Τι είναι μια cult ταινία; Πόσο σκουπίδι μπορεί ή πρέπει να είναι; Από ποιον πλανήτη έρχεται και γιατί χρειάζεται να τη λατρέψεις; Μια στήλη που… εγκληματεί, για να σου δώσει τις καλύτερες απαντήσεις γύρω από κινηματογραφικά αξιοπερίεργα και τίτλους που αξίζει να μάθεις πως υπάρχουν. Αρκετά συχνότερα… για τους λάθος λόγους!
ΤΟ ΕΞΠΡΕΣ ΤΟΥ ΣΙΚΑΓΟΥ (1952)
(THE NARROW MARGIN)
- ΕΙΔΟΣ: Αστυνομικό Νουάρ Θρίλερ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ρίτσαρντ Φλάισερ
- ΚΑΣΤ: Τσαρλς ΜακΓκρο, Μαρί Γουίντσορ, Ντέιβιντ Κλαρκ, Tζάκλιν Γουάιτ, Πίτερ Βίργκο, Γκόρντον Γκέμπερτ
Ο σκληρός και αδιάλλακτος αστυνομικός ντετέκτιβ Μπράουν καταφθάνει στο Σικάγο μαζί με τον συνεργάτη του, προκειμένου οι δυο τους να συνοδεύσουν πίσω στο Λος Άντζελες τη χήρα ενός gangster, η οποία πρόκειται να δώσει ονόματα συνεργών του μακαρίτη συζύγου της. Ο συνεργάτης δεν καταφέρνει να επιβιβαστεί στην αμαξοστοιχία της επιστροφής, αφού τα «καλά παιδιά» της Μαφίας, γνωρίζοντας τι θα συμβεί, έχουν πάρει τα μέτρα τους. Ο Μπράουν τη σκαπουλάρει, αλλά έχει μείνει πια μόνος να προστατεύει την κυρία Νιλ σε ένα τρένο γεμάτο εγκληματίες πιστολάδες που θα κάνουν τα πάντα για να αποτρέψουν τη μάρτυρα να αντικρίσει τον ήλιο της Καλιφόρνιας. Το πλεονέκτημα του Μπράουν είναι πως κανένας άλλος δεν ξέρει πώς είναι το πρόσωπο της γυναίκας που είναι έτοιμη να τους «καρφώσει». Το κακό γι’ αυτόν είναι πως οι πάντες ξέρουν το δικό του. Το ακόμα χειρότερο; Σε ένα εν κινήσει τρένο, δεν υπάρχουν και τόσα μέρη για να κρυφτείς.
Τα σκοτεινά σοκάκια, οι φαρδιές λεωφόροι των αμερικάνικων μεγαλουπόλεων και τα ημιφωτισμένα, πνιγμένα στην κάπνα κακόφημα bar είναι αναπόσπαστα στοιχεία της νουάρ μυθολογίας. Ο σκηνοθέτης Ρίτσαρντ Φλάισερ σε τούτο εδώ δεν έχει απολύτως τίποτε από αυτά στη διάθεσή του. Το μόνο που κρατά μπροστά από την κάμερα (πλην της εναρκτήριας σεκάνς, η ενορχήστρωση της οποίας είναι βγαλμένη από τις χρυσές σελίδες του genre) είναι ένα τρένο, με τα βαγόνια και τους σταθμούς του, καθώς ολόκληρη η δράση του φιλμ εκτυλίσσεται σε αυτούς τους χώρους. Εκμεταλλεύεται, λοιπόν, άψογα τους στενούς διαδρόμους της αμαξοστοιχίας, εγκαθιδρύοντας μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα που ώρες-ώρες νομίζεις πως σε πνίγει, καταφέρνοντας δε (στα λιγότερα από 70 λεπτά διάρκειας του «The Narrow Margin») να πετύχει ένα μικρό θαύμα, παρουσιάζοντας ολοκληρωμένους χαρακτήρες, κυνικούς διαλόγους διανθισμένους με σκληρά σαρκαστικό χιούμορ, και απανωτά σεναριακά twist που οδηγούν στην απίθανη κλιμάκωση του φινάλε.
Καθώς ο Φλάισερ «στριμώχνει» τη δράση στα βαγόνια, την ίδια ώρα προσπαθεί να διευρύνει με κάθε δυνατό τρόπο τους διαθέσιμους χώρους. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιεί τα τζάμια των παραθύρων, είτε σαν… πραγματικά παράθυρα είτε σαν καθρέφτες, πετυχαίνοντας να δώσει στο παιχνίδι γάτας και ποντικιού ανάμεσα στον ντετέκτιβ Μπράουν και το πρωτοπαλίκαρο των κακών (ονόματι Κεμπ), μια αίσθηση παρτίδας σκακιού, όπου ο κάθε παίκτης κοιτάζει τις κινήσεις του αντιπάλου του θαρρείς μέσα από κλειδαρότρυπα. Τόσο στο εστιατόριο του τρένου, όσο και στις διάφορες στάσεις της αμαξοστοιχίας, ο ένας ρίχνει συνεχώς το βλέμμα του στον άλλον, προσπαθώντας έτσι να τον παρασύρει στο μοιραίο λάθος. Το σασπένς εντείνεται με τη συχνή εμφάνιση (πάντα μέσα από τα παράθυρα του τρένου) μυστηριώδους αυτοκινήτου που ακολουθεί κατά πόδας τη διαδρομή του Εξπρές.
Εκτός από την απαράμιλλη επίδειξη δύναμης του Φλάισερ σε ό,τι αφορά την οικονομία χώρων και χρόνου, ο σκηνοθέτης καταθέτει σαφή διαπιστευτήρια κλάσης στην καθοδήγηση των ηθοποιών του, με τον καθένα χωριστά να «γράφει» τον ρόλο του στη μνήμη μας. Ο ντετέκτιβ Μπράουν του Τσαρλς ΜακΓκρο είναι ο φαινομενικά ασυμβίβαστος και άτεγκτος υπηρέτης του Νόμου, φαίνεται όμως να το σκέφτεται λίγο όταν ένας εκ των μαφιόζων προσπαθεί να τον δωροδοκήσει. Δεν είναι διεφθαρμένος, αν και αφήνει την εντύπωση πως θα μπορούσε να γίνει. Είναι πολυμήχανος, το μυαλό του παίρνει χίλιες στροφές το λεπτό, ξέρει όμως καλά τόσο από πιστόλια όσο και από μπουνιές. Η σκηνή πάλης στο coupé, ανάμεσα σε αυτόν και τον Κεμπ, είναι υπόδειγμα μοντάζ, με την ασυνήθιστη για την εποχή κάμερα στο χέρι να καταγράφει περίεργες γωνίες λήψης, καθώς οι γροθιές μοιάζουν να ασφυκτιούν στον στενό χώρο. Αποτελεί, δε, σαφή πηγή έμπνευσης για την αντίστοιχη σεκάνς του «Τζέιμς Μποντ Πράκτωρ 007 Σε Παγίδα» (πρόκειται για τον αυθεντικό ελληνικό τίτλο της δεύτερης ταινίας της σειράς, γυρισμένης το 1963, ευρύτερα γνωστής ως «Από τη Ρωσία με Αγάπη»).
Από την παρέα των κακών, που προσπαθούν να ξετρυπώσουν και να περιποιηθούν καταλλήλως την άγνωστη πλην όμως μοιραία γι’ αυτούς γυναίκα, εκείνος που κλέβει την παράσταση (σε αρκετά ολιγόλεπτη εμφάνιση, προφανώς) είναι ο Γιοστ του Πίτερ Μπρόκο. Πρόκειται περί υποχθόνιας και ολίγον μακάβριας φιγούρας, που παρουσιάζεται σαν επιχειρηματίας και υπόσχεται να προσφέρει μια λύση που θα αφήσει άπαντες ικανοποιημένους (πλην της κυρίας Νιλ, ασφαλώς). Ο δήθεν φιλικός Γιοστ έρχεται σε αντίθεση με τον τυποποιημένα κακό Κεμπ και είναι κρίμα που ο χαρακτήρας του χάνεται σε μια από τις στάσεις του τρένου. Όπως είναι κρίμα που η Μαρί Γουίντσορ είναι αναγκασμένη να παραμένει καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια του ταξιδιού του Εξπρές καθηλωμένη στο coupé της, μένοντας πιστή στις εντολές του προστάτη της ντετέκτιβ Μπράουν. Ακόμη κι έτσι, όμως, η γοητεία της είναι ασυναγώνιστη, καθώς υπηρετεί πιστά τον ρόλο τής femme fatale, φορώντας συνήθως εσώρουχα, ενίοτε λικνιζόμενη υπό τους ήχους του πικάπ της, αν και είναι σαφές πως αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο τον Φλάισερ είναι ό,τι συμβαίνει έξω από αυτό, με τους πληρωμένους δολοφόνους που προσπαθούν να ανακαλύψουν πού διάολο κρύβεται και τον Μπράουν να πασχίζει να την κρατήσει σώα και αβλαβή (η περίφημη σεκάνς του τρένου «Στη Σκιά Των Τεσσάρων Γιγάντων» του Άλφρεντ Χίτσκοκ θυμίζει έντονα αρκετά από τα όσα γίνονται σε τούτο εδώ, χωρίς να μπαίνουμε σε περαιτέρω συγκρίσεις).
Ένα αυθεντικό B-movie είναι «Το Εξπρές του Σικάγου». Μικρή διάρκεια, σφιχτό budget και όχι μεγάλα ονόματα ηθοποιών στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Αποτελεί, όμως, ένα cult κόσμημα όχι μόνο για το είδος του νουάρ, μιας και πρωτοπορεί τόσο, ώστε η επιρροή του να είναι διαχρονική, ειδικά σε ό,τι αφορά τη δράση εντός κινούμενου τρένου. Η φρεσκάδα του έχει μείνει αναλλοίωτη παρά τα πολλά χρόνια που έχουν περάσει από το έτος κυκλοφορίας του. Κόψτε εισιτήριο και επιβιβαστείτε άφοβα!