FreeCinema

Follow us

Ο ΚΥΡΙΟΣ ΒΕΡΝΤΟΥ (1947)

(MONSIEUR VERDOUX)

  • ΕΙΔΟΣ: Μαύρη Κωμωδία
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τσαρλς Τσάπλιν
  • ΚΑΣΤ: Τσαρλς Τσάπλιν, Μάρθα Ρέι, Ίζομπελ Έλσομ, Μέριλιν Νας, Ρόμπερτ Λιούις, Άλισον Ρόνταν, Μάντι Κόρελ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 124'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: BIBLIOTHEQUE

Καθόλα αξιοσέβαστος κύριος, βαριά χτυπημένος από το οικονομικό κραχ στην προπολεμική Γαλλία, βρίσκει έναν εξεζητημένο τρόπο επιβίωσης γι’ αυτόν και την οικογένειά του. Παντρεύεται και εν συνεχεία δολοφονεί πλούσιες γυναίκες! Η δουλειά πηγαίνει ρολόι, όλα τα ωραία, όμως, έχουν ένα τέλος.

Με τον «Κύριο Βερντού» ο Τσάπλιν άφηνε οριστικά πίσω του τον χαρακτήρα του αλήτη και έμπαινε άνευ επιστροφής πια (και με σημαντική καθυστέρηση ίσως) στην εποχή του ομιλούντος κινηματογράφου. Ο περίφημος «Μεγάλος Δικτάτωρ» (1940) που είχε προηγηθεί τούτου δεν είχε αποτινάξει εντελώς από πάνω του τη βωβή περίοδο του σινεμά, μέσω δε του χαρακτήρα του Εβραίου κουρέα στο φιλμ εκείνο, υπήρχαν σαφείς αναφορές στον Little Tramp, τον πιο αναγνωρίσιμο ίσως ήρωα της κινηματογραφικής ιστορίας. Εδώ, όμως, ο «Σαρλό» ουδεμία διάθεση καταφυγής στο παρελθόν του δείχνει.

Η αρχική σεναριακή ιδέα του φιλμ ανήκε στον Όρσον Γουέλς, ο οποίος βασισμένος στην αληθινή ιστορία του Γάλλου serial killer Ανρί Ντεζιρέ Λαντρού επιθυμούσε να γυρίσει μια σχετική ταινία με τον Τσάπλιν στον κεντρικό ρόλο. Δεν είναι ακριβώς σαφές, μιας και με τα χρόνια η κάθε πλευρά ισχυριζόταν τη δική της εκδοχή των γεγονότων για το πώς το σχέδιο ναυάγησε, το αποτέλεσμα πάντως ήταν ο Τσάπλιν να αγοράσει την «ιδέα» του Γουέλς με σκοπό να την επεξεργαστεί ο ίδιος όπως ήθελε (μια κωμωδία φόνων ήταν αυτό που είχε στο μυαλό του) και φυσικά να τη σκηνοθετήσει (πάγια τακτική του, καθώς δεν υπάρχει μεγάλου μήκους ταινία του που να γυρίστηκε από άλλον), με τον νεαρό τότε Αμερικανό σκηνοθέτη να αρκείται σε μια απλή αναφορά του ονόματός του στα credits, ως εμπνευστής του όλου project (για την ιστορία, η δράση του μεσιέ Λαντρού μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1963, από τον Κλοντ Σαμπρόλ, με τον τίτλο «Landru»).

Ο κύριος Βερντού είναι ένας πρώην τραπεζικός υπάλληλος ο οποίος βρέθηκε άνεργος από τις πρώτες κιόλας μέρες της Μεγάλης Ύφεσης. Αποφασισμένος να συνεχίσει να παρέχει τα προς το ζην στην παραπληγική του σύζυγο και στον μικρό του γιο, ξεκινά μια καριέρα ώριμου ζιγκολό, καταφέρνοντας να απλώνει τα δίχτυα του σε πλούσιες γυναίκες σε όλες τις γωνιές της Γαλλίας, προσέχοντας και την παραμικρή λεπτομέρεια που θα μπορούσε να κινήσει υποψίες εναντίον του. Έχοντας υιοθετήσει πολλά διαφορετικά ψευδώνυμα και ταξιδεύοντας συνεχώς ώστε να προλαβαίνει να τις βλέπει όλες (προτού τις καθαρίσει, ασφαλώς), τις ξαφρίζει είτε προ είτε μετά θάνατον, φροντίζοντας πάντα να επενδύει τα «κέρδη» του, ώστε να έχει ένα κάποιο μαξιλαράκι ασφαλείας μιας και οι καιροί είναι χαλεποί. Μεταξύ των συζύγων και υποψηφίων θυμάτων του είναι η ελαφρώς πολυλογού τυχερή νικήτρια του πρώτου αριθμού του λαχείου, Αναμπέλ Μπονέρ (πιάνουμε την ειρωνεία του ονόματος, έτσι;), την οποία έχει παραμυθιάσει λέγοντάς της πως είναι καπετάνιος που ταξιδεύει συνεχώς, καθώς και η διστακτική στο να υποκύψει στη γοητεία του μαντάμ Γκρονέ, στην οποία αναφέρει πως εργάζεται σε μια (εντελώς) ανύπαρκτη παγκόσμια γεωγραφική υπηρεσία. Από την άλλη, μία από τις πρώτες του «δουλειές» αποτελεί η κυρία Κουβέ, η εξαφάνιση της οποίας έχει κάνει την ολίγον φευγάτη οικογένειά της να υποψιάζεται τον μυστήριο, άγνωστο προς αυτήν γαμπρό, που αφενός ουδέποτε είδαν (πέραν μιας πεταμένης στη φωτιά φωτογραφίας!), αφετέρου κατάφερε να αρπάξει όλη την περιουσία της μακαρίτισσας, αφήνοντας αυτούς ξεκρέμαστους και οργισμένους.

Αν και τοποθετημένη χρονικά στις αρχές της δεκαετίας του ’30, η ταινία χρησιμοποιεί τις (τότε) πρόσφατες ακόμα μνήμες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, κοιτώντας με πικρόχολο τρόπο το μέλλον που μόλις είχε τελειώσει και το οποίο είχε αφήσει πίσω του μια ρημαγμένη Ευρώπη. Από αυτή τη σκοπιά, το φιλμ δεν εξετάζει απλά την ηθική ολίσθηση ενός κατά τα άλλα τίμιου ανθρώπου, αλλά μέσω του ήρωα ο Τσάπλιν περιγράφει μία γενικότερη σύγχυση ηθικής και αξιών σε έναν κόσμο που στέκεται στην άκρη του γκρεμού, περιμένοντας το μοιραίο να έρθει και, απλά, να χαθεί στο χάος. Κάνει, δε, τον χαριτωμένο και με λεπτεπίλεπτους τρόπους δολοφόνο να μοιάζει σαν θύτης αλλά και θύμα ταυτόχρονα, κερδίζοντας εξαρχής την συμπάθεια του θεατή για τη φιγούρα του, όταν από το πρώτο κιόλας πλάνο μέσα από τον… τάφο του, επισημαίνει πως ο ίδιος έχει πληρώσει με βάναυσο τρόπο το τραπεζικό κραχ χωρίς να έχει καμία ευθύνη γι’ αυτό (θυμίζει κάτι πρόσφατα δικά μας ή είναι ιδέα μου;), ξεκινώντας έτσι να καρπώνεται τον πλούτο «ανόητων» γυναικών, μιας και θεωρεί πως στα δικά του χέρια αυτός θα πιάσει καλύτερα τόπο.

Η καυστική αντικαπιταλιστική σάτιρα του «Κυρίου Βερντού», τα προβλήματα που είχε ήδη αρχίσει να αντιμετωπίζει στην Αμερική ο Τσάπλιν, είτε εξαιτίας του σκανδάλου του γάμου του το 1943 με τη δεκαοκτάχρονη Ούνα Ο’Νιλ, είτε εξαιτίας των αριστερών πολιτικών του φρονημάτων (η δήλωσή του περί της ανάγκης βοήθειας προς τη Σοβιετική Ένωση στο ανατολικό μέτωπο του πολέμου μέσω σύναψης συμμαχίας μαζί της είχε ξεσηκώσει θύελλα), καθώς και ο διάλογος που ο ευγενικός δολοφόνος του φιλμ έχει με τον ιερέα της φυλακής λίγο πριν οδηγηθεί στη λαιμητόμο, ο οποίος θεωρήθηκε ως προσβλητικός για τη θρησκεία, έφταναν και περίσσευαν ώστε το φιλμ να σημειώσει παταγώδη εμπορική επιτυχία στην Αμερική, με την κριτική υποδοχή να είναι αντίστοιχα σφόδρα αρνητική. Χαρακτηριστική του κλίματος που υπήρχε είναι η συνέντευξη τύπου που είχε δώσει ο Τσάπλιν στο πλαίσιο της προώθησης της ταινίας του, όπου απευθυνόμενος στους δημοσιογράφους ανέφερε με σαρκασμό πως δεν θα τους κουράσει με πολλά λόγια, προτρέποντάς τους ν’ αρχίσουν άμεσα τη σφαγή των ερωτήσεων!

Στην Ευρώπη, αντιθέτως, η ταινία σημείωσε επιτυχία (με τα χρόνια, ασφαλώς, η φήμη της αποκαταστάθηκε και στην Αμερική). Και αυτό ήταν το δίκαιο. Ο τρόπος με τον οποίο ο κύριος Βερντού μετρά τα χαρτονομίσματα μετά από κάθε δολοφονία που φέρνει εις πέρας (σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο) σκορπίζει χαμόγελα συγκαταβατικής ευδαιμονίας. Ο ποιητικός του οίστρος με αναφορές στον Ενδυμίωνα, καθώς συνοδεύει μία από τις συζύγους του προς την τελευταία της κατοικία (σε μια άκρως χιτσκοκική σεκάνς), αναδεικνύει το φιλοσοφικό τού χαρακτήρα του. Η πρόθεσή του να δοκιμάσει θαυματουργό δηλητήριο σε άστεγο κακομοίρη ώστε να τεστάρει την αποτελεσματικότητά του, γεγονός που θα φέρει στον δρόμο του την άτυχη νεαρή κοπέλα η οποία θα σταθεί μοιραία για εκείνον, κρύβει μια πικρή ζεστασιά, με τις ρίζες της τραγικής ειρωνείας και της κάθαρσης να φυτρώνουν μέσα της. Η σκηνή με το ζευγάρι που χορεύει στο nightclub και το κλείσιμο του πλάνου με το ζουμάρισμα στον μελαγχολικά αμέριμνο κύριο Βερντού είναι απλά καταπληκτική. Από την άλλη, η υπερασπιστική του αγόρευση στο δικαστήριο κρύβει κάτι από εύκολο διδακτισμό μέσα της. Αυτό, όμως, είναι ασήμαντο πταίσμα μπροστά στα υπόλοιπα χαρίσματα του έργου. Ο «Κύριος Βερντού» παραμένει μια απολαυστική ταινία που ο χρόνος δεν έχει αγγίξει.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Έβλεπε μπροστά ο Τσάπλιν με την ταινία του αυτή, καθώς πολλά από όσα με σαρκασμό περιγράφει, δυστυχώς, κάθε τόσο επαναλαμβάνονται. Χρυσή ευκαιρία είτε να την ξαναδείτε ώστε να θυμηθείτε τον έξοχο συνδυασμό slapstick χιούμορ και πικρόχολης πραγματικότητας, είτε να το επιχειρήσετε για πρώτη φορά και να συνειδητοποιήσετε το μεγαλείο της. Δεν είναι το πρώτο φιλμ που έρχεται στο μυαλό των πολλών με το άκουσμα του ονόματος Τσάρλς Τσάπλιν, όμως αυτό ενισχύει περισσότερο την ανάγκη ανακάλυψής του.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.