FreeCinema

Follow us

ΜΑΡΤΙΝ ΛΑΝΤΑΟΥ: (ΗΤΑΝ) ΕΝΑΣ ΤΥΧΕΡΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ.


Αυτή εδώ είναι μια (αποκλειστική για την Ελλάδα) συνέντευξη με τον Μάρτιν Λάνταου, η οποία δημοσιεύεται για πρώτη φορά. Ένιωθα ότι άρμοζε να γίνει έτσι αφού θα ερχόταν… εκείνη η ώρα. Ούτε απομαγνητοφώνηση δεν τόλμησα να κάνω, ποτέ, μου φαινόταν γρουσουζιά! Δεν την είχα «στο συρτάρι», για να ποστάρω «έτοιμο» το μεταθανάτιο. Άφησα τον χρόνο να κάνει τη δουλειά του. Κι ύστερα… να ακουμπήσω αυτό που μου χάρισε ο ίδιος.

Βρεθήκαμε στο Λονδίνο το 2012, με αφορμή το «Frankenweenie» του Τιμ Μπέρτον, στο οποίο δάνειζε τη φωνή του. «Κοιμήθηκα πέντε ώρες σήμερα. Που είναι περισσότερο από επαρκής διάρκεια!», ήταν οι πρώτες του φράσεις με το που μπήκε στο δωμάτιο. Κοιτούσε τη συσκευή της μαγνητοφώνησης και αναρωτιόταν αν προέρχεται «από άλλον πλανήτη». Σίγουρα ελαφρώς κουρασμένος, λόγω ηλικίας, αλλά απόλυτα πρόσχαρος, ομιλητικός, με διάθεση να κάνει χιούμορ και με όρεξη να μιλήσει, σχεδόν αδιαφορώντας για ερωτήσεις, όπως κατάλαβα σταδιακά. Μιλούσε ακατάπαυστα, πολλές φορές δίχως κάποια συνοχή στα όσα έλεγε. Απλά, μεταπηδούσε από τη μια ανάμνηση στην επόμενη, προσπαθώντας να πει τα πάντα. Δεν τον διέκοπτες. Στεκόσουν εκεί και άκουγες. Σοκαρισμένος, από το μέγεθος της καριέρας, των εμπειριών και… μιας ολόκληρης, γεμάτης ζωής.

Martin Landau_Frankenweenie

Να, λοιπόν, που συνεργαστήκατε με τον Τιμ για ακόμη μια φορά. Πώς είναι το να δουλεύεις μαζί του;

Αγάπη. Είναι σκέτη διασκέδαση. Περνάμε καλά μαζί. Σχεδόν δεν χρειάζεται να ολοκληρώνουμε τις προτάσεις μας! Κι αυτό είναι πάντα καλό. Ξέρεις πως είναι ο Τιμ… Ένας καλός σκηνοθέτης δημιουργεί ένα είδος «playground» για τον ηθοποιό. Σχεδόν κυριολεκτικά, δεν έχω σκηνοθετηθεί από κανέναν για τριάντα χρόνια περίπου. Μπαίνω στο γύρισμα με πράγματα δικά μου, σκέφτομαι αυτό που θα ήθελε ο σεναριογράφος ή ο συγγραφέας, καλύπτω τα κενά που αφήνει για μένα, και αφηγούμαι την ιστορία (του). Όπως δεν έχω συναντήσει ποτέ στη ζωή μου δύο ανθρώπους που να ήταν ακριβώς ίδιοι, όσες ομοιότητες και να είχαν, έτσι προσεγγίζω και τον κάθε ρόλο μου, σαν ένα ξεχωριστό άτομο. Με διαφορετική προέλευση, διαφορετικά χαρακτηριστικά στην εμφάνισή του, θρησκευτικό προσανατολισμό, τρόπο ομιλίας σε συνάρτηση με τον τόπο καταγωγής του… Όλα αυτά τα πράγματα είναι σημαντικά. Αυτό που με ενδιαφέρει, λοιπόν, κάθε φορά που βγαίνω εκεί έξω για ένα γύρισμα, είναι να καλύπτω τις ανάγκες που παρουσιάζει η διαφορετικότητα του χαρακτήρα που πρόκειται να υποδυθώ. Είναι πάντοτε διαφορετικοί. Και εγώ προσπαθώ να μην επαναλαμβάνω ποτέ έναν χαρακτήρα… Ο ηθοποιός που έγινα μεγαλώνοντας ήθελε να κάνει θέατρο στη Νέα Υόρκη, η τηλεόραση δεν ανήκε στα ενδιαφέροντά του, ήταν απλά ένας τρόπος να βγουν μερικά extra χρήματα. Το μέσο ήταν κάπως… μικρό και ακατέργαστο, μιλάμε για ζωντανή τηλεόραση που μπορούσε να παρακολουθήσει την ίδια στιγμή κάποιος μέχρι το Σικάγο, δεν υπήρχαν τα καλωδιακά κανάλια, η Δυτική ακτή θα έβλεπε την ίδια εκπομπή μετά από μια εβδομάδα! Αλλά το σινεμά δεν υπολόγιζε μίλια, αποστάσεις. Οι ταινίες ήταν παντού εκεί έξω, όπως και οι ευκαιρίες για έναν ηθοποιό για να παίξει στο σινεμά, να υποδυθεί ρόλους. Σήμερα πολλοί άνθρωποι γίνονται ηθοποιοί με το σκεπτικό ότι θα πετύχουν ως television stars. Τα κίνητρα της κάθε εποχής είναι διαφορετικά… Εγώ «έτρεχα» το Actors Studio της Δυτικής Ακτής ως καλλιτεχνικός διευθυντής (το 1967), μαζί με τον Μαρκ Ραϊντέλ. Ο Αλ Πατσίνο, ο Χάρβεϊ Καϊτέλ και η Έλεν Μπέρστιν είχαν αναλάβει τον ίδιο ρόλο στο τμήμα της Νέας Υόρκης. Είμαι ακόμα ενεργός συνεργάτης του Actors Studio, γιατί οι άνθρωποι οι οποίοι έμπαιναν σ’ αυτό περνούσαν από μια διαδικασία auditions που τους μετέτρεπε και σε μέλη του για το υπόλοιπο της ζωής τους. Ο Ντάστιν Χόφμαν, που λέει και μερικά ψεματάκια (γέλια), λέει πως πέρασε από εννέα auditions για να μπει, ενώ στην πραγματικότητα ήταν έξι. Όπως και η Τζέραλντιν Πέιτζ. Ο Τζιν Χάκμαν πέρασε από τέσσερις auditions για να μπει! Εγώ στάθηκα πολύ τυχερός. Τη χρονιά που μπήκα (το 1955), στη Νέα Υόρκη, μονάχα δύο άνθρωποι έγιναν αποδεκτοί. Εγώ και ο Στιβ ΜακΚουίν. Παραμένει δύσκολο το να μπεις στο Actors Studio. Είναι κάτι σαν ένα élite club. Το ταλέντο είναι το μόνο που μετρά εκεί. Φαντάσου πως αισθάνθηκα μέσα σε αυτό σαν ένας εικοσάχρονος. Δουλεύοντας με τον Λι Στράσμπεργκ, τον Ελία Καζάν… Σπουδαίοι δάσκαλοι. Αυτοί έμοιαζαν με καλή έμπνευση για την ερμηνεία του κυρίου Ρζικρούσκι (στο «Frankenweenie»), παραδόξως. Γιατί είναι ένας καλός καθηγητής (αρχίζει να μιλά με την προφορά του χαρακτήρα του), παθιασμένος με αυτό που τον νοιάζει και αγαπά, αλλά διόλου διπλωματικός. Τον συμπάθησα με το που διάβασα τον ρόλο. Ο Τιμ μου είχε στείλει και μια επιστολή μαζί με το σενάριο, στην οποία μου εξηγούσε τι ήθελε από εμένα, καθώς και μια φωτογραφία του χαρακτήρα. Η βασική σημείωση στο σενάριο έλεγε ότι επρόκειτο για κάποιον Ευρωπαίο, αλλά όχι Γερμανό. Δεν είναι Ρώσος, δεν είναι Ούγγρος, μου είπε όλα αυτά που δεν έπρεπε να είναι. Έπρεπε, λοιπόν, να δημιουργήσω μια κάπως πιο «generic» προφορά. Κι έτσι αποφάσισα ότι προέρχεται από τη μικροσκοπική χώρα της Σλοβόβια, πατρίδα των Σλάβων.

Ed Wood

Και δεν σας έκανε ποτέ μια αναφορά στον Βίνσεντ Πράις;

Βλέπετε, αυτή είναι μια δημοσιογραφική άποψη! Όχι, δεν είχε να κάνει με τον Βίνσεντ, με κάποια ομοιότητα στο πρόσωπό του. Να σας πω, ακόμα κι όταν υποδύθηκα τον Μπέλα Λουγκόζι, κατάλαβα ότι ο Τιμ αγαπούσε το σενάριο του «Ed Wood» διότι η σχέση που είχε ο Εντ με τον Μπέλα ήταν τόσο όμοια με εκείνη που είχε ο ίδιος με τον Βίνσεντ. Οι animators «πάτησαν» περισσότερο επάνω μου, παρά σε χαρακτηριστικά του Βίνσεντ. Επίσης, ο Βίνσεντ δεν θα έπαιζε ποτέ έτσι τον ρόλο αυτό. Ποτέ! Συνειδητοποιώ ότι υπάρχουν ομοιότητες στο look, σαν ένα «πάντρεμα» της εμφάνισής του, αλλά προσωπικά δεν χρησιμοποίησα τίποτε από τον Βίνσεντ… Ένα τρελό πράγμα. Όταν είδα το φιλμ, κατάλαβα πόσο σημαντική είναι η συμπεριφορά. Όταν δημιουργείς τον χαρακτήρα σου. Πώς συμπεριφέρεται ένας χαρακτήρας, σε συνάρτηση με τα συναισθήματά του και τη φωνή του. Όταν κάνεις τη φωνή ενός animated χαρακτήρα, εκείνος είναι που σε «ρουφά» μέσα του. Βλέποντας την ταινία, ήμουν… «στα πατώματα»! Ορκίζομαι πως αν ήμουν εγώ ο ίδιος στην κάμερα, θα τον έπαιζα έτσι ακριβώς, και πάλι! Δεν μπορώ να εξηγήσω πώς το έκαναν αυτό! Γιατί είναι ακριβώς ο χαρακτήρας που είχα δημιουργήσει σαν εικόνα στην φαντασία μου. Ήμουν με το στόμα ανοιχτό! Σε ένα δωμάτιο μαζί με τον Τιμ. Και όλο αυτό το συναίσθημα, το πάθος, η τρέλα… Επίσης, ήθελα πολύ να είναι ένας αστείος χαρακτήρας. Και σχεδόν τραγικός, ταυτόχρονα. Αλλά ένας πάρα πολύ καλός διδάσκαλος. Είναι ένας άνθρωπος που νοιάζεται γι’ αυτό που κάνει. Μπορεί εγώ να μην είχα να κάνω με την Επιστήμη, όμως είχα ως υπόδειγμα ανθρώπους σαν τον Λι Στράσμπεργκ ή τον Ελία Καζάν, μέντορες που ανέβασαν υψηλά τον πήχη στην υποκριτική διδασκαλία. Ως μαθητής, έπρεπε να γίνεσαι όλο και καλύτερος, κάθε φορά, διότι εκείνοι ήταν σκληροί και εσύ έπρεπε να το υποστηρίξεις αυτό, να έχεις τη θέληση να προχωρήσεις μαζί τους… Όπως έλεγα νωρίτερα. Οι καλοί σκηνοθέτες δημιουργούν ένα αντίστοιχο περιβάλλον για τους ηθοποιούς τους, αυτό το «playground». Αυτό το οποίο μένει για το κοινό είναι να πιστέψει σε αυτό που βλέπει, να καταλάβει τι συμβαίνει στην οθόνη και να νιώσει πως όλο αυτό δεν έχει ξαναγίνει ποτέ, σαν να ήταν η πρώτη φορά. Αγαπώ τους ηθοποιούς και καθετί μη προβλέψιμο που μπορεί να προκύψει από τούτη τη δουλειά. Υπάρχουν ηθοποιοί που θεωρούνται σοβαροί και με έχουν κάνει να νυστάξω ή και να κοιμηθώ! Δεν θα σας τους κατονομάσω, διότι μερικοί από αυτούς είναι και φίλοι μου. (γέλια) Καλοί φίλοι, κακοί ηθοποιοί. Το εννοώ, όμως. Πολλοί ηθοποιοί που θεωρούνται σημαντικοί σε αυτό το επάγγελμα δεν είναι πραγματικά καλοί. Από την έκφραση του συναισθήματος καταλαβαίνεις και κρίνεις έναν κακό ηθοποιό. Κανείς δεν προσπαθεί να κλαίει. Οι άνθρωποι προσπαθούν να μην κλαίνε στην αληθινή ζωή. Στον κόσμο ενός γραμμένου σεναρίου, ο διάλογος είναι κάτι που μοιράζεσαι με έναν ακόμη χαρακτήρα, ο οποίος στο 90% δεν είναι αυτό που υποδύεται αλλά αυτό που επαγγέλλεται για να ζήσει. Κανείς δεν προσπαθεί να γελάσει στην αληθινή ζωή. Δεν γελάμε με το ζόρι. Αλλά αν σου πω ένα ρατσιστικό ανέκδοτο και σε δω να γελάς, αυτό μου λέει κάτι για το είδος του ανθρώπου που είσαι. Κανείς δεν προσπαθεί να είναι ένας μέθυσος. Εκτός από τους κακούς ηθοποιούς. Ο μεθύστακας θέλει απλά… ακόμη ένα ποτό. Μπαίνεις σε ένα bar και βλέπεις έναν μεθύστακα με το ποτό στο χέρι… (Αρχίζει να αλλάζει τη φωνή του ακολουθώντας τα υποκριτικά στερεότυπα της ερμηνείας ενός ανθρώπου που έχει μεθύσει και δεν μιλά καθαρά.) Αυτό που θέλει είναι να φέρει το ποτήρι κοντά στα χείλη του. Και θέλει και ένα επόμενο μετά από αυτό. Κι εντάξει, μωρέ, οδηγώ και θα τα καταφέρω… Λοιπόν, καταλάβατε. Προσπαθείς να μην «παίζεις» τον μεθυσμένο. Αλλά οι περισσότεροι ηθοποιοί θα το κάνουν έτσι. Γιατί είναι κακοί. Δεν ξέρουν καν τι είναι αυτά για τα οποία κουβεντιάζουμε τώρα. Δεν ξέρουν τίποτα. Ένας τύπος που διοικεί την General Motors κάτι πρέπει να γνωρίζει περί αυτοκινήτων. Οι τύποι που διοικούν τα studios, όμως, δεν έχουν ιδέα από σινεμά! Αλλά… Δεν θέλω να ακούγομαι σαν ένας γερογκρινιάρης τώρα. Έχω σταθεί τυχερός στη δουλειά μου.

Martin Landau - cartoonist

Ο ρόλος σας στο φιλμ ταυτίζεται με τη μορφή ενός γνώστη, ενός ειδικού που μοιάζει να εκπροσωπεί τη «φωνή της Επιστήμης» με κάποιον τρόπο. Αλλά, ταυτόχρονα, μήπως προσπαθεί και να μας προειδοποιήσει για τους κινδύνους που «γεννά» η Επιστήμη;

Απόλυτα. Είμαι απόλυτα συντονισμένος με τα λόγια του χαρακτήρα μου στην ταινία. Έχει να κάνει με τη γενικότερη ιδέα της μάθησης. Οι δάσκαλοι που είχα στη ζωή μου ήταν εκείνοι που επιτέλεσαν τον σπουδαιότερο ρόλο και με διαμόρφωσαν σε ό,τι έγινα, που ανέβασαν τον πήχη για μένα. Πάντα πρέπει να γίνεσαι καλύτερος. Και καλύτερος από αυτό που μπορείς να είσαι. Το βλέπω σπάνια αυτό σαν αντίληψη σήμερα. Ενώ έχουμε τα πάντα διαθέσιμα, στο μικρό μας δαχτυλάκι! Μπορείς να κάνεις μια έρευνα σε οποιοδήποτε θέμα, ξεκινώντας να μελετάς κάτι που απέχει από εσένα ελάχιστα, σαν ένα πάτημα ενός κουμπιού. Εγώ στα νιάτα μου έπρεπε να περπατήσω τουλάχιστον ένα μίλι για να φτάσω στην πλησιέστερη βιβλιοθήκη. Κι όταν έφτανα εκεί, υπήρχε η περίπτωση το βιβλίο που αναζητούσα να μην βρίσκεται εκεί. Και η βιβλιοθηκάριος μου απαντούσε: «Μπορείτε να ξανάρθετε σε μια εβδομάδα, θα έχει επιστραφεί. Ίσως»! Κι εγώ μπορεί να είχα ανάγκη από μια πληροφορία, την εμπειρία της επιπλέον μόρφωσης. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να πάω σε μια άλλη βιβλιοθήκη, περπατώντας για ακόμη ένα μίλι πιο μακριά από την προηγούμενη, με την ελπίδα πως θα βρω εκεί αυτό που γυρεύω. Αυτό χαρακτήριζε την επιθυμία να κάνεις κάτι. Ένα από τα πράγματα… Να σας πω, το 1958, ή μήπως ήταν το 1959, πέταξα με ένα κανονικό αεροπλάνο της εποχής από Λος Άντζελες για Νέα Υόρκη. Το ταξίδι διήρκεσε έντεκα ώρες. Επέστρεψα στο Λος Άντζελες με ένα jet, ένα από τα πρώτα που πετάξανε. Μας πήρε πέντε ώρες! Όταν πέταξα για Ρώμη, για τα γυρίσματα της «Κλεοπάτρας», μου φάνηκε πως κάναμε μια εβδομάδα για να φτάσουμε. (γέλια) Τα πάντα έμοιαζαν μακρινά. Όταν εμφανίστηκαν τα jets, «έκοψαν» τον χρόνο στη μέση. Όταν ήμουν παιδί, μεγάλωσα ακούγοντας ραδιόφωνο. Εκείνα τα shows που αφηγούνταν ιστορίες σε επεισόδια, μέχρι και ολόκληρα θεατρικά έργα που παίζονταν σε ένα ραδιοφωνικό studio. Εγώ «έκανα» το casting, τα σκηνικά, τα πάντα… Το ραδιόφωνο σου επέτρεπε να φαντάζεσαι όλα αυτά τα πράγματα. Όταν εμφανίστηκε η τηλεόραση, το μέσο αυτό ήταν αρκετά πρωτόγονο. Τίποτα δεν έδειχνε όμοιο με τον τρόπο που η φαντασία μου οπτικοποιούσε τα πράγματα. Έτσι… Τι θέλω να σας πω; Είμαι πανευτυχής που εμφανίστηκα στον καιρό που τα έζησα όλα αυτά. Γιατί έπρεπε να δουλέψω αρκετά ώστε να βρεθώ εδώ, σε αυτό το σημείο. Και κάνοντάς το αυτό, έπρεπε να «ταΐζω» τη φαντασία μου, να καλύπτω τις ανάγκες μου. Ξεκίνησα ως cartoonist στην Daily News της Νέας Υόρκης. Ήμουν ένα πιτσιρίκι. Η εφημερίδα μου υπολόγιζε στην εξέλιξή μου ως theatrical caricaturist, που ήταν μια καταπληκτική δουλειά για εμένα τότε. Ήταν η μεγαλύτερη εφημερίδα στην Αμερική και αυτή τη δουλειά δεν την άφηνες. Γι’ αυτό και παραιτήθηκα! Για να γίνω ένας ηθοποιός. Ακόμα ακούω τις φωνές που μου έβαλε η μάνα μου, σας ορκίζομαι! «Τι έκανεεεεεεες; Τι έκανες;»! (γέλια) Παράτησα μια δουλειά με μέλλον για να γίνω ένας άνεργος ηθοποιός. Ήταν μια τρέλα. Το σκεφτόμουν λίγο μετά κι έλεγα στον εαυτό μου, «τι πρόβλημα έχεις;». Και μιλάμε για μια εποχή που τα νέα μαθαίνονταν μέσα από τις εφημερίδες. Ήταν σοβαρό πράμα το να δουλεύεις σε μια εφημερίδα. Οι φίλοι που ήξερα και ήταν ηθοποιοί ήταν σοβαροί μονάχα σε σχέση με το γεγονός ότι… πεινούσαν! Αλλά ήθελα να παίξω στο θέατρο. Αγαπούσαμε το θέατρο. Και εξελιχθήκαμε μέσα από αυτό. Όπως σας έλεγα νωρίτερα, οι περισσότεροι νέοι ηθοποιοί του σήμερα δεν προορίζονται απαραίτητα για μια audition για το Actors Studio. Θέλουν τουλάχιστον ένα τηλεοπτικό show, να εμφανιστούν με τον καλύτερο τρόπο, να μπορούν έστω να μιλάνε και να περπατάνε την ίδια στιγμή και να αποκτήσουν μια κάποια δημοφιλία. Την αναγνωρισιμότητα. Αλλά δεν θα ήθελα να δω τον δικό τους «Άμλετ»! (γέλια)

