ΡΙΟ 2 (2014)
(RIO 2)
- ΕΙΔΟΣ: Animation
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κάρλος Σαλντάνια
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 101’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Πιθανή εναπομείνασα αποικία του σπάνιου είδους τους στην καρδιά της ζούγκλας του Αμαζονίου πείθει την Τζούελ και τον Μπλου να αφήσουν για λίγο το σπίτι που μοιράζονται με τους ανθρώπους τους στο Ρίο και μαζί με τα τρία τους παιδιά να επιχειρήσουν προς τα εκεί ταξίδι… αυτογνωσίας.
Τουτέστιν, έχουν όλοι τους μια σημαντική, ικανή να τους αλλάξει τη ζωή, ευκαιρία: η Τζούελ να επανασυνδεθεί με τη χαμένη οικογένειά της, τα πιτσιρίκια, που μέχρι τώρα ήταν εξπέρ μόνο στο να διαβάζουν ανθρώπινα βιβλία, να ακούν διαρκώς μουσική στο mp3 ή να φτιάχνουν τηγανίτες (!) με τον μπαμπά, να πειραματιστούν με την πιο άγρια, ιπτάμενη πλευρά τους και ο Μπλου να αποδείξει, επιτέλους, πως δεν είναι απλά και μόνο ένα κακομαθημένο, βολεμένο κατοικίδιο, μονίμως εξαρτημένο από ανθρώπινα gadgets, σαν το GPS, τον πολυμορφικό σουγιά ή το… τσαντάκι μπανάνα. Η κατάσταση και τα διλήμματα καθενός τους, όμως, περιπλέκονται επικίνδυνα όταν τόσο το νεο-αποκτηθέν σπιτικό, όσο και οι ορνιθολόγοι… άνθρωποί τους, Τούλιο και Λίντα, μπαίνουν στο στόχαστρο παράνομων υλοτόμων που δρουν στην περιοχή. Σου θυμίζει κάτι; Όχι;
Αν στο περιγράψω ως εξής; «Μπλέ «ανθρωποειδή» (στη συμπεριφορά, τουλάχιστον) πλάσματα απειλούνται από εξαφάνιση όταν οι τεχνολογικά πιο εξελιγμένοι άνθρωποι (με τους οποίους έχουν επιχειρήσει επανειλημμένα, ατυχώς, να συνυπάρξουν ειρηνικά) εισβάλλουν στον σπάνιας ομορφιάς, βιοποικιλότητας και σημασίας βιότοπο / πατρίδα τους και τον απογυμνώνουν από τα δέντρα του, ώστε να τον εκμεταλλευτούν εμπορικά». Ε; Ναι. Αν αντικαταστήσεις τους Μπλε Μακάο με τους μπλε Να’αβί, τη Γη με την Πανδόρα, την άκρως κερδοφόρα, νόμιμη και μη ξυλεία που μπορεί να αποκομιστεί από τη ζούγκλα του Αμαζονίου με το πολύτιμο ορυκτό ανομπτένιουμ που βρίσκεται κάτω από τα γιγάντια, λαβυρινθώδη δέντρα της φύσης της Πανδόρα και τους παράνομους υλοτόμους με την αδίστακτη πολυεθνική, το «Ρίο 2» γίνεται εύκολα αντιληπτό ως μια πιο light, «παιδική» και ευφάνταστα μιούζικαλ εκδοχή του «Avatar». Και αυτό δεν είναι κακό.
Όπως και η πολυσυζητημένη ταινία του Κάμερον, είναι ένα όργιο μεθυστικά ενορχηστρωμένων, παλλόμενων χρωμάτων ή, όπως το έθεσε η Λίντσεϊ στην «Άβυσσο», ένας «χορός φωτός», με την εξαιρετική χρήση του 3D να σε ρουφά αμαχητί στην οθόνη. Είναι επίσης ένα παραμύθι (για παιδιά κάθε ηλικίας) με στιβαρή οικολογική (ευ)συνείδηση, που μιλά με απλά, αλλά πανέμορφα λόγια για την ανάγκη σεβασμού του πλανήτη. Που δε μας ανήκει. Απλά μας φιλοξενεί. Ως… κατοικίδια; Ναι, μπορείς να το δεις κι έτσι. Και αν χαθεί, θα χαθούμε μαζί του. Σοβάρεψε, όμως, το κείμενο, και δεν πρέπει. Γιατί, αντίθετα με το «Avatar», το «Ρίο 2» δεν απευθύνεται (βασικά) σε ενήλικους, και ξέρει πώς να πει αυτά που θέλει να πει με γέλιο, χορό και τραγούδι. Τα μουσικοχορευτικά του κομμάτια, εξάλλου, είναι και τα καλύτερά του, αφού προσφέρουν και μερικές πραγματικά ανθολογικές σεκάνς: την τραγουδιστή, ερωτική εξομολόγηση της τοξικής, ροζ βατραχίνας Γκάμπι στον… άσχημο κοιμώμενο, μοχθηρό, κακατούα Νάιτζελ, τις περιστασιακά ξεκαρδιστικές, ασύλληπτες audition (συμπεριλαμβανομένης εκείνης της α λα Νάιτζελ εκδοχής του θρυλικού «I Will Survive») που δίνει στους Ραφαέλ, Νίκο και Πέντρο (οι οποίοι συνοδεύουν τους Μπλου και Τζούελ στο ταξίδι τους) κάθε φέρελπις καλλιτέχνης από το ζωικό βασίλειο που μπορείς να φανταστείς, και φυσικά το υποβλητικά σκηνοθετημένο / χορογραφημένο, βγαλμένο απευθείας από τα κλασικά μιούζικαλ του Μπάζμπι Μπέρκλι, θαρρείς, τραγούδι θριάμβου της αποικίας, με τα πουλιά και τα ζώα σε μεθυστικούς σχηματισμούς στον αέρα, τη γη και το νερό.
Αντίθετα, όμως, με την πολυσυζητημένη ταινία του Κάμερον, το «Ρίο 2» δεν αποτελεί σταθμό. Ούτε στην ιστορία του σινεμά, ούτε σε εκείνη του animation. Λίγο η υπέρ το δέον ενασχόλησή του με τους ανθρώπους (τους Λίντα και Τούλι στην αρχή του, το αφεντικό / Λατίνο Νονό των υλοτόμων και το πρωτοπαλίκαρό του με την ενοχλητική μαϊμού αργότερα), λίγο το εύστοχο, αλλά όχι ιδιαίτερα άμεσο και σπανίως ξεκαρδιστικό χιούμορ του, πληγώνουν το ρυθμό και το διασκεδαστικό του εκτόπισμα. Και όσο και αν η μεταγλώττιση είναι πραγματικά άψογη, αν έχεις δει την προηγούμενη ταινία στην πρωτότυπη, αγγλική εκδοχή της, αποκλείεται να μη σου λείψουν οι φωνές των Τζέσι Άιζενμπεργκ και Ανν Χάθαγουεϊ. Μικρό το κακό.