FreeCinema

Follow us

Τι είναι μια cult ταινία; Πόσο σκουπίδι μπορεί ή πρέπει να είναι; Από ποιον πλανήτη έρχεται και γιατί χρειάζεται να τη λατρέψεις; Μια στήλη που… εγκληματεί, για να σου δώσει τις καλύτερες απαντήσεις γύρω από κινηματογραφικά αξιοπερίεργα και τίτλους που αξίζει να μάθεις πως υπάρχουν. Αρκετά συχνότερα… για τους λάθος λόγους!

ΤΟ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ (1952)

(THE SNIPER)

  • ΕΙΔΟΣ: Αστυνομικό Θρίλερ
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Έντουαρντ Ντμίτρικ
  • ΚΑΣΤ: Άρθουρ Φραντζ, Έιντολφ Μενζού, Μαρί Γουίντσορ, Τζέραλντ Μορ, Ρίτσαρντ Κίλι, Μέιμπελ Πέιτζ

Αν υποθέσουμε πως κάποιος σας σταματούσε στον δρόμο και ζητούσε να του πείτε τις τρεις πρώτες ταινίες που σας έρχονται στον νου οι οποίες έχουν γυριστεί στο Σαν Φρανσίσκο, ποιες θα λέγατε; Η πρώτη, ασφαλώς, θα ήταν (και θα είναι, εις τους αιώνας των αιώνων) «Ο Δεσμώτης του Ιλίγγου» (1958) του Άλφρεντ Χίτσκοκ. Η δεύτερη, κατά πάσα πιθανότητα, το «Bullitt»(1968) του Πίτερ Γέιτς, με τον Στιβ ΜακΚουίν να γκαζώνει στους δρόμους της πόλης. Στην τρίτη, θα εμφανίζονταν συμπτώματα… ανομοιομορφίας απαντήσεων, με τον καθέναν να λέει το μακρύ του και το κοντό του. Από την «Απόδραση από το Αλκατράζ» του 1979 (μα, έχει γυριστεί στο νησάκι απέναντι!), μέχρι πιο εύπεπτα και σύγχρονα θριλεράκια τύπου «Ο Άγνωστος του Πασίφικ Χάιτς» από το 1990. Σε έναν δίκαιο κόσμο, η τρίτη ομόφωνη πιο δημοφιλής απάντηση θα ήταν το «The Sniper» του Έντουαρντ Ντμίτρικ (με αθάνατο ελληνικό τίτλο της εποχής… «Το Σταυροδρόμι του Θανάτου»). Για να μην πω και η δεύτερη (αν ρωτάς κι εμένα). Ως γνωστόν, όμως, είναι ένας άδικος κόσμος…

Η πόλη μπορεί να μην ονοματίζεται ποτέ, όμως όλα τα σημεία αναφοράς της βρίσκονται εδώ: η κρεμαστή γέφυρα, το tram, οι λόφοι και φυσικά τα χαρακτηριστικά της σπίτια, η αμφιθεατρικότητα των οποίων επιτρέπει στον Έντι Μίλερ, οδηγό φορτηγού για εταιρεία καθαρισμού ρούχων, να ανεβαίνει στις ταράτσες τους και να σημαδεύει με την καραμπίνα του ανυποψίαστες γυναίκες, έχοντας από εκεί την καλύτερη δυνατή οπτική επαφή μαζί τους. Ο Έντι είναι ένας τύπος με σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα, ο οποίος κρύβει ένα απύθμενο μίσος για το γυναικείο φύλο, κάτι που τον μετατρέπει σε κατά συρροή δολοφόνο, σε μια εποχή που η εξοικείωση με τον εν λόγω όρο δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. Η κάρτα που πέφτει με το ξεκίνημα της ταινίας, πληροφορώντας το κοινό σχετικά με τον αυξανόμενο αριθμό των εγκλημάτων ερωτικής φύσεως κατά τον τελευταίο χρόνο, λειτουργεί έτσι ώστε όταν στην πρώτη σκηνή παρακολουθούμε τον Έντι να συναρμολογεί με πάθος το όπλο του, σημαδεύοντας με αυτό από το ανοιχτό παράθυρο του σπιτιού του, να γίνεται εύκολα η αναγωγή στο σεξουαλικό υπόβαθρο που κρύβει ο εγκληματικός χαρακτήρας της συμπεριφοράς του. Το όπλο αποτελεί γι’ αυτόν ένα ερωτικό εργαλείο μέσω του οποίου αναζητά μια ιδιότυπη ικανοποίηση, έστω από απόσταση, αφού η παρουσία και μόνο γυναίκας δίπλα του προκαλεί στον ήρωα κανονική αποστροφή. Αυτό γίνεται ακόμη πιο φανερό στην αριστουργηματική σεκάνς της πρώτης δολοφονίας, όταν η κάμερα ζουμάρει στα χέρια τού Έντι, τα οποία χαϊδεύουν την καραμπίνα του (με αργές κινήσεις από πάνω προς τα κάτω), καθώς βρίσκεται στην αγκαλιά του.

Ο Ντμίτρικ με την υποστήριξη της ασπρόμαυρης φωτογραφίας, του καταπληκτικού score του πρωτοπόρου μουσικού και συνθέτη Τζορτζ Άντχαϊλ, καθώς και της άψογης χρήσης της τοπογραφίας της πόλης, μεγαλουργεί σε ό,τι έχει να κάνει με τη δημιουργία ατμόσφαιρας έντασης και αγωνίας. Όταν ο Έντι κρύβεται στις σκιές, ανεβοκατεβαίνει τους δρόμους της πόλης, παραφυλάει με υπομονή, μέχρι να πετύχει την κατάλληλη στιγμή για να πυροβολήσει κοιτώντας μέσα από τη διόπτρα του, σχεδόν ιδρώνεις μαζί του. Το πρώτο του θύμα είναι η τυπική femme fatale της νουάρ μυθολογίας. Μια πιανίστρια που ο ίδιος γνωρίζει καλά, αφού είναι πελάτισσα της εταιρείας όπου εργάζεται, η οποία τον φλερτάρει για να τον κάνει να την εξυπηρετεί καλύτερα και όχι από ερωτικό ενδιαφέρον. Κάνει, όμως, το μοιραίο λάθος να τον διώξει βιαστικά από το διαμέρισμά της, όταν ο φίλος της επιστρέφει απροειδοποίητα, με τον Έντι να νιώθει ντροπιασμένος από τη συμπεριφορά της. Βρίσκει έτσι παρηγοριά, το ίδιο κιόλας βράδυ, στην καραμπίνα του, κάτι που θα επαναλαμβάνεται συχνά στη συνέχεια του φιλμ. Αξιοπρόσεκτο στοιχείο της αφήγησης, το ότι οπουδήποτε κι αν κινείται ο Έντι στο Σαν Φρανσίσκο, γίνεται μάρτυρας υποτιμητικών ή στερεοτυπικών σχολίων για το γυναικείο φύλο, τα οποία ενισχύουν την εχθρότητά του απέναντι στον θηλυκό πληθυσμό της πόλης, σαν ένα αόρατο χέρι που τον σπρώχνει διαρκώς προς το έγκλημα. Κατά την επίσκεψή του σε πάρκο διασκέδασης, το φαινομενικά αθώο παιχνίδι κατά το οποίο ο παίκτης προσπαθεί να ρίξει στο νερό νεαρή κοπέλα, πετυχαίνοντάς τη με μια μπάλα, θα κλιμακωθεί σιγά-σιγά σε ένα κύμα οργής από αυτόν. Γίνεται έτσι φανερό πως αυτό που ενδιαφέρει ευρύτερα στο φιλμ είναι η εν γένει συμπεριφορά των ανδρών απέναντι στο αντίθετο φύλο, χαράσσοντας μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στις απόψεις της εποχής για τη θέση της γυναίκας στο κοινωνικό σύνολο («αυτή πρέπει να μαγειρεύει και όχι ο άνδρας») και την ακραία συμπεριφορά του Έντι.

Η αλήθεια είναι πως για τα σημερινά δεδομένα, η ταινία δεν εμβαθύνει και τόσο στο προφίλ τού ψυχολογικά διαταραγμένου ατόμου. Αφήνεται να εννοηθεί πως οι ρίζες του προβλήματος βρίσκονται στη συμπεριφορά της μητέρας τού Έντι κατά τη διάρκεια των παιδικών του χρόνων και… αυτό είναι όλο. Εντυπωσιακός, όμως, και ίσως πολύ μπροστά από την εποχή του, είναι ο προβληματισμός που τίθεται σχετικά με τον σωφρονισμό όσων έχουν παρόμοια προβλήματα. Μπορεί να γίνεται με έναν κάπως διδακτικό τόνο, αφού επιλέγεται ο μονόλογος σε στιλ διαγγέλματος, από τον ψυχολόγο με τον οποίο συνεργάζεται η αστυνομία προκειμένου να εντοπίσει και να συλλάβει τον δράστη των δολοφονιών, τα όσα λέγονται για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει πρώτα να θεραπεύονται και όχι να φυλακίζονται οι έχοντες παραβατική συμπεριφορά για σεξουαλικής φύσεως εγκλήματα, όμως είναι πρωτοπόρα όχι μόνο για τότε, αλλά ακόμη και για σήμερα. Όταν η αστυνομία προσάγει νεαρό αγόρι για ύποπτη συμπεριφορά και εκείνο παραδέχεται στο Τμήμα την ευκολία με την οποία μπορεί ανά πάσα στιγμή να βρει όπλα και σφαίρες, γίνεται αντιληπτό πως εδώ υπάρχει τροφή για ώριμη σκέψη σε ένα ευρύτερο (από το 1952) πεδίο.

Η αστυνομική έρευνα δεν είναι ακριβώς η πιο σχολαστική και ενδελεχής που θα επέβαλλαν οι συνθήκες, με τη σκηνή της ανάκρισης των υπόπτων (σε ανοιχτή προς το σώμα ακρόαση!) να γίνεται με ένα άκρως υποτιμητικό και κοροϊδευτικό ύφος για εκείνους. Υπάρχουν κάποιες ευκολίες όσον αφορά το κομμάτι αυτό, με τον Έντι να ικετεύει σχεδόν την αστυνομία να τον βρει και να τον συλλάβει πριν σκοτώσει περισσότερες γυναίκες, στέλνοντας ακόμη και ανώνυμη επιστολή προς τις Αρχές! Είναι μια λεπτομέρεια που κάνει τον ήρωα να δείχνει από serial killer ένα πιο συμπαθές πλάσμα στα μάτια του θεατή, αφού καλεί απεγνωσμένα σε βοήθεια, βλέποντας πως από μόνος του δεν δύναται να «θεραπευτεί». Ο στυγνός δολοφόνος – ελεύθερος σκοπευτής, που περιμένει καρτερικά σε ταράτσες σπιτιών προκειμένου να σκοτώσει, έχει γνώση της κατάστασής του. Θέλει να σταματήσει, αλλά… απλά δεν μπορεί. Το δάκρυ της λύτρωσης που θα κυλήσει στο μάγουλο του Έντι είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ενός μοιραίου και καταστροφικού εσωτερικού διχασμού.

TRIVIA

  • O Έντουαρντ Ντμίτρικ ήταν ένας από τους περίφημους «Δέκα του Χόλιγουντ» που κυνηγήθηκαν από την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών του Γερουσιαστή ΜακΚάρθι, με την κατηγορία του κομμουνισμού.
  • Αφού έμεινε στη φυλακή για σχεδόν έναν χρόνο, ο Ντμίτρικ «έδωσε» ονόματα συναδέλφων του, κάτι που του επέτρεψε να ξαναδουλέψει στο Χόλιγουντ. Η πρώτη ταινία που γύρισε μετά τον «αποχαρακτηρισμό» του ήταν ετούτη εδώ.
  • Στη βιογραφία του (με τίτλο «Odd Man Out: A Memoir of the Hollywood Ten»), δικαιολογεί την πράξη του, θεωρώντας πως το κόμμα τον άφησε επίτηδες στη φυλακή για λόγους προπαγάνδας, μιας και ήταν ο πιο διάσημος από τους «Δέκα». «Ήθελαν να με κάνουν μάρτυρα, αλλά ήθελα να έχω εγώ το προνόμιο επιλογής της μαρτυρίας μου», αναφέρει. Έμελλε να είναι ο μόνος εξ αυτών που «κάρφωσε».
  • Το studio της Columbia, θέλοντας ίσως να του καταστήσει σαφές ποιος είναι πλέον το αφεντικό, του επέβαλε να συνεργαστεί με τον Έιντολφ Μενζού, έναν από πιο φανατικούς αντικομμουνιστές του Χόλιγουντ, ο οποίος δεν είχε κανένα πρόβλημα να «δίνει» συναδέλφους, άσχετα από καλέσματα ή όχι των Επιτροπών! Ανεβάζοντας το επίπεδο του… τρολαρίσματος σε δυσθεώρητα ύψη, ο Μενζού υποδύεται στο φιλμ έναν αστυνομικό ονόματι… Φρανκ Κάφκα!
  • Η ταινία ήταν υποψήφια για Όσκαρ σεναρίου, μια μάλλον αξιοσημείωτη κίνηση της Ακαδημίας. Το βραβείο κατέληξε σε μια πιο… ασφαλή επιλογή, το «The Greatest Show on Earth». Είπαμε. Είναι ένας άδικος κόσμος…

MORE CULT

Ο ΚΙΤΡΙΝΟΣ ΠΡΑΚΤΩΡ ΤΟΥ ΧΟΝΓΚ ΚΟΝΓΚ

«Their deadly mission: to crack the forbidden island of Han!»

Ο ΚΟΛΟΣΣΟΣ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ

«A monster statue of bronze and stone twenty stories tall guarded their secret!»

Ο ΑΡΧΙΚΑΤΑΣΚΟΠΟΣ

«NOT A WORD IS SPOKEN! Excitement beyond words!»

ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΛΙΟΥ

«She'd do anything for a thrill... Including kill!»