Είναι ακριβώς η στιγμή που η publicist μπαίνει στο δωμάτιο και ζητά να ολοκληρώσουμε. Ο Μάρτιν Λάνταου αναφωνεί σαν παιδάκι που το παίρνεις από την παιδική χαρά για να το βάλεις να συνεχίσει το διάβασμά του. «Είναι ώρα να φύγουμε; Ααααααααααα…». «Σας ευχαριστώ τόσο πολύ που ήρθατε μέχρι εδώ για μένα. Μου φάνηκε τόσο σύντομο. Αντίο σας», ήταν τα τελευταία του λόγια. Είχα τόσες ερωτήσεις να του κάνω, αλλά θα περνούσαν ώρες. Και ήταν αδύνατον να τον διακόψεις. Ήταν ευτυχισμένος όσο μιλούσε. Λες και η ζωή του ήταν ένα παραμύθι που δεν κουραζόταν να αφηγείται. Ήταν ζωντανός έτσι.


MORE INTERVIEWS

Ο Κρίστιαν Φρίντελ για τη «Ζώνη Ενδιαφέροντος».

Ο Κρίστιαν Φρίντελ, πρωταγωνιστής της «Ζώνης Ενδιαφέροντος» του Τζόναθαν Γκλέιζερ, δεν παρουσιάζει τον ήρωά του σαν ένα κτήνος του ναζισμού στην περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Απλά, υποδύεται έναν Γερμανό αξιωματικό που τυγχάνει να μεγαλώνει την οικογένειά του, όμορφα και ειρηνικά, δίπλα από το στρατόπεδο του Άουσβιτς! Ας δούμε τι είχε να μου πει για την εμπειρία της προετοιμασίας και των γυρισμάτων της καλύτερης ταινίας του 2023.

Τζον Κάμερον Μίτσελ: The cum revolution.

Στις Κάννες του 2006, ένα φιλμ τόλμησε να προκαλέσει όσο κανένα άλλο στο παρελθόν, προτείνοντας την ευφορία του πανηδονισμού σαν λύση απέναντι στην ολοταχώς οπισθοδρομική Αμερική του Μπους. Είχα την τύχη να ζήσω το «Shortbus» ακριβώς όταν… έσκασε εκεί, όσο και την τεράστια απόλαυση του να μιλήσω με τον Τζον Κάμερον Μίτσελ για μια ταινία που θεωρώ instant classic, όσο κι αν φόβισε (και θα φοβίζει πάντα) το κοινό!

Ο Βασίλης Κατσούπης για το «Inside».

Το «Inside» αποτελεί το ντεμπούτο του Βασίλη Κατσούπη στη μυθοπλασία μεγάλου μήκους. Αλλά δεν είναι μία κοινή «ελληνική» ταινία. Ομιλεί την αγγλική, πρωταγωνιστεί ο Γουίλεμ Νταφόου και διανέμεται παγκοσμίως από το studio της Universal! Πως έγιναν όλα αυτά; Βρεθήκαμε στην Αθήνα για να μου «ξηγηθεί», κανονικά και συνολικά.

Τζόρνταν Πιλ: Hell yeah!

Η απόλυτα απρόσμενη επιτυχία του «Τρέξε!» πρόσφερε στον Τζόρνταν Πιλ την ελευθερία να τολμήσει ακόμη περισσότερο και να ξεφύγει από τα όρια του mainstream σινεμά, παραμένοντας εντός του πλαισίου των μεγάλων χολιγουντιανών παραγωγών! Το «Ούτε Καν» είναι η πιο… ακραία (μέχρι σήμερα) περίπτωση της σπουδαίας και ανανεωτικής για τα είδη του σινεμά τρόμου και φαντασίας πορείας του. Ο Ηλίας Φραγκούλης μίλησε μαζί του, σε αποκλειστικότητα για την Ελλάδα και το FREE CINEMA.

ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΧΕΡΤ: ΑΠΑΓΓΕΛΙΕΣ ΦΟΒΟΥ.

Συναντηθήκαμε το καλοκαίρι του 2004 στη Νέα Υόρκη, με αφορμή την έξοδο του «Σκοτεινού Χωριού» του Μ. Νάιτ Σιάμαλαν. Ήταν ενθουσιασμένος με την εμπειρία της συνεργασίας τους. Θαυμάσιος ηθοποιός, ίσως ακόμα πιο ωραίος άνθρωπος στην καθημερινότητά του. Ο θάνατός του, σε ηλικία 71 ετών, από φυσικά αίτια, ξάφνιασε τους πάντες χθες το βράδυ και με έκανε να θυμηθώ αυτή τη συνέντευξη από τότε…