Η ΤΙΝΚΕΡΜΠΕΛ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΙΡΑΤΕΣ (2014)
(THE PIRATE FAIRY)
- ΕΙΔΟΣ: Animation
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πέγκι Χολμς
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 78’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Φαρμακοτρίφτρια, που ταράζει χωριό ξωτικών μ’ ενδιαφέρον για σκόνες υπερζωηρό, το σκάει, μετά από καιρό γυρνάει, και super εναιώρημά τους βουτάει. Πέντε κολλητές της που τους έκανε άλλ’ αντ’ άλλων τα νακ στο φτερό την κυνηγούν, κι αρχηγό σκιτζήδων κουρσάρων τη βρίσκουν – οι οποίοι, όμως, απώτερες βλέψεις εναντίον της διατηρούν. Το κοριτσομάνι με τη δικιά της, και μεταξύ τους, και μ’ όλη τη φάρα τους, πάλι θα τα βρουν;
Μεγάλε, καλά νέα: είναι η πρώτη φάση του franchise στην οποία θα πας τη μικρή υστέρω σου και – τουλάχιστον – θα αντέξεις. Ούτε το μαγικό χέρι του Τζον Λάσετερ (για πρώτη φορά στο στόρι, εκτός της παραγωγής) της Pixar δεν το σώζει, ωστόσο, απ’ το να κόψει αζυμούθιο προς τα χαρτογραφημένα ύδατα που ξέρεις, σ’ αυτή την πέμπτη συνέχεια της ροζουλισιελβεραμάν καρτουνιάς, ένα πρόσω περιπέτειας χιούμορ και συναισθημάτων εκ νέου girl power φευγιών μετά προσωπικών ανησυχιών, τώρα και εκτός νόμου περιπετειών, μεταξύ νεράιδων κυνηγητών, κρυπτοκινήτρων αρσενικών και «όλες για μία και μία για όλες» fantasy ανασκευαστικών επανασυσφικτικών μαγκιών.
Έστω κι έτσι, Barbie κάτσε στο αμπάρι και φάε τη σκόνη της, εφόσον σπαθίζουν τον αέρα το συχνά λεπτεπίλεπτο πενάκι, διακόσμων κυρίως (με απαύγασμα το πασπαλισμένο «πέταγμα» πλοίου), η ζουζουνιάρα σκηνοθεσία με ρεσάλτα από όλες τις μεριές στη φωτογραφία, γκαγκ όπως το παλτό τύπου «Αόρατος Άνθρωπος», σιλουέτες με διόλου ξύλινο πόδι όπως το fun πλήρωμα θαλασσινών – ρεμαλιών και το γούτσου γούτσου κροκοδειλάκι της προσκολλήσεως από τ’ αυγό, ενώ το τραγουδιστικό χορευτικό νούμερο σκούνας σηκώνει παραδοσιακά ψηλά το κατάρτι και η επανανταλλαγή ταλέντων του αλαφροΐσκιωτου παρεακίου ξιφομαχεί ανδραγαθηματικά για το «τέλος καλό, όλα καλά».
Δεν πάνε όλα πρίμα, μολοντούτο. Το άφαντο μετατροπή-κι-έτσι 3D δε ρίχνει κάβους στον αμφιβληστροειδή ούτε σε ένα πλάνο (παιδούλες, γλιτώστε τον μπαμπά και τη μαμά από το extra έξοδο). Στο γάντζο μεταγλώττισης (έξω την… ακούνε με Μέι Γουίτμαν, Κριστίνα Χέντρικς, Τομ Χίντλστον και Λούσι Λιου; Εδώ Ευγενία Δημητροπούλου, Ιωάννα Πηλιχού, Κατερίνα Τσάβαλου, Γιούλικα Σκαφιδά) η βοκαλιστική νωθρότητα της Τζένης Θεωνά και το σπικάρισμα αντί υποκριτικής της Αφροδίτης Σημίτη κάνουν ακατάλληλα μπαμ. Η αντιαλχημεία δραματουργίας στην πιλάλα μια κι έξω καταστάσεων (εξ)υπηρετεί το επίπεδο κατανόησης και κάνει τα γούστα τού πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης fan club της σειράς. Κυρίως: η μη αγγιγμένη από ραβδάκι ίντριγκα ενέδρας κουμασιών και το αρμένισμα των περί μεταμέλειας (που επανορθώνει για κάθε σφάλμα) / φιλίας (που κάνει θαύματα) / αγαθοεργίας (που νικάει το κακό) βολικών διδαγμάτων ζητάει μερτικό από ξένο θησαυρό.
Ποιανών; Του μύθου του Πίτερ Παν (λίκνου της Τίνκι – what goes around, comes around, που θα’ λεγε κι ο Τζ. Μ. Μπάρι), του «Ψυχρά κι Ανάποδα» (η Έλσα του οποίου κατόπιν νίλας τραβάει ζόρι και, τελικά, συμμορφώνεται αγαπησιάρικα όπως η Ζαρίνα, καλή ώρα), και του «Οι Πειρατές της Καραϊβικής: Σε Άγνωστα Νερά» (εντάξει, κανένας θησαυρός εδώ, αλλά η μελαχρινή κοψιά της Πενέλοπε Κρουθ ως κόρης του Μαυρογένη έχει… βουτηχτεί για το look της κακιάς ηρωίδας εδώ), με τα δύο τελευταία φιλμ – πηγές έμπνευσης, καθόλου τυχαία, ναυαρχίδες της Disney, το toon καρνάγιο της οποίας βγάζει κι αυτό το μπρίκι. Γι’ αυτό «Η Τίνκερμπελ και οι Πειρατές» πλέουν ακύμαντα μεν αλλά κάπως στα ρηχά, παρότι δεν είναι μόνο για τις τσιρίδες των λιλιπούτειων θηλυκών. Εάν σας παίρνουν απ’ το χεράκι…