Η ΠΕΝΤΑΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΡΑΣ (2014)
(LA BELLE ET LA BETE)
- ΕΙΔΟΣ: Ρομάντζο Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κριστόφ Γκανς
- ΚΑΣΤ: Λεά Σεντού, Βενσάν Κασέλ, Αντρέ Ντισολιέ, Εδουάρδο Νοριέγα
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 112’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Η νεότερη κόρη ενός χρεοκοπημένου εμπόρου προσφέρει τον εαυτό της σε μια πράξη αυτοθυσίας, για να σώσει την τιμή και τη ζωή του πατέρα της, καταλήγοντας στα χέρια ενός μυστηριώδους κτήνους που έχει αποτραβηχτεί σε παραμυθένιο πύργο.
Το ερώτημα εδώ δεν είναι το αν γνωρίζεις το κλασικό παραμύθι της Γκαμπριέλ-Σουζάν Μπαρμπό ντε Βιλνέβ (πρώτη δημοσίευση το 1740!), αλλά το πώς θα το δεις να ζωντανεύει στη μεγάλη οθόνη αυτή τη φορά. Ή, ακόμη, το αν χρειάζεται να το ξαναδείς… Είναι κάπως ελιτίστικο να λέμε ότι η κινηματογραφική εκδοχή τού Ζαν Κοκτό, από το 1946, είναι η μοναδική που θα όφειλε κανείς να έχει παρακολουθήσει στη ζωή του ή ότι μετά από αυτήν… το χάος. Ναι, είναι δύσκολο να διώξεις από τη μνήμη την ομορφιά εκείνων των μαυρόασπρων εικόνων που φώτισε με τρόπο αξεπέραστο ο Ανρί Αλεκάν. Αν θέλεις να βάλεις ακόμη περισσότερα… εμπόδια σε μια νέα διασκευή, δε, η τεράστια επιτυχία της animated «Beauty and the Beast» (1991), από το studio της Disney, είναι ακόμη ένας κινηματογραφικός σταθμός που κάθε παιδί έχει δει και θα ξαναβλέπει, άπειρες φορές. Κοινώς, πρέπει να ήταν ένας άθλος για τον Κριστόφ Γκανς το εγχείρημα…
Η λέξη – κλειδί εδώ είναι και πάλι… η Disney. Ο παγκόσμιος εισπρακτικός θρίαμβος της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» (2010) του Τιμ Μπέρτον ενεργοποίησε όχι μονάχα μια τάση επιστροφής προς το κλασικό παραμύθι, αλλά έδωσε και τις αισθητικές «οδηγίες» ή ένα… manual, αν θέλεις, για τις μελλοντικές κινηματογραφικές απόπειρες στο είδος (τις είδαμε να εφαρμόζονται μέχρι και στο περσινό «Οζ Μέγας και Παντοδύναμος» του Σαμ Ρέιμι). Αν και live action, το περιβάλλον αυτών των ταινιών μοιάζει ολοκληρωτικά ψηφιακό, πλέον. Το design προσεγγίζει το εξεζητημένο, με over the top «μεταλλάξεις» σκηνογραφίας και κοστουμιών περιόδου, δίχως αυτές να προδίδουν κάτι το ρεαλιστικό χρονολογικά. Όσο για το περιεχόμενο, τα διδάγματα είναι στερεοτυπικά και τείνουν να «μιλάνε» σε οικογενειακό ή εφηβικό κοινό. Ατυχώς, στην πορεία προσαρμογής σε τούτο το σύγχρονο πλαίσιο παραγωγής, πολλά από τα ψυχαναλυτικά, κρυφά επίπεδα ανάγνωσης των παραμυθιών εξαφανίζονται, παραδομένα στην αφέλεια της απλούστευσης.
Ο Γκανς, γνωστότερος στο κοινό για τη θαυμάσια «Αδελφότητα των Λύκων» (2001), αγαπά αυτό το κράμα στυλιζαρίσματος, φανταστικού (ήταν ο ιδρυτής του περιοδικού Starfix στα 80’s!), κομιξάδικου και… (ε)ξωτικού με έναν μυστηριακό τρόπο και σε τούτη την «Πεντάμορφη και το Τέρας» επιχειρεί κάτι σα revival τής μικρής του φιλμογραφίας, υπό το πρίσμα των χολιγουντιανών προτύπων που λέγαμε. Ούτως ή άλλως, ανέκαθεν τα ζήλευαν οι Γάλλοι αυτά. Τώρα, λοιπόν, με την ίδια σχεδόν τεχνολογία και τους… νόμους της αγοράς, ο Γκανς (που είχε περάσει και από τις ΗΠΑ για χάρη του «Silent Hill», το 2006) απαντά στην πρόκληση της άλλης πλευράς του Ατλαντικού με μια διάθεση… ρεβανσιστική, χρησιμοποιώντας τή διεθνή γλώσσα του θεάματος για να μας πει «κοιτάξτε, μπορούμε κι εμείς». Και δεν το λέει άδικα.
Η εισαγωγή τού φιλμ, που εξηγεί την κακοδαιμονία τού πατέρα της Μπελ, ξεφυλλίζεται σαν παραμύθι που ζωντανεύει από το χαρτί και γεμίζει με CGI μαγεία την οθόνη, η εικονογράφηση του κλειστού σύμπαντος και του πύργου του Τέρατος προσφέρει αυτά που θα ζητούσες από ένα παραμύθι και οι λανθάνουσες δόσεις ρομαντισμού (από τα flashback της κατάρας στην οποία οφείλει τη μεταμόρφωσή του ο κεντρικός ήρωας μέχρι το ρόλο που πρόκειται να πάρει στη ζωή του η «αιχμάλωτη» κορασίδα) προσφέρουν μαθήματα ερωτικού ήθους στο target group της ταινίας, που, κακά τα ψέματα, το λες περισσότερο εφηβικό. Όταν ο κίνδυνος ή ο θάνατος έρχονται να διαταράξουν την ηρεμία στην αφήγηση του έργου, αισθάνεσαι την αυτοσυγκράτηση του Γκανς, που πρέπει να συμμαζέψει οτιδήποτε τρομακτικό, δίχως να του αφαιρεί την αίσθηση του απειλητικού. Εκεί οι στόχοι φλερτάρουν με την αποτυχία και ένας πιο ενήλικας θεατής θα «προσγειωθεί» από την… υποχρέωση προς το παιδιάστικο. Εδώ, βέβαια, το αποκαλούμε… «παραμυθένιο»!
Ως σινεμά φυγής, πάντα για πιο νεανικό κοινό, η «Πεντάμορφη και το Τέρας» αποτελεί μια άρτια απάντηση προς τα αντίστοιχα χολιγουντιανά κατασκευάσματα, διαθέτει μια κάποια αγνότητα – παρά την υπερβολή των ψηφιακών εφέ – και σε μπλέκει στα δεσμά της ερωτικής της ιστορίας, ακόμη κι αν γνωρίζεις πλήρως την εξέλιξη της ιστορίας. Στο φινάλε, μπορεί και να χρειάζεται να σου την ξαναδιαβάσουν, ασχέτως ηλικίας…