γυναίκας, καλοντυμένης, καλλωπισμένης, με άνθη τοποθετημένα στο προσκεφάλι της. Αναπαύεται. Εν ειρήνη. Ο τίτλος του έργου εμφανίζεται στην οθόνη. Κι ύστερα, ο Ζορζ και η Αν βρίσκουν τις θέσεις τους σε ένα θέατρο. Θα παρακολουθήσουν ένα κονσέρτο πιάνου. Οι θεατές του μας κοιτούν για λίγη ώρα. Είναι μια κάπως αμήχανη στιγμή. Ποιος είναι το θέαμα εδώ; Εκείνοι ή εμείς; Ποιος θα «παίξει» με τη… ζωή (του);

Οι υπόλοιπες συστάσεις γύρω από τη σχέση του ανδρόγυνου είναι καθαρά τυπικές. Κλινικά καθαρές, όπως η αισθητική των – αποκλειστικά – εσωτερικών πλάνων. Λίγοι καλοί γείτονες που βοηθούν το ηλικιωμένο ζευγάρι, μια κόρη που ακολούθησε καριέρα ως μουσικός, αλλά σπάνια βρίσκεται κοντά τους. Ο Ζορζ και η Αν είναι οι αποστειρωμένοι παππούδες που έχεις παρατήσει στο επίσης γηραλέο διαμέρισμά τους και επισκέπτεσαι μονάχα αν σε βγάλει εκεί ο δρόμος σου, τυχαία. Δεν είναι τόσο τραγικό, γιατί αγαπιούνται. Συνυπάρχουν αρμονικά, δίχως, όμως, να υπολογίζουν πόσο μπορεί να τους λυγίσει η αδυσώπητη επαφή τους με το χρόνο. Έχουν περάσει τα 80. Θα συμβεί το αναμενόμενο. Αλλά δεν περνά από το νου τους. Ούτε καν τις στιγμές που τους καλούν σε κάποια κηδεία φιλικού τους, ηλικιωμένου προσώπου. Κανείς μας δε θέλει να το σκέφτεται. Αλλά, στ’ αλήθεια, το σκεφτόμαστε…

Η συνέχεια είναι οδυνηρή. Εγκεφαλικά, σταδιακή παράλυση, μια καθημερινότητα όλο και πιο μαρτυρική, που εξαθλιώνει και τους δύο. Τη σχέση τους, το συναίσθημα, την αγάπη για τη ζωή. Οι θεατές που γνώρισαν το Χάνεκε μόλις χθες (η πλειοψηφία της πιο… mainstream μερίδας τού δήθεν arthouse – σκεπτόμενου κοινού), θα νομίσουν πως ο σκηνοθέτης τους αντιμετωπίζει με ειλικρινές συναίσθημα, που, υποχρεωτικά, απογυμνώνει τη συγκίνηση από τα τεκταινόμενα. Προσωπικά, αισθάνθηκα τόσο άβολα, όπως και στην πρώτη θέαση του «Der Siebente Kontinent» (1989), φιλμ στο οποίο μια οικογένεια ρευστοποιεί την περιουσία της, καταστρέφει κάθε υλικό αγαθό, σκοτώνει κατοικίδια και τέκνα και προχωρά στην αυτοχειρία. Ναι, αυτή είναι η αγάπη του Χάνεκε για τον άνθρωπο.

Πώς μπορείς να συγκινηθείς με το έργο ενός μισάνθρωπου που χαίρεται με την οδύνη του θεατή απέναντι σε ήρωες τόσο ρεαλιστικούς, που βιώνουν το θάνατο δίχως την παραμικρή ελπίδα; Ποια είναι η αγάπη του Ζορζ για την Αν, όταν εκείνη φτάνει στο σημείο της μη επικοινωνίας, των φθόγγων που αγωνίζονται να γίνουν λέξη, φορτισμένη από το σωματικό πόνο; Ποιο είναι το νόημα μιας ταινίας που σε ειρωνεύεται δίχως ίχνος συμπάθειας, μπροστά στην καταδίκη της θνητότητας (σου); Και ποιος είναι αυτός ο Χάνεκε, ο οποίος νομίζει πως μπορεί να κάνει κακό «χιούμορ» μέσω της Τέχνης του, σαν ένα Υπέρτατο Ον που δημιούργησε ακόμη και… το θεατή; Διόλου τυχαία, τίποτε θρησκευτικό δε βρίσκει τη θέση του στα τόσο στατικά, νεκρικά κάδρα της «Αγάπης». Το ξέρουμε, άλλωστε, από την εποχή του «Funny Games» (1997), το οποίο εξακολουθεί να είναι το ουσιαστικό αριστούργημα του Χάνεκε. Ο Δημιουργός είναι ο ίδιος, ο πλάστης που εφηύρε το remote control που μπορεί να κάνει rewind και ν’ ανατρέπει την εξέλιξη του έργου, πάντα εις βάρος του κοινού θνητού. Εις βάρος της αξιοπρέπειας που αγωνιζόμαστε να διατηρήσουμε, για εμάς και τον άνθρωπό μας, όσο ζούμε.

Βαθύτατα κυνική, απάνθρωπη, σχεδόν σαδιστική, η «Αγάπη» του Μίκαελ Χάνεκε είναι μια ταινία που πληγώνεται από τον εγωισμό του δημιουργού της πάνω στην αναπόφευκτη κορύφωση, απομακρύνοντας το φιλμ από την ειλικρινή απλότητά του. Πολλαπλά φινάλε διαδέχονται το ένα την αναποφασιστικότητα του άλλου, το καθάριο εγκλωβίζεται (σαν εκείνο το περιστέρι…) σε μικρές σεκάνς ανούσιου προβληματισμού, εσύ γνωρίζεις ήδη το… ένα και μοναδικό φινάλε. Πάντα το γνώριζες. Και κάπου εκεί, ειδικά, στο τέλος, δεν είναι ανάγκη να το σκέφτεσαι. Αυτό είναι και το μέγα λάθος του Χάνεκε εδώ. Νομίζει πως το σκέφτεται. Αλλά, ειλικρινά, δε χρειάζεται. Άλλωστε, ο Χάνεκε δεν αγαπά τους ανθρώπους.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Μια εξαιρετικά ψυχοφθόρα εμπειρία για το θεατή, το φιλμ θα δοκιμάσει την αντοχή πολλών, θα σοκάρει τους μεγαλύτερους σε ηλικία (που θα έπρεπε να μείνουν μακριά!) και θα σχολιαστεί έντονα, δημιουργώντας οπαδούς, διχασμένους ή και μικρή μερίδα που θα εγκαταλείψει την αίθουσα. Σίγουρα δεν μπορείς να το αγνοήσεις.


MORE REVIEWS

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΞΑ

Η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Lancia θέλει να κερδίσει πάση θυσία το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983, όμως, το μοντέλο της 037 υστερεί σημαντικά έναντι της τετρακίνητης γερμανικής τεχνολογίας του Audi Quattro. Ο εκτελεστικός της Διευθυντής, Τσέζαρε Φιόρι, έχει μερικές πονηρές ιδέες οι οποίες ενδεχομένως μπορούν ν’ αλλάξουν τη διαφαινόμενη πορεία των πραγμάτων. Εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα.

MINORE

Μυστηριώδη τέρατα εμφανίζονται σε παραθαλάσσιο location του Σαρωνικού κόλπου με εχθρικές και φονικές διαθέσεις. Θα μπορέσουν να τα αντιμετωπίσουν ένα ναυτάκι, μια σερβιτόρα, μια γιαγιά, ένας μποντιμπιλντεράς κι ένα τσούρμο… μπουζουξήδων;

MR KLEIN

MR KLEIN

Είναι μια γριά και παθαίνει εγκεφαλικό και μετά τριγυρνάει με το καροτσάκι στο σπίτι, κατουριέται πάνω της και δε μπορεί να μιλήσει. Και του έλεγε του γέρου, να τη σουτάρει από την αρχή…