FreeCinema

Follow us

Σαν σήμερα, το 2010, ξυπνούσαμε με την είδηση του θανάτου τού Γιώργου Τζιώτζιου. Πέρσι το καλοκαίρι, προσπαθώντας να γράψω ξανά κάτι για τα «Φτερά του Έρωτα» του Βιμ Βέντερς που διανέμονταν σε επανέκδοση, πρώτα σκέφτηκα τον Γιώργο…

Από τα πρώτα τεύχη του περιοδικού ΣΙΝΕΜΑ μέχρι το επικό τηλεοπτικό του «ταίριασμα» με τον Παναγιώτη Τιμογιαννάκη σ’ εκείνη την εκπομπή κινηματογραφικής κριτικής του SevenX, ο Γιώργος Τζιώτζιος έφερνε μαζί του μια αύρα ανθρώπου με τον οποίο μπορούσα να ταυτιστώ, να καταλάβω τη γλώσσα του, να μοιραστώ την αφοσίωσή του στις ταινίες. Την ίδια αφοσίωση, ίσως.

Τον συνάντησα σε μια άσχημη περίοδο του περιοδικού, στα γραφεία της Βαλαωρίτου. Ήμουν σχεδόν παιδί και ήλπιζα σε μια επαγγελματική συνεργασία, αλλά το timing δεν ήταν κατάλληλο. Χάθηκε η επαφή, αλλά σχεδόν με αναζήτησε μετά από χρόνια, για να ανακαλύψω ότι παρακολουθούσε τα όσα έγραφα εκεί έξω. Με κάλεσε στο περιοδικό, που πλέον εξέδιδε ο Πήγασος, και με ρώτησε αν με ενδιέφερε η συνεργασία με το ΣΙΝΕΜΑ. Ο Γιώργος συνήθιζε να λέει ότι στο περιοδικό πήγα «έτοιμος». Ήταν εκείνος που με επέλεξε για τη θέση του αρχισυντάκτη, όταν ο ίδιος αποχώρησε για νέες περιπέτειες στον χώρο της κινηματογραφικής διανομής. Ήταν οι οικογενειακές υποχρεώσεις και η «σφαλιάρα» του ενήλικου βίου που τον έκαναν να αλλάξει πορεία. Ο Γιώργος παραδεχόταν ότι μεγάλωσε, πια. Κι εμείς χαθήκαμε πάλι, χωρίς την επαφή της καθημερινότητας σε ένα γραφείο γεμάτο από… μεγάλα παιδιά, τα «τζιωτζιάκια» όπως μας αποκαλούσε απαξιωτικά ο «ευγενής» κόσμος των εμπόρων που (δυστυχώς) στελεχώνουν αυτή την αγορά.

Όταν και εγώ έφυγα από το περιοδικό, δεν άφησα συναισθηματικούς δεσμούς πίσω μου. Η ζωή συνεχίστηκε με τις επιλογές που είχε κάνει ο καθένας από εμάς. Εγώ επέλεξα να είμαι ανεξάρτητος. Και συνεπής. Το «πλήρωνα», ενίοτε. Αλλά το να μη θέλεις να μεγαλώνεις είναι κάτι συνειδητό. Τουλάχιστον, ο χρόνος μου φέρθηκε καλά, κυρίως μέσα μου.

Όταν πέθανε ο Γιώργος, πήγα για πρώτη φορά στη ζωή μου σε κηδεία. Δεν είχα ξαναπάει σε νεκροταφείο για κηδεία. Δεν πλησίασα το φέρετρο πριν την ταφή. Μίλησα με τη Γιώτα, έβαλα τα κλάματα, όπως τότε που ήμασταν μαζί έξω από το Ιντεάλ, μετά την προβολή του «Αγαπημένου μου Ημερολογίου» του Νάνι Μορέτι (για λόγους που επέλεξα να μην μοιραστώ με κανέναν, ποτέ) και χαιρέτησα τη Μαρία αφήνοντας μια επίγευση ειρωνείας στα λόγια μου. Γι’ αυτά που σου φέρνει η ζωή…

Με τα «τζιωτζιάκια» που βρίσκονται ακόμη ανάμεσά μας, ανταλλάσσουμε ένα ζορισμένο «γεια» σήμερα. Μεγάλωσαν, βλέπεις. Και ο καθένας από εμάς θυμάται αυτό που φιλτράρει από μέσα του σε σχέση με το τι ήταν ο Γιώργος για εκείνον. Για εμένα, ήταν… κάτι από εμένα. Ήταν εκείνο το κειμενάκι για τα «Φτερά του Έρωτα», σαν κλείσιμο του ματιού προς μια «άλλη» ζωή. Στην οποία μπορεί και να είχαμε ξανασυναντηθεί. Ή να μας περιμένει. Μου αρέσει να φαντάζομαι πως το αναπόφευκτο θα έχει τη μορφή «στοιχειού» που θα κρύβεται μέσα σε κινηματογραφικές αίθουσες, πίσω από το πανί της οθόνης, δίπλα στον μηχανικό προβολής ή θα στέκει αιωρούμενο πάνω από ένα θερινό σινεμά. Παιδιάστικη σκέψη, ναι.

Ονειροπόλος, τολμηρός, ευγενικός, γκαντέμης, σύζυγος και πατέρας. Αγαπητός, γιατί αγάπησε και ο ίδιος. Σαν σήμερα, ο Γιώργος… δεν έμεινε εδώ.

TAGS: