GEMINI MAN (2019)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Περιπέτεια Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ανγκ Λι
- ΚΑΣΤ: Γουίλ Σμιθ, Μαίρη Ελίζαμπεθ Γουίνστεντ, Μπένεντικτ Γουόνγκ, Κλάιβ Όουεν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 117'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Πληρωμένος εκτελεστής γίνεται στόχος του… κλώνου του (σε νεαρότερη version) όταν η υπηρεσία του αποφασίζει να τον βγάλει από τη μέση.
Η σχέση του Ανγκ Λι με τις τεχνολογικές εξελίξεις στον κινηματογράφο φοράει εδώ την απόλυτη… πλερέζα, μέσω ενός project που είχε αλλάξει άπειρα χέρια εδώ και δεκαετίες (από το 1997!), αλλά δεν προχωρούσε γιατί τα εφέ του παρελθόντος θα παρουσίαζαν ένα οπτικό Βατερλό. Σήμερα, μπορεί οι ψηφιακές εικόνες κόστους πολλών εκατομμυρίων δολαρίων να δημιουργούν μία σοβαρά ρεαλιστική απεικόνιση του κλώνου του πρωταγωνιστή, όμως η ειρωνεία είναι πως στο «Gemini Man» δεν έχει μείνει απολύτως τίποτε άλλο που αξίζει τον κόπο να δεις.
Ο Χένρι Μπρόγκαν τα βρίσκει σκούρα λίγο πριν από την απόσυρσή του, όταν η υπηρεσία του (Defense Intelligence Agency) φαίνεται να τον ενοχοποιεί και να τον παγιδεύει για μία αποστολή εκτέλεσης Ρώσου «τρομοκράτη», του οποίου το πραγματικό profile προκύπτει άκρως αθώο… κατόπιν «εορτής». Με τη βοήθεια επίσης προδομένης πρακτόρισσας και φίλου πιλότου (που μας «ταξιδεύει» με φοβερό και τρομερό ιδιωτικό jet σε locations της Κολομβίας και της Ουγγαρίας, διότι έτσι συμβαίνει σε πρακτορικές περιπέτειες που σέβονται τον εαυτό τους) θα καταλάβει πως έχει γίνει ο στόχος παρακρατικού αξιωματικού που χρησιμοποιεί για όπλο έναν εμφανισιακά νεότερο… κλώνο του κεντρικού ήρωα!
Αν υποθέσουμε ότι αυτό είναι το βασικό plot twist της ταινίας, τότε το marketing της Paramount κάτι δεν «έπιασε» σωστά, αφού κάθε διαφημιστικό υλικό για το φιλμ αποκαλύπτει την «ανατροπή»… πριν καν μπεις στην αίθουσα! Το αστείο είναι ότι το υπόλοιπο έργο δεν επιφυλάσσει άλλες εκπλήξεις (εκτός ίσως από τη σεκάνς της τελικής αναμέτρησης, που προκύπτει… ξεκαρδιστικά αστεία!). Η δράση πάσχει από πλήρη ατονία, με κύρια εξαίρεση την καταδίωξη στους δύο τροχούς, η οποία όμως φαίνεται ενοχλητικά ψεύτικη (σίγουρα λιγότερο από την αντίστοιχη στο πρόσφατο «Hobbs & Shaw»), όχι απλά επειδή η απιθανότητα βγάζει μάτι, αλλά και εξαιτίας της πρόσφατης μανίας του Λι να φιλμάρει με 120 καρέ το δευτερόλεπτο (αντί των παραδοσιακών 24), «χρεώνοντας» στην εικόνα μία σχεδόν καρτουνίστικη ταχύτητα (το απότομο τίναγμα που κάνει στον αέρα από το έδαφος ο ήρωας για να αποφύγει το χτύπημα από τη μηχανή του κλώνου του, για παράδειγμα, προκαλεί αβίαστα το γέλιο).
Η εξέλιξη της ιστορίας από ένα σημείο και μετά δεν διαθέτει κάποια στοιχειώδη ίντριγκα, οπότε περιμένεις μονάχα μία οριστική σκηνή σύγκρουσης με τον χαρακτήρα του «κακού», ο οποίος ελέγχει τον κλώνο τού πρωταγωνιστή σαν ρομποτάκι / στρατιωτάκι που μεγάλωσε δίπλα του λες και ήταν ο πατέρας του. Ερμηνευτικά, η νεανική, ψηφιακή εκδοχή του Γουίλ Σμιθ πείθει σχεδόν περισσότερο από το σκέτα βαριεστημένο look τού star, αν και στην πραγματικότητα και τα δύο πρόσωπα σέρνουν από κάδρο σε κάδρο μία σχεδόν ναρκισσιστική (σαν μπροστά από καθρέφτη) ή απορημένη έκφραση που αν έβγαζε υπότιτλο από κάτω θα έγραφε: «Τι στο διάολο συνέβη και αποφάσισαν να κάνουν ταινία αυτό το σενάριο;»! Καθώς προσπαθούσα να θυμηθώ άλλο κινηματογραφικό ναυάγιο από το ευρύτερο είδος της πρακτορικής περιπέτειας, σκέφτηκα εκείνο το φιάσκο του Μάικλ Μαν από το 2015, το «Blackhat», και για ελάχιστα λεπτά του χρόνου ένιωσα τύψεις που το είχα… σκίσει τότε. Δεν ήταν τόσο κακό όσο το «Gemini Man». Μετά μου πέρασε. Και ήθελα να ξεχάσω ότι το έζησα κι αυτό.