FreeCinema

Follow us

ΑΓΑΠΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΑΜΠΛΟ (2017)

(LOVING PABLO)

  • ΕΙΔΟΣ: Βιογραφικό Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα
  • ΚΑΣΤ: Χαβιέρ Μπαρδέμ, Πενέλοπε Κρουζ, Πίτερ Σάρσγκααρντ, Τζουλιέτ Ρεστρέπο
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 123'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Η άνοδος και η πτώση του Κολομβιανού βαρόνου των ναρκωτικών Πάμπλο Εσκομπάρ, μέσα από τα μάτια της συμπατριώτισσάς του δημοσιογράφου Βιρχίνια Βαγέχο, με την οποία διατηρούσε ερωτική σχέση. Βασισμένο σε αληθινά γεγονότα.

Δεύτερη ταινία τα τελευταία χρόνια που ασχολείται με τον διαβόητο Πάμπλο Εσκομπάρ, μετά τον «Χαμένο Παράδεισο» (2104), γεγονός που αν προσμετρηθεί στις τηλεοπτικές σειρές που έχουν γυριστεί την τρέχουσα δεκαετία («Narcos», «Μετά τον Εσκομπάρ: Κωδικό Όνομα JJ»), αλλά και φιλμ όπως το «American Made» (2017) το οποίο μπορεί να μην τον αφορά αποκλειστικά αλλά περιστρέφεται γύρω από τις αιματοβαμμένες και βρώμικες υποθέσεις του, καθιστά αντιληπτό πως το εγκληματικό του status φτάνει πια το μέγεθος ενός Αλ Κάπονε για τη σύγχρονη pop κουλτούρα.

Πέραν από τη γοητεία που ούτως ή άλλως ασκεί μια εγκληματική προσωπικότητα στον κινηματογράφο, η φιγούρα του Εσκομπάρ έχει μετατραπεί σε κάτι το σαιξπηρικό, που την κάνει να μοιάζει ιδιαίτερα συναρπαστική από δραματουργικής άποψης. Μεγιστάνας του πλούτου από τις business με τα ναρκωτικά και αρχηγός της πιο βίαιης συμμορίας του οργανωμένου εγκλήματος που εμφανίστηκε ποτέ αφήνοντας πίσω της χιλιάδες πτώματα, αλλά παράλληλα ένας στοργικός πατέρας που ενδεδυμένος τον μανδύα του φιλάνθρωπου (για όσους τουλάχιστον δεν έστεκαν εμπόδιο στα σχέδιά του) εκτελούσε κοινωνικό έργο στις φτωχογειτονίες του Μεντεγίν, κάτι που στην εποχή της παντοδυναμίας του τον έκανε λαϊκό ήρωα. Μια αντιφατική, δηλαδή, σχεδόν διπολική προσωπικότητα, που με ευκολία πλακωνόταν με τη γυναίκα του για ασήμαντα θέματα του σπιτιού και το ίδιο άνετα εξηγούσε στον γιο του τον θανατηφόρο κίνδυνο που κρύβει η… χρήση ναρκωτικών ουσιών, χρησιμοποιώντας ως αδιάψευστο επιχείρημα το περίφημο σχετικό διάγγελμα του προεδρικού ζεύγους Ρέιγκαν!

Ο Ισπανός σκηνοθέτης Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα, έχοντας στα χέρια του το βιβλίο της Βαγέχο «Αγαπώντας τον Πάμπλο, Μισώντας τον Εσκομπάρ», πρόσωπο του στενού του περιβάλλοντος που υποτίθεται πως τον γνώριζε όσο λίγοι, αποτυγχάνει εν πολλοίς σε τούτη τη μεταφορά στο σινεμά, αφού περιορίζεται σε μια εξιστόρηση των αληθινών γεγονότων (με τις εύλογες ελευθερίες που απαιτεί η κινηματογραφική προσέγγιση), καθώς στέκεται επιδερμικά και εν είδει καλαμπουριού στον αντιφατικό, παραληρηματικής φύσης χαρακτήρα του Εσκομπάρ, επιμένοντας σε πράγματα που έχουμε ξαναδεί (και μάλιστα καλύτερα…).

Ξεκινά την αφήγησή του από το 1993, όταν μια εμφανώς τρομοκρατημένη Βαγέχο διαφεύγει στις ΗΠΑ, για να πάει πίσω στις αρχές της δεκαετίας του ’80, εποχή που η διάσημη δημοσιογράφος της κολομβιανής τηλεόρασης πρωτογνώρισε τον Εσκομπάρ και συνδέθηκε ερωτικά μαζί του. Τα άσχημα μαντάτα για το φιλμ έρχονται από πολύ νωρίς, όταν ακούμε τη voice-over αφήγηση της Πενέλοπε Κρουζ (που υποδύεται την ερωτική πέτρα του σκανδάλου), να περιγράφει με την ίδια χάρη με την οποία θα διηγείτο ένα βιβλίο τύπου Άρλεκιν τα γεγονότα όπως τα έζησε αυτή, μιλώντας μάλιστα στα αγγλικά (ξέρουμε ήδη πόσο αστείο είναι αυτό συχνότατα…), έχοντας παράλληλα υιοθετήσει… ισπανικό accent σε μια «πιο σουρεάλ δεν γίνεται» κίνηση της παραγωγής. Κατανοητοί μέχρις ενός σημείου οι λόγοι ενός «international appeal» που επιβάλλουν τη χρήση της αγγλικής γλώσσας, αλλά εδώ έχουμε ένα απολύτως ισπανόφωνο καστ (με τους δύο πιο διάσημους εκπροσώπους του στους βασικούς ρόλους) να υποδύεται ισπανόφωνους χαρακτήρες σε μια ταινία που διαδραματίζεται σε ισπανόφωνο έδαφος, με τους ηθοποιούς να απευθύνονται ο ένας στον άλλον κατά κανόνα στα… αγγλικά, με μια προφορά που θα είχε ένας αγγλόφωνος star καλούμενος να παίξει έναν ισπανόφωνο ήρωα!

Έπειτα από τις αρχικές συστάσεις του κεντρικού ζεύγους, το φιλμ αφήνει σε δεύτερο φόντο τις ερωτικές του περιπέτειες, καθώς προσπαθεί να καλύψει μέσα σε μια περίπου δωδεκαετή περίοδο τη ζωή του Εσκομπάρ, πάντα μέσα από τις περιγραφές της Βαγέχο, η οποία βέβαια στα περισσότερα για τα οποία μιλά… δεν ήταν παρούσα ώστε να τα γνωρίζει από πρώτο χέρι! Παρακολουθούμε έτσι τις ενέργειες του Πάμπλο να ιδρύσει το cartel του Μεντεγίν, την επακόλουθη πλημμύρα από ναρκωτικά που κατακλύζει τις ΗΠΑ (γεγονός που κρούει το καμπανάκι του συναγερμού για τις αμερικανικές Αρχές), την προσπάθειά του να χτίσει ένα φιλικό προς τον κολομβιανό λαό προφίλ, μπαίνοντας ακόμη και στον χώρο της πολιτικής (ως μέλος του Κοινοβουλίου της χώρας του!), αλλά και τη σταδιακή του πτώση με τον (σχεδόν αυτόβουλο) εγκλεισμό στη φυλακή που… ο ίδιος έχτισε, το αδιάκοπο κυνηγητό του από τη CIA, μέχρι τη δολοφονία του (αποτέλεσμα συνεργασίας αμερικανικών και κολομβιανών αστυνομικών δυνάμεων).

Το ενδιαφέρον της γυναικείας συμμετοχής (ή έστω παρουσίας) στα σοβαρά αρσενικά εγκλήματα εκλείπει με το καλημέρα, με τις επεξηγηματικές off ατάκες της Κρουζ τύπου «Ο Πάμπλο με παρουσιάζει στους συνεργάτες του από το cartel…», να δίνουν έναν έντονα γκροτέσκο τόνο στο εγχείρημα. Η σχέση τους δικαιολογείται σταθερά κινούμενη στα ρηχά της λάμψης και της δύναμης του χρήματος, με τη Βαγέχο να παρουσιάζεται ως η γκλαμουράτη γκόμενα που μαγεύεται από τα μεγαλεία, χωρίς να υπάρχει διάθεση για βουτιά σε κάτι πιο ουσιαστικό, με την τηλεδημοσιογράφο να απουσιάζει για σημαντικό διάστημα από τα τεκταινόμενα, μιας και δεν θα μπορούσε εκ των πραγμάτων να βρίσκεται εκεί. Η δε σκιαγράφηση των Αμερικανών ως αποκλειστικά προσηλωμένων στο καλό της εξάλειψης του εμπορίου των ναρκωτικών φέρνει πολλά συγκαταβατικά χαμόγελα στα χείλη, συγκρινόμενη μάλιστα με την αντίστοιχη του περσινού «American Made», που είχε πετύχει διάνα στον σχετικό στόχο, ξεβρακώνοντας τη δήθεν μαχητικότητα των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών στη διάλυση του drug trafficking.

Τουλάχιστον, ο μεταμορφωμένος από τα προσθετικά στο πρόσωπο και το σώμα Χαβιέρ Μπαρδέμ, πετυχαίνει να παρουσιάσει έναν πιασάρικο Πάμπλο Εσκομπάρ, ισορροπώντας ενίοτε ανάμεσα στην υπερβολή και την παρωδία, έχοντας συν τοις άλλοις να ξεπεράσει κι αυτός το ιδιότυπο «πρόβλημα» της χρήσης της αγγλικής γλώσσας, ενώ το επίπεδο της γυρισμένης κυρίως στη… Βουλγαρία παραγωγής (κατά τα συνήθη της εταιρείας Millennium) στέκει σε ικανοποιητικά μέτρα. Κάποιες από τις σκηνές μυθοπλασίας, όπως η προσγείωση του αεροπλάνου σε αυτοκινητόδρομο της Φλόριδας, λειτουργούν ως προς το ψυχαγωγικό κομμάτι του φιλμ, όμως η γενικότερη διάθεση για κάτι «μεγάλο», στα πρότυπα των γκανγκστερικών ταινιών του Σκορσέζε με βίαιες σεκάνς και μοντάζ που φέρνει στο νου «Τα Καλά Παιδιά» (1990), δεν μπορεί να υποστηριχθεί από τον Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα, ο οποίος μοιάζει να βρίσκεται εντελώς έξω από τα νερά τού καλύτερού του και εντελώς διαφορετικού ύφους φιλμ «Δευτέρες με Λιακάδα» (2002).

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Εμπορικών προδιαγραφών βιογραφία που περιορίζεται στα απολύτως βασικά, χωρίς να εκμεταλλεύεται το πλεονέκτημα της «αυθεντικότητας» της πηγής στην οποία βασίζεται, αφού δεν παρουσιάζει κάτι που να μην είναι ήδη γνωστό για τη ζωή του Εσκομπάρ. Ακόμα και αυτή η άγνωστη ίσως πτυχή της παράνομης ερωτικής του σχέσης δεν προβληματίζει ιδιαιτέρα εδώ, αλλά και όταν το κάνει στέκει ως το μακράν πιο αποτυχημένο κομμάτι του φιλμ, που ούτως ή άλλως δεν διεκδικεί δάφνες δουλειάς σοβαρού επιπέδου. Η αγγλική γλώσσα, που έχει επιλεγεί για να γίνει πιο προσιτό στο πλατύ κοινό, περισσότερο με ταφόπλακα μοιάζει παρά με κάτι που λειτουργεί σαν δέλεαρ. Το αναγνωρίσιμο πρωταγωνιστικό ζεύγος και το ελκυστικό θέμα, πάντως, έχουν τη δύναμη να τραβήξουν τον κόσμο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται να γοητευτεί από το αποτέλεσμα που θα παρακολουθήσει.


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.