FreeCinema

Follow us

ΦΥΓΑΜΕ (2020)

(ONWARD)

  • ΕΙΔΟΣ: Animation
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νταν Σκάνλον
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 114'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Σε ένα φανταστικό σύμπαν που θυμίζει αρκετά τη δική μας καθημερινότητα, δύο έφηβα αδέλφια… ξωτικά έχουν λιγότερο από 24 ώρες ώστε να ολοκληρώσουν ένα ξόρκι και να δουν τον νεκρό τους πατέρα για μια τελευταία φορά.

Το όνομα Pixar είναι εγγύηση άριστης δουλειάς, ποιότητας, φαντασίας και ειλικρινούς συναισθήματος, σχεδόν απαράμιλλη στον ολοένα επεκτεινόμενο κόσμο του animation. Την ώρα που η μητρική της (πλέον) Disney παράγει ταινίες (κυρίως animation) με βιομηχανική ταχύτητα και ποσότητες… στα τυφλά, τουλάχιστον η πρώτη μοιάζει να παραμένει πιστή στη φήμη της για παραγωγές του είδους που όχι μόνο προσφέρουν εύκολη και γρήγορη ψυχαγωγία σε μικρά παιδιά, αλλά και τροφή για σκέψη, συζήτηση και εμβάθυνση, τόσο για το ανήλικο, όσο (και αρκετές φορές κυρίως) και για το ενήλικο κοινό.

Κεντρική σχέση σε κάθε φιλμ της Pixar αποτελεί η οικογένεια, ή τουλάχιστον οι προσωπικές σχέσεις, είτε είναι μεταξύ ανθρώπων, ζώων, εξωγήινων, παιδικών κουκλών ή (στην προκειμένη περίπτωση) μυθικών πλασμάτων, που στη σημερινή υπερκαταναλωτική εποχή έχουν ξεχάσει τη μαγεία την οποία κατέχουν και ζουν μια καθημερινότητα σαν και τη δική μας, σε βαρετά προάστια που αναπτύσσονται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, προσπαθώντας, έστω και ακούσια, να ξεχάσουν και να «θάψουν» τη μοναδική κληρονομιά και το ένδοξο, κυριολεκτικά μαγικό παρελθόν τους.

Η ιστορία του «Φύγαμε» επικεντρώνεται σε δύο έφηβα αδέλφια που είναι ξωτικά. Ο μικρότερος, ο 16χρονος Ίαν, είναι το τυπικά αδέξιο, εσωστρεφές λυκειόπαιδο, που το συναντάμε την ημέρα των γενεθλίων του. Ο μεγαλύτερος, ο Μπάρλεϊ, είναι ο τυπικός «ταραχοποιός», με «ένδοξο» ωστόσο κίνητρο: προσπαθεί απελπισμένα να διασώσει οποιοδήποτε τελευταίο ψήγμα μαγείας, τόσο στη γειτονιά του, όσο και στην ψυχή και το πνεύμα της οικογένειάς του, με απογοητευτικά αποτελέσματα. Η μητέρα τους είναι υπέροχη και καταδεκτική απέναντι και στους δυο τους, είναι όμως κι εκείνη «θύμα» της βαρετής ρουτίνας, ενώ ο πατέρας τους πέθανε όταν ο Μπάρλεϊ ήταν μικρός και ο Ίαν μωρό. Στα 16α γενέθλια του Ίαν, ανακαλύπτουν πως ο μακαρίτης είχε αφήσει για δώρο και στα δύο παιδιά ένα ραβδί, ένα ξόρκι και μια μαγική πέτρα, «εργαλεία» χάρη στα οποία, αν προσπαθήσουν να εξωτερικεύσουν τη χαμένη τους μαγεία, θα μπορέσουν να τον φέρουν πίσω έστω και μόνο για μια μέρα, ώστε να δημιουργήσουν αναμνήσεις που τόσο πολύ θα ήθελαν να έχουν με τον πρόωρα χαμένο πατέρα τους. Ο Μπάρλεϊ μοιάζει ο καταλληλότερος να πετύχει το ξόρκι, είναι ο Ίαν ωστόσο εκείνος που κάνει το ραβδί και την πέτρα να δουλέψουν… μέχρι τα μισά. Ο πατέρας τους αρχίζει να εμφανίζεται μπροστά τους, αλλά η πέτρα σπάει από τη δύναμη της μαγείας, όταν η «μετουσίωση» έχει φτάσει έως… τη μέση του πατέρα! Έτσι, οι δύο έφηβοι έχουν μόνο το… κάτω μισό του μπαμπά τους και ξεκινούν ένα επικίνδυνο ταξίδι σε αναζήτηση μιας άλλης παρόμοιας πέτρας που θα τον ολοκληρώσει. Οι ώρες, όμως, περνούν και το ταξίδι των νεαρών (και του μισού μπαμπά!) γίνεται όλο και πιο απελπισμένο και περιπετειώδες.

Μια μίξη road και buddy movie με χιουμοριστικά στοιχεία που φέρνουν στο μυαλό (στους παλαιότερους) το «Τρελό Γουικέντ στου Μπέρνι» (1989), το «Φύγαμε» αποτελεί μία απολαυστική νεανική περιπέτεια, σχεδιασμένη στα άριστα standards της εταιρείας της και σκηνοθετημένη από τον Νταν Σκάνλον («Μπαμπούλες Πανεπιστημίου»), που συνυπογράφει και το σενάριο. Στην original αγγλόφωνη εκδοχή, τις φωνές των Ίαν και Μπάρλεϊ χαρίζουν αντίστοιχα οι Τομ Χόλαντ και Κρις Πρατ, που πείθουν εξαιρετικά με την αδελφική τους χημεία, κάνοντας ταυτόχρονα τον Μπάρλεϊ ν’ αποτελεί (εντέλει) την ψυχή της αφήγησης. Οι οικογενειακοί δεσμοί βρίσκονται στο επίκεντρο, φυσικά, αλλά και το οικολογικο-κοινωνικό «δίδαγμα» (που συναντάμε τακτικά στις ταινίες της Pixar, με αποκορύφωμα το μάλλον προφητικό αριστούργημα «Wall-E»), πως δεν πρέπει να ξεχνάμε τις ρίζες μας, όχι με εθνική ή φυλετική έννοια, αλλά μ’ εκείνη της «αρχικής μαγείας» της ίδιας μας της φύσης, ανθρώπινης και μη. Αν και αυτή η τελευταία προσφορά της Pixar δεν έχει τα βάθη, την πολυπλοκότητα και το μεγαλείο άλλων πρόσφατων παραγωγών της, όπως τα «Μυαλά που Κουβαλάς» (2015) και «Coco» (2017), δεν αποτυγχάνει ούτε στο ελάχιστο να παραδώσει ακόμη ένα παράδειγμα ειλικρινά συναισθηματικής και αβίαστα διασκεδαστικής ιστορίας που θα «πιάσει» παιδιά και γονείς (ή απλώς ενήλικες που κλαίνε απενοχοποιημένα μόνοι τους… περισσότερο από τους μικρότερους σε ηλικία θεατές στην αίθουσα!).

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Όχι από τις καλύτερες ή τις πιο μακροπρόθεσμα αξιομνημόνευτες ταινίες της Pixar αλλά, στο σερί μιας εταιρείας που προσφέρει συνεχώς δουλειές πολύ υψηλότερες του μέσου όρου, αυτό δεν είναι ιδιαίτερο θέμα. Τα παιδιά από 6 έως 7 ετών και πάνω θα ευχαριστηθούν την περιπέτεια, οι έφηβοι όλο και κάποια χαρακτηριστικά θα βρουν ώστε να ταυτιστούν με τους χαρακτήρες, ενώ οι ενήλικες μάλλον θα απορροφηθούν αρκετά με την ιστορία και θα ξεχάσουν να κοιτάξουν το κινητό τους.


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.