ΑΒΕΒΑΙΟΣ ΘΡΙΑΜΒΟΣ (2017)
(INCERTA GLORIA)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αγουστί Βιγιαρόνγκα
- ΚΑΣΤ: Μαρσέλ Μποράς, Νούρια Πριμς, Οριόλ Πλα, Μπρούνα Κουζί, Χουάν Ντιέγκο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 115'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Στον ισπανικό εμφύλιο, στρατιώτης του Δημοκρατικού Στρατού στέλνεται σε ανενεργό μέτωπο μικρού χωριού της Αραγωνίας. Εκεί γνωρίζει και ερωτεύεται πλούσια χήρα η οποία διαφεντεύει την περιοχή, γεγονός που θα δοκιμάσει τη σχέση τόσο με τη γυναίκα του όσο και με τον καλύτερό του φίλο και συμπολεμιστή.
Μια ιστορία ερωτικού πάθους και προδοσίας με φόντο την τραγική περίοδο του ισπανικού εμφυλίου πολέμου ακούγεται τουλάχιστον ενδιαφέρουσα. Εάν, όμως, περιμένετε να δείτε κάτι ανάμεσα στο «Για Ποιον Χτυπά η Καμπάνα;» του 1943 (ταινία βασισμένη στο βιβλίο του Έρνεστ Χέμινγουεϊ, φυσικά, που για να μην το ξεχνάμε χάρισε και το Όσκαρ δεύτερου γυναικείου ρόλου στην Κατίνα Παξίνου) και στο «Γη και Ελευθερία» (1995) του Κεν Λόουτς, τότε μάλλον θα μείνετε με την όρεξη. Η λογοτεχνική βάση υπάρχει κι εδώ, μιας και το φιλμ είναι μεταφορά του ομότιτλου μυθιστορήματος του Καταλανού συγγραφέα Ζουάν Σάλες, το κοινό ιστορικό φόντο επίσης, όμως το ενδιαφέρον δυστυχώς εξαντλείται στη σχεδόν αποκλειστική χρήση της τοπικής καταλανικής διαλέκτου, η… σκοπιά της οποίας την καθιστά τουλάχιστον αξιοπερίεργη.
Ο Λουίς είναι ένας στρατιώτης των Δημοκρατικών που δεν φαίνεται να έχει πλέον μεγάλη πίστη στον αγώνα που υπηρετεί. Δέχεται με ανακούφιση την τοποθέτησή του σε μικρό χωριό της επαρχίας της Ισπανίας, όπου οι δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις έχουν τεθεί σε μια παράξενη κατάσταση αναμονής, απέχοντας από τις εχθροπραξίες. Ακόμα καλύτερα γι’ αυτόν, εκεί θα βρει τον φέροντα ιδιότυπη τρέλα στο κεφάλι αλλά όπως και να ‘χει καλύτερό του φίλο ονόματι Σολεράς (από τον καιρό που ζούσε στη Βαρκελώνη), ο οποίος θα αναλάβει να τον ξεναγήσει στις ιδιαιτερότητες του μέρους. Η γνωριμία του Λουίς με την Καρλάνα, την πλούσια και δολοπλόκα γυναίκα με το σκοτεινό παρελθόν που όλο το χωριό δείχνει περισσότερο να φοβάται παρά να σέβεται, καθώς και ο παθιασμένος έρωτάς του για εκείνη (παρά το γεγονός πως πίσω στην καταλανική πρωτεύουσα έχει γυναίκα και παιδί) θα σημάνει την αφετηρία μιας ιστορίας προδοσίας με επίκεντρο το παράξενο ετούτο κουαρτέτο. Η μεν Καρλάνα κάτι φαίνεται να θέλει από αυτόν, ο δε Σολεράς κάτι από τη γυναίκα του φίλου του, έτσι όλοι μαζί θα βρεθούν μπλεγμένοι σε ένα γαϊτανάκι ίντριγκας και πάθους (όπως διαφημίζουν και οι σαπουνόπερες, τις οποίες μάλλον θυμίζει τούτο εδώ).
Ο σκηνοθέτης Αγουστί Βιγιαρόνγκα υιοθετεί μια εντελώς τηλεοπτική αισθητική, που θα ταίριαζε γάντι σε κάποια από τις ισπανόφωνες σειρές που μεταδίδονται τις μεσημβρινές ώρες στην ελληνική τηλεόραση, σε καμία όμως περίπτωση σε κινηματογραφικό έργο. Δεν καταφέρνει ποτέ να δικαιολογήσει τις πράξεις των ηρώων της ταινίας του, χαράσσοντας ασαφή όρια στους χαρακτήρες τους, κάνοντάς τους έτσι να μοιάζουν με άβουλα όντα που στέκουν έρμαια του παρελθόντος (του δικού τους αλλά και των άλλων), χωρίς να έχει φροντίσει για το απαραίτητο υπόβαθρο ώστε κάτι από όλα όσα διαδραματίζονται να γίνονται είτε πιστευτά είτε να οδηγούν τον θεατή στην ταύτιση, οπότε και στο αληθινό ενδιαφέρον για την τύχη όλων αυτών, μιας και η αποσπασματική αφήγηση δεν του το επιτρέπει. Ο χαρακτήρας της Καρλάνα (που κινεί τα νήματα του δράματος) δεν πείθει για την υπέρμετρη ραδιουργία του, αφού μένει συχνά σε δεύτερο πλάνο, με το φορτίο της μοιραίας γυναίκας που κουβαλά να μοιάζει αβάσταχτο και τόσο σχηματικό. Το κοινωνικοπολιτικό δε πλαίσιο σηκώνει πολύ συζήτηση, μιας και οι στρατιώτες αλλάζουν στρατόπεδα εν μια νυκτί ένεκα ερωτικής απογοήτευσης και διαφορετικής θεώρησης των καταστάσεων (εξισώνοντας ιδεολογίες για πλάκα), ενώ κατά τη διάρκεια σφοδρών βομβαρδισμών από τις φασιστικές δυνάμεις η αναρχική σύζυγος του Λουίς θυμάται τη θρησκεία ζητώντας ξαφνικά να βαπτιστεί χριστιανή, για να προετοιμάσει έτσι (πολύ βολικά) το έδαφος για το… Θείο θαύμα που θα χρειαστεί αργότερα.