FreeCinema

Follow us

Εντάξει, δεν ήλπιζα και σε κάτι διαφορετικό. Ούτε το άλλοθι της «κρίσης», ούτε η αποστροφή του σημερινού κοινού προς τα χαμηλής ποιότητας φιλμ που εντός τετραμήνου, συνήθως, καταλήγουν στο home entertainment και νομίμως, ούτε το άσκοπο χαϊδολόγημα της ντόπιας κριτικής προς τους διανομείς (για ταξιδάκια και αποκλειστικά…) έχουν αλλάξει το παραμικρό στην αγορά. Κι αν φερθείς σκληρά κι επικριτικά, γίνεσαι ο «εχθρός του λαού», αυτός που θέλει να βλάψει το σινεμά, αυτός που «πληγώνει» τις εταιρείες και τις αίθουσες μαζί. Ακόμη και σήμερα, σε μια χώρα ολοκληρωτικής κατρακύλας, το να παλεύεις για να μιλάς ειλικρινά και να προσπαθείς να διορθώσεις τα «κακώς κείμενα» των άλλων παραμένει πιο οραματικό και φαντασιόπληκτο κι από την ιστορία του Δον Κιχώτη.

Το FREE CINEMA καταφέρνει και επιβιώνει σε πείσμα δικό μου, ενίοτε και με οικονομικό βάρος. Δεν πρόκειται να δώσω σε κανέναν τη χαρά εκεί έξω, βάζοντας «λουκέτο». Η δύναμη του να είσαι ελεύθερος δίνει τέτοια ηθική ικανοποίηση που καμία «κόμπλα» με κινηματογραφικό γραφείο διανομής ή άλλους «διαπλεκόμενους» του χώρου δεν μπορεί να με κάνει να αλλάξω συμπεριφορά και ιδέες. Το έχω πει ξανά και ξανά. Από την πρώτη στιγμή που μπήκα σε τούτη τη δουλειά, υπήρξα συνεπής. Αυτοί που με γνωρίζουν καλύτερα το σέβονται. Αυτοί που νομίζουν ότι… «χαλάω» τη δική τους δουλειά, με πολεμάνε ή απαξιώνουν ακόμη και την ύπαρξη αυτού του site. Γιατί εδώ το «publi» δεν παίζει, γιατί οι «χαρούλες» κάθε τύπου δεν αλλάζουν την κριτική σκοπιά, γιατί το «προϊόν» που εμπορεύονται με τον χείριστο τρόπο άνθρωποι που δεν ξέρουν την τύφλα τους από σινεμά, σε εμάς θα κριθεί πρωτίστως ποιοτικά, κατόπιν στο είδος του και στην τελική με γνώμονα αυτό που έχει να προσφέρει στον θεατή. Όχι το «προϊόν», όμως. Η ταινία.

Επιστρέφοντας για λίγο στο οικονομικό βάρος, θα ήθελα να σχολιάσω λίγο το… διαφημιστικό χάλι. Ναι, προφανώς, δεν έχω ιδιαίτερες απαιτήσεις από τις διαφημιστικές που πουλάνε μαζικά κάθε προϊόν κατανάλωσης να έρθουν σε ένα πιο ειδικό και ανεξάρτητο site και να συνεργαστούμε. Αυτοί πηγαίνουν στα νούμερα (#diplhs), στο ακαταμάχητο click-bait των social, στο χαρωπό και θετικούλι κειμενάκι που δεν ασκεί καμία κριτική, πουθενά. Περίμενα, όμως, μια λίγο καλύτερη αντιμετώπιση από τις κινηματογραφικές εταιρείες, να στηρίξουν έστω και στο ελάχιστο (από την πίτα μιας αγοράς… πεταμένων χρημάτων) ένα αμιγώς ταυτόσημο με το αντικείμενο της δουλειάς τους site. Γιατί εδώ μπαίνει σίγουρα κόσμος που θα πάει σινεμά. Και ουχί «τουρίστες». Βέβαια, αυτοί οι πραγματικά σοβαροί και ουσιαστικοί αναγνώστες θα διαβάσουν κριτική. Και αυτό μερικές φορές… πονάει! Αλλά σε τούτη τη δουλειά, ένα πράγμα έχω μάθει και θα το λέω πάντοτε στους «διευθυντάδες» εκεί έξω: κάποτε θα θέλεις να μου σπάσεις τα μούτρα, άλλοτε θα θέλεις να με αγκαλιάσεις για το καλό που σου έκανα. Αν οι εταιρείες δεν είναι ικανές να καταλάβουν αυτή την ισορροπία και να με αντιμετωπίσουν έτσι, δίκαια, κανείς δεν βγαίνει κερδισμένος. Όταν μου κόβεις τη διαφήμιση εκδικητικά για να μου κόψεις τ’ αρχίδια, επειδή δεν γουστάρεις τον τρόπο με τον οποίο κρίνω τις ταινίες σου, ούτε κι εσύ θα βγεις αλώβητος. Εκτίθεσαι. Όπως κι εγώ. Και η «υπογραφή» σου μπορεί, πια, να μην αφήνει καμία καλή… αίσθηση. Ακόμη και στον αναγνώστη. Που εδώ μέσα δεν είναι τόσο ηλίθιος όσο τον θέλεις.

Σε αυτά τα πέντε χρόνια, παρατήρησα ότι ο ουσιαστικός συνοδοιπόρος του FREE CINEMA είναι αυτός που μέσα από τις σελίδες μας αναζητά την άποψη. Θέλει να διαβάσει αληθινή και… ελεύθερη κριτική για τις ταινίες που διανέμονται στην Ελλάδα, θέλει να μαθαίνει πραγματικά τι συμβαίνει στο εγχώριο box-office, θέλει να αισθάνεται ότι αυτό που συναντά στις σελίδες μας είναι αποτέλεσμα ώριμης σκέψης, με κείμενα που, ενίοτε, δεν ξεχνιούνται. Όχι… «δείτε το νέο τρεϊλεράκι που ποστάρουμε ελπίζοντας να ‘τα πάρουμε’ από την εταιρεία όταν έρθει η ώρα του», όχι ακόμη ένα «αποκλειστικό από την τάδε ελληνική ταινία» για να κάνουν Like και Share οι συντελεστές της και οι φίλοι τους (που ανάθεμα αν έχουν κόψει ποτέ ένα εισιτήριο στη ζωή τους για να τις δουν στο σινεμά αργότερα!), όχι άλλα «δύο αστεράκια» στα μούτρα του κόσμου. Εάν αυτή είναι η εικόνα που οι ελληνικές εταιρείες (και οι «παρατρεχάμενοί» τους) θέλουν να βγαίνει προς τα έξω, να είναι σίγουροι πως στο τέλος το κακό το οποίο θα έχουν προκαλέσει θα είναι και ολέθριο και δίχως γυρισμό. Διότι, όπως αποδεικνύει έμπρακτα και ο διαδικτυακός διάλογος στα social τα τελευταία χρόνια, πιο συχνά προκαλεί ντόρο μια τηλεοπτική σειρά παρά μια κινηματογραφική παραγωγή, πλέον! Και όσο μικραίνει η «ψαλίδα» της διανομής μιας ταινίας στο home entertainment, τόσο περισσότερο το φιλμ θα μοιάζει να «ανήκει» στις όποιες ίντσες μιας οθόνης κατ’ οίκον. Το σινεμά δεν είναι πια η αίθουσα και η οθόνη έχει μικρύνει όσο δεν φαντάζεται κανείς. Ρεαλιστικά.

Στην τελική, εύχομαι να υπάρχει μονάχα υγεία (ακόμη και μεταφορικά…). Διότι ουδείς θα παραμείνει εδώ για πάντα. Πεθαίνουμε στο φινάλε, το ξέρουμε το «έργο». Κι ο καθένας επιλέγει τι θ’ αφήσει πίσω του. Θα θυμάται κανείς τα λόγια μου μετά από δεκαετίες; Θα είμαι μια «διαφορετική» ανάμνηση; Είναι σαν τις ταινίες, ξέρεις. Θυμόμαστε αυτές που είχαν λόγο ύπαρξης, που ψυχαγώγησαν, που τόλμησαν, που επαναστάτησαν, που σου τα είπαν στα ίσα, που σε έκαναν να πιστέψεις ότι «το είχαν βρει». Αγαπητοί μου, ο Μαξ Φίσερ να σας έχει καλά. Και του χρόνου!

Υ.Γ. Για γιορτές, αναμονή μέχρι το ΞΑΦΝΙΚΑ ΦΕΤΟΣ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ, που θα επιστρέψει στα τέλη Ιουνίου, πιστό στο ετήσιο ραντεβού του με τους θεατές. Κάθε χρόνο και καλύτερα, παρά τις άπειρες δυσκολίες του όλου εγχειρήματος. Για «one man show», πάλι καλά.

TAGS: