ΣΥΜΜΑΧΟΙ (2016)
(ALLIED)
- ΕΙΔΟΣ: Πολεμικό Ρομαντικό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ρόμπερτ Ζεμέκις
- ΚΑΣΤ: Μπραντ Πιτ, Μαριόν Κοτιγιάρ, Λίζι Κάπλαν, Μάθιου Γκουντ, Τζάρεντ Χάρις, Ράφεϊ Κάσιντι, Σάρλοτ Χόουπ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 124'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: UIP
Βόρεια Αφρική, 1942. Καναδός αξιωματικός, σε αποστολή των Μυστικών Υπηρεσιών για τους συμμάχους συνεταιρίζεται με Γαλλίδα συντρόφισσα και κατάσκοπο που παριστάνει τη σύζυγό του. Θα τους βρει και ο πραγματικός… χορός του Ησαΐα, όμως εκείνη ποια είναι στ’ αλήθεια;
Θα ήθελα να πω κάτι για την «Καζαμπλάνκα» (1942), με αφορμή τούτη την ταινία. Δεν είναι και κανένα αριστούργημα, πια! Ουδέποτε υπήρξε. Βασίστηκε σε ένα όχι και τόσο αξιομνημόνευτο θεατρικό έργο, η παραγωγή της ελάχιστα απείχε από την πλέον κοινή b-movie ενός χολιγουντιανού studio, οι συντελεστές της υποχρεώθηκαν να δουλέψουν με ένα σενάριο που άλλαζε διαρκώς ακόμη και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, με τους ηθοποιούς να βιώνουν ανεκδιήγητες καταστάσεις, δίχως να γνωρίζουν τι κατάληξη θα έχουν οι ρόλοι τους στην όλη πλοκή! Ούτε και ταμεία έσπασε, αρχικά. Αλλά… λίγο τα 3 Όσκαρ (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και σεναρίου) που ακολούθησαν, λίγο η χημεία των Μπόγκαρτ και Μπέργκμαν, λίγο κάποιες ατάκες, λίγο η μελωδία η γνωστή στο πιάνο και ο χρόνος δούλεψε υπέρ της, δημιουργώντας έναν ρομαντικό μύθο του σινεμά, που μπορεί να έληξε κάπως άδοξα, όμως γέννησε τόσες… όμορφες φιλίες.
Εξαιτίας αυτού του «μύθου», πολλά φιλμ επιχείρησαν να αναπαραγάγουν τη συνταγή της «Καζαμπλάνκα», φτάνοντας σήμερα ως το «Σύμμαχοι», το οποίο υπογράφει ένας από τους πλέον ταλαντούχους και αποτελεσματικούς επαγγελματίες του Χόλιγουντ. Ο Ρόμπερτ Ζεμέκις δεν είναι απλά ένας διεκπεραιωτής που θα πάρει στα χέρια του μια πανάκριβη παραγωγή και θα τη «σερβίρει» όσο καλύτερα γίνεται, γιατί… αυτή είναι η δουλειά του. Έχει υπάρξει καινοτόμος, κάτι πιο ουσιαστικό από «δημιουργός», αν ρωτάς κι εμένα. Έχει αποκτήσει το κύρος τού μεγάλου διασκεδαστή και έχει τιμηθεί (με την αξία του) και με το Όσκαρ σκηνοθεσίας για το «Forrest Gump» (1994). Η φιλμογραφία του δεν είναι τεράστια σε όγκο, αλλά τα συναισθήματα που έχει χαρίσει στο κοινό ξεπερνούν κάθε μέγεθος. Σήμερα, ναι, έχει γεράσει. Αλλά, διάβολε, ξέρει να κάνει σινεμά!
Η «παγίδα» στο «Σύμμαχοι» έχει να κάνει με το… τι είδο(υ)ς σινεμά; Ναι, προφανώς και πήγαινε προς «Καζαμπλάνκα» μεριά (ωραιότατο το «κλου» με τη «La Marseillaise»!), αλλά μάλλον σε «Αβάνα» (1990) του βγήκε, ίσως με μια μυρωδιά από «Άγγλο Ασθενή» (1996), ζηλεύοντας μέχρι και το «Άδωξοι Μπάσταρδη» (2009)! Παρά τη φήμη του παρασκηνιακού δεσμού τους, ο Μπραντ Πιτ και η Μαριόν Κοτιγιάρ δεν «ανάβουν» τη μεγάλη οθόνη μαζί, σαν ζευγάρι. Θα ήταν τέλειοι για ένα διαφημιστικό spot αρώματος, όμως το «πάντρεμά» τους δείχνει κάπως ζορισμένο, άψυχο. Και αυτό πλήττει το ρομαντικό μέρος της πλοκής, που τους θέλει να ξεκινούν σαν ένα πλαστό αντρόγυνο που ο έρωτας, μοιραία, το επικυρώνει και πραγματικά, για να καταλήξουν και γονείς με μωρό παιδί (εξαιρετικά μαστόρικη η σκηνή της γέννας εν μέσω βομβαρδισμών) στο Λονδίνο.
Αυτό που δεν ζωντανεύει τη σχέση του ζευγαριού εντοπίζεται, φυσικά, στο σενάριο. Αν χρησιμοποιήσουμε ξανά το παράδειγμα της «Καζαμπλάνκα», ίσως το σημαντικότερο ατού εκεί έχει να κάνει με τον περίγυρο των δύο εραστών. Τον… ζωντανό περίγυρο. Οι συμπληρωματικοί χαρακτήρες (και το εξαιρετικό casting τους), μαζί με διαλόγους ζουμερούς και iconic στιγμές, ήταν εκείνοι που ανύψωναν το όλο project, αγγίζοντας το μυθικό. Εδώ, η ιστορία δεν τοποθετεί γύρω από το πρωταγωνιστικό ζευγάρι κανέναν ουσιαστικής σημασίας δεύτερο ρόλο, δημιουργώντας προβλήματα στην αφήγηση και στον ρυθμό της. Από μόνοι τους, ο Μαξ και η Μαριάν δεν αρκούν για να στηρίξουν ολόκληρο φιλμ, τις όποιες συνωμοσίες ή διπρόσωπες κινήσεις τους. Υπάρχουν σκηνές δράσης εμβόλιμα (η αποστολή εκτέλεσης στη δεξίωση της… Καζαμπλάνκα, για παράδειγμα), οι οποίες σε επαναφέρουν στο αίσθημα της κινηματογραφικής απόλαυσης, όμως η ερωτική σχέση (που έτσι κι αλλιώς χωλαίνει στην απόδοση) ήθελε και καλύτερη σκιαγράφηση και περισσότερους χαρακτήρες δίπλα της και ίντριγκες υποψιών, ειδικά από τη στιγμή που μας σερβίρεται ότι εκείνη (μπορεί να) είναι κατάσκοπος.
Η πληροφορία αυτή ανατρέπει, φυσικά, την πλοκή και συστήνει εκ νέου το σασπένς στο φιλμ, όμως ο χειρισμός του Ζεμέκις δεν έχει πάρει εξαρχής μια πιο… χιτσκοκική κατεύθυνση, γι’ αυτό και η εξέλιξη αυτής της «υποπλοκής» αγκομαχάει για να πείσει. Υποκριτικά, η Κοτιγιάρ αποδεικνύεται πιο λειτουργική, έχοντας την ικανότητα να υποστηρίξει καλύτερα το δράμα του γυναικείου ρόλου, με τον Πιτ να πιάνει αναλαμπές από εκείνον τον προαναφερθέντα ταραντινικό ήρωα (χωρίς το comic relief), χάνοντας κάπου την ισορροπία του, μεταξύ τραγικής φιγούρας (αν εκείνη είναι Γερμανίδα κατάσκοπος, τότε πρέπει να σκοτώσει τη σύζυγο και μητέρα του παιδιού του) και action hero.
Κατανοώ ότι το κοινό θα διχαστεί με το φινάλε. Άλλοι θα χλευάσουν, άλλοι θα προτιμούσαν να είχε συμβεί το αντίθετο, άλλοι θα ρίξουν μαύρο κλάμα, άλλοι θα πουν ότι αυτά τα έχουν ξαναζήσει και καλύτερα στο σινεμά. Εντάξει, δεν ήρθαν να χαράξουν μια ιστορική στιγμή στον παγκόσμιο κινηματογράφο αυτοί οι «Σύμμαχοι». Θα ήθελαν να είναι κάτι σπουδαιότερο. Είναι, όμως, άνισοι. Χωρίς να προσβάλλουν τη σημασία του σινεμά διασκέδασης. Η παραγωγή είναι άψογη, το καλλιτεχνικό κομμάτι μάλλον συμβατικό (τα κοστούμια της Κοτιγιάρ δεν επιδεικνύουν κάτι πιο ωφέλιμα μοιραίο για την ηρωίδα), ο χρόνος όχι άσχημα σπαταλημένος. Είναι Χόλιγουντ, ξέρεις…