FreeCinema

Follow us

99 ΣΠΙΤΙΑ (2015)

(99 HOMES)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ραμίν Μπαχράνι
  • ΚΑΣΤ: Άντριου Γκάρφιλντ, Μάικλ Σάνον, Λόρα Ντερν, Λόα Νόμαξ, Τιμ Γκίνι
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 112'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER

Λόγω καθυστερημένων οφειλών, νεαρός Αμερικανός χάνει το σπίτι στο οποίο μεγάλωσε και (για να το ξαναπάρει πίσω) αναγκάζεται να δουλέψει για τον άνθρωπο που του έκανε έξωση. Ποια είναι η δουλειά; Να εξαναγκάζει ο ίδιος με τη σειρά του χρεωμένους ανθρώπους να απομακρύνονται (ακόμα και με τη βία) από τις κατοικίες τους.

Είναι πολύ εύκολο να κατηγορήσει κανείς τον Ραμίν Μπαχράνι για ηθικολογία και για εύκολο διδακτισμό. Οι χαρακτήρες του έχουν πάντα μια ξεκάθαρη ηθική διαδρομή στο μυαλό, ένα σαφές δίλημμα τύπου «σωστό ή λάθος» προς αντιμετώπιση, έναν δυνατό ηθικό κώδικα συμπεριφοράς, τον οποίο καλούνται ή να τιμήσουν (και να βγουν τελικά χαμένοι) ή να καταπατήσουν και να οδηγηθούν (με τίμημα) στη νίκη. Στις πρώτες ταινίες του («Chop Shop», «Man Push Cart», «Goodbye, Solo»), οι ηθικοπλαστικές πινελιές δεν χτυπούν τόσο έντονα, ίσως επειδή και η αφήγηση φροντίζει να κρατά χαμηλούς τους τόνους. Στο «At Any Price», όμως, την ταινία όπου ο Μπαχράνι συνάντησε για πρώτη φορά το Χόλιγουντ, αυτοί οι χαμηλοί τόνοι έδωσαν τη θέση τους σε ένα πρώτης τάξης επαρχιακό μελόδραμα, χωρίς τακτ και λεπτότητα. Σε ποια κατηγορία, λοιπόν, εμπίπτουν τα «99 Σπίτια»;

Το φιλμ, ευτυχώς, δεν αγγίζει την ηλιθιότητα του «At Any Price», ούτε όμως πλησιάζει την αθωότητα και τη γνησιότητα των πρώτων ταινιών του σκηνοθέτη, καθώς παραμένει γεμάτο υπερβολικές ερμηνείες (ειδικά η Λόρα Ντερν επιδίδεται σε recital γκριμάτσας, σε έναν διακοσμητικό αλλά ευπρόσδεκτο υποστηρικτικό ρόλο στην ταινία) και ακραία έκφραση του δράματος, κάτι που υπονομεύει τις καλές κατά τα άλλα προθέσεις της ταινίας. Ωστόσο, το ηθικό ταξίδι του Ντένις Νας, ο οποίος βρίσκεται ξαφνικά στη θέση του θύτη και όχι του θύματος, έχει σαφώς ισχυρή βάση και καταφέρνει με επιτυχία να σε βυθίσει στην Οδύσσεια του κεντρικού ήρωα, που βλέπει τον εαυτό του να συνεργάζεται με τον ίδιο τον Διάβολο για να εκπληρώσει τις υποσχέσεις που έδωσε στον γιο του – και, χειρότερα, στον ίδιο του τον εαυτό.

Η σχέση τού Νας με τον απρόσμενο μέντορά του είναι μια ωραία παραλλαγή πάνω στο κλασικό μοτίβο πατέρα – γιου και έρχεται με ενδιαφέροντα τρόπο σε αντίθεση με την… κυριολεκτική σχέση ανάμεσα στον Νας και τον γιο του, σχολιάζοντας τον τρόπο που η αμερικανική κοινωνία δημιουργεί όνειρα για να τα καταστρέψει με την ίδια ευκολία, παγιδεύοντας ανθρώπους περιορισμένης κοινωνικής δηκτικότητας σε μηχανισμούς που στόχο έχουν να τους στραγγίξουν από ό,τι έχουν και, συνήθως, δεν έχουν. Ο Μπαχράνι, όμως, φαίνεται διατεθειμένος να διατηρήσει το φως της αισιοδοξίας ανοιχτό, να υποστηρίξει ότι μέσα σε όλον αυτόν τον πανικό ο άνθρωπος μπορεί ακόμα να διακρίνει τι είναι σωστό και τι λάθος, και να κάνει σαφές ότι, παρά τις αντιξοότητες, η ηθική πυξίδα μπορεί να παραμείνει ενεργή μέχρι το τέλος. Τα «99 Σπίτια» είναι μια ταινία για την οικογένεια, τις φιλοδοξίες και πάνω από όλα τις αξίες, και αυτό δεν το ξεχνάνε σε κανένα στάδιο της αφήγησής τους.

Είναι μια προσέγγιση που εξ ορισμού κάνει την ταινία να κουνάει αρκετές φορές διδακτικά το δάχτυλο, όμως αυτό είναι μια συνειδητή επιλογή, που ενδεχομένως να φαίνεται άστοχη στα μάτια του σύγχρονου θεατή επειδή ο κόσμος πλέον, ή τουλάχιστον όπως τον εκλαμβάνουμε εμείς πια, είναι πολύ πιο κυνικός από ό,τι παλιότερα (αυτός ο διδακτισμός δεν φαίνεται να μας ενοχλεί όταν αφορά το παλιό, κλασικό Χόλιγουντ) και σχετικά απρόθυμος να αποδεχτεί τόσο «χρυσούς» ήρωες. Πέραν των ενστάσεων, όταν αυτή η τακτική αφήγησης είναι σκόπιμη, δεν μπορείς παρά να αναγνωρίσεις την τιμιότητα του σκηνοθέτη, ακόμα κι όταν αναγκάζεσαι να ξεφυσήσεις λόγω κάποιων παραμέτρων της ιστορίας (και κυρίως από το μάλλον σχηματικό ταξίδι εξιλέωσης που αναπόφευκτα επιλέγει να ακολουθήσει ο Νας).

Στα θετικά της ταινίας, Μάικλ Σάνον και Άντριου Γκάρφιλντ παραδίδουν επαγγελματικές, αποτελεσματικές ερμηνείες (πίσω από την υπερβολή, μπορείς να διακρίνεις την προσπάθεια να δώσουν επιπλέον βάθος στους χαρακτήρες τους), o ρυθμός της αφήγησης δεν κάνει ούτε στιγμή κοιλιά από την αρχή μέχρι το τέλος, και η καρδιά τού φιλμ χτυπάει στο σωστό μέρος, προσφέροντας την απαραίτητη ένταση πριν τα γεγονότα υπονοήσουν έστω και στο ελάχιστο ότι μπορούν (;) να έχουν αίσια εξέλιξη. Στην τελική, το αν η ταινία είναι προϊόν ρεαλισμού ή κατάφωρη φαντασία θα πρέπει να το ζυγίσει ο κάθε θεατής ξεχωριστά. Δεν είναι κακό πάντως, πού και πού, να βλέπεις μερικές αχτίδες αισιοδοξίας στην μεγάλη οθόνη, ακόμα κι αν η κυνική σου πλευρά σε ωθεί να τις χλευάσεις.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Διαβολικό το timing της εξόδου στους ελληνικούς κινηματογράφους, ακριβώς όπως και οι πρακτικές του χαρακτήρα του Μάικλ Σάνον στην ταινία. Θες να δεις ένα φιλμ για την αποκαθήλωση του αμερικανικού ονείρου; Κάνε ένα βήμα μπροστά. Θες να δεις ένα φιλμ που έχει σαφή ηθικό προσανατολισμό; Κάνε ακόμα ένα βήμα προς τα μπρος. Θες ένα φιλμ που είναι αποστασιοποιημένο, αφήνοντας εσένα να βγάλεις το τελικό συμπέρασμα; Κάνε τρία βήματα πίσω. Θες να αναγνωρίζεις την αισιοδοξία σε όσα βλέπεις ή απαιτείς τον «μαύρο» ρεαλισμό; Μην απαντήσεις, απλά κάνε το βήμα προς την κατεύθυνση που εσύ θα ορίσεις.


MORE REVIEWS

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΞΑ

Η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Lancia θέλει να κερδίσει πάση θυσία το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983, όμως, το μοντέλο της 037 υστερεί σημαντικά έναντι της τετρακίνητης γερμανικής τεχνολογίας του Audi Quattro. Ο εκτελεστικός της Διευθυντής, Τσέζαρε Φιόρι, έχει μερικές πονηρές ιδέες οι οποίες ενδεχομένως μπορούν ν’ αλλάξουν τη διαφαινόμενη πορεία των πραγμάτων. Εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα.