FreeCinema

Follow us

SMAC (2016)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ηλίας Δημητρίου
  • ΚΑΣΤ: Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Γιάννης Κοκιασμένος, Σταυρούλα Κοντοπούλου, Λουκία Μιχαλοπούλου, Νίκος Γεωργάκης
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 110'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: CAROUSEL FILMS

Η Ελένη έχει καρκίνο. Δεν ξέρει πόσο χρόνο έχει ακόμη για να ζήσει. Την παίρνει από κάτω. Είναι μόνη. Αλλά θα βρει έναν αναπάντεχο «σύμμαχο» έξω από την πόρτα της πολυκατοικίας της.

Είναι τουλάχιστον λυπηρό για μια ταινία, να λες ότι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο θα μείνει στη μνήμη μας (των επαγγελματιών, ουχί των θεατών…) ήταν μια λάθος βράβευση από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου. Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες, θα μου πεις. Πόσα «σνομπαρίσματα» ή άδικες βραβεύσεις έχουμε συναντήσει επί σειρά δεκαετιών και στα Όσκαρ; Το παράδειγμα είναι θρασύ, βέβαια, διότι οι ψηφοφόροι της Αμερικανικής Ακαδημίας είναι χιλιάδες, ενώ στη δική μας… ολίγες μόλις εκατοντάδες. Που κάνουν καλύτερη παρέα μεταξύ τους (μονάχα) και όχι με το κοινό, εκείνο που μπορεί να πηγαίνει σινεμά κατά ορδές (τύπου 700.000 εισιτήρια περίπου…) μια στις τόσες, αναδεικνύοντας και προσφέροντας τη σπάνια αγάπη του προς εγχώριο κινηματογραφικό προϊόν. Πονεμένη και πρόσφατη αυτή η ιστορία. Απλά, θα την κλείσω με μια χρήσιμη συμβουλή: κάποιες φορές έχει σημασία να παρακολουθούμε και να σεβόμαστε την επιλογή εκείνου που πληρώνει για να πάει σινεμά, αντί εκείνου που μόνο ζητάει για να κάνει σινεμά. Χωρίς τον πρώτο, δεν υπάρχει καμία ανάγκη να υφίσταται ο δεύτερος. Πόσω μάλλον όταν ευθύνεται βαρέως και για τον αφανισμό τού πρώτου…

Πίσω στο ίδιο το «SMAC» τώρα. Στα γνωστά και τετριμμένα… Ποια ιστορία; Ποιο σενάριο; Και από πού να ξεκινήσει κανείς… Όταν κάνεις ρεαλιστικό σινεμά μυθοπλασίας που αφηγείται πράγματα και καταστάσεις γνώριμες ή κοντινές σε όλους μας, προσέχεις κάποια στοιχειώδη πράγματα. Ακόμη και σχετικά με το αστικό «τοπίο». Όποιον άστεγο και να ρωτούσες σε ολόκληρη την Αττική, θα σου έλεγε πως δεν θα επέλεγε ποτέ αυτή την είσοδο πολυκατοικίας για να στρώσει και να κοιμηθεί τη νύχτα! Με τίποτα, όμως! Τόσο έκθετος στις καιρικές συνθήκες, σε ένα μόλις μαρμάρινο σκαλοπάτι, στο οποίο ξαπλώνοντας… φρακάρεις όλη την είσοδο του κτηρίου, άρα θα σηκώνεσαι όποτε περνάει κάποιος ένοικος ή επισκέπτης! Εάν αυτό δεν είναι εντελώς άκυρο για τα μάτια μιας ολόκληρης παραγωγής ταινίας, τότε ας περιοριστώ στο συμπέρασμα ότι το repérage θεωρείται περιττό στην Ελλάδα και στήνουμε κάμερες όπου γουστάρουμε και μας βολεύει…

Από την άλλη, μπορεί οι ένοικοι αυτής της πολυκατοικίας (που δεν έχουν ιδιαίτερα καλή ακοή και σπάνια απαντούν στα κουδούνια της εισόδου) να μην ενοχλούνται από την παρουσία του άστεγου στην είσοδο, όπως δεν ασχολούνται και με… ολόκληρη αφρικανική φυλή που έχει μετατρέψει το υπόγειο σε κανονικό καταυλισμό και ζει ειρηνικά πραγματοποιώντας και μικρές τελετές μαγείας (θεραπευτικού χαρακτήρα, όμως, άρα… cool)! Με καλό σήμα στα κινητά (στο υπόγειο, έτσι;). Και τόσο καλή καρδιά, που προσφέρουν στην ηρωίδα «ιαματικό» χόρτο και voodoo doll, κατόπιν διάγνωσης του καρκίνου με το βλέμμα!

Η μεταστροφή τής Ελένης (από μοναχική και αδιάφορη για το τι συμβαίνει γύρω της σε φιλόξενη οικοδέσποινα ενός άστεγου ανδρός, με μόνη αφορμή το ότι εκείνος τη βοήθησε μετά την κλοπή της τσάντας της στον δρόμο) εξελίσσεται με μια αφέλεια που, προφανώς, δεν πατάει επάνω σε κάτι στέρεο σεναριακά, καθώς η σκιαγράφηση των χαρακτήρων βασίζεται σε κάποιες σκηνές «αποκαλυπτικών» διαλόγων για τα χτυπήματα της μοίρας και τις επιλογές που πάρθηκαν στη ζωή, ώστε να φτάσουμε ώς εδώ. Περιέργως, δε, καταλήγουμε να γνωρίζουμε καλύτερα τον δεύτερο ρόλο (του οικογενειάρχη που έχασε τα πάντα με την κρίση) παρά τη βασική ηρωίδα του φιλμ!

Το καταστασιακό δεν εξελίσσεται σε κάτι το ιδιαίτερο και η δραματική «κορύφωση» φέρνει από την… πατρίδα τής απιθανότητας μια εξάρτηση του άστεγου Ανδρέα σε ναρκωτικές ουσίες (αν και η Ελένη είχε τσεκάρει αρχικά τα χέρια του για σχετικά «τρυπήματα»), για να μπάσει στο όλον και το θηλυκό πρεζάκι που θα αγκιστρωθεί επάνω του, χαρίζοντάς μας την ανεκδιήγητη σκηνή των γενεθλίων της Ελένης, όπου ο Παπαδιαμάντης (!) συναντά την αποθέωση της κακής υποκριτικής. Όσο για το θέμα τής σεξουαλικότητας της ηρωίδας, μένει διαρκώς μετέωρο και ανέγγιχτο, μπαίνει αδικαιολόγητα εμβόλιμο στο κομμάτι τού (τραπεζικού) εργασιακού της χώρου και μάλλον γελοιοποιείται όταν, σε μια μοναδική σκηνή εξόδου της, αυτή ντύνεται… Village People για να πάει σε ένα lesbian bar!

Το ότι το «SMAC» υπήρξε υποψήφιο στις κατηγορίες της καλύτερης ταινίας, της καλύτερης σκηνοθεσίας και του καλύτερου σεναρίου θα πρέπει να προβληματίζει το σύνολο της κινηματογραφίας μας και όχι απλά να μας κάνει να αναρωτιόμαστε για το τι συμβαίνει με τα μέλη της Ελληνικής Ακαδημίας. Πλέον, κάποιος πρέπει να κρούσει τον κώδωνα του συναγερμού για την κατάσταση της εγχώριας παραγωγής, η οποία προσφάτως άρχισε να χρησιμοποιεί το «άλλοθι» της κρίσης που βιώνει η χώρα για να δικαιολογήσει ερασιτεχνισμούς, ανύπαρκτα budget και «Καλή καρδιά να ‘χουμε, μωρέ» εις το όνομα της προάσπισης της Τέχνης. Λυπάμαι που δεν θα μπορέσω να συμμετέχω σε αυτήν, έχω την κακή συνήθεια να παίρνω το μέρος του θεατή.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Σεναριακός αχταρμάς δραματικών στερεοτύπων (ομοφυλόφιλη γυναίκα που έχει καρκίνο) συναντά ζητήματα της πρόσφατης ειδησεογραφίας (άστεγοι και πρόσφυγες) σε ένα φιλμ που δεν αφηγείται ούτε μια εκ βαθέων προσωπική ιστορία αλλά ούτε και κάτι το κινηματογραφικά αντάξιο προσοχής ώστε να σε συγκινήσει. Ενδεχομένως να υπάρξει μια μικρή μερίδα γυναικών που θα ταυτιστεί με την ηρωίδα για βιωματικούς λόγους, σίγουρα όμως όχι και με τις επιλογές της σε τούτη την ταινία. Η τελευταία σκηνή, για ποια «γενναιότητα» ως στάση ζωής ομιλεί, άραγε;


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